Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν υψηλό δημόσιο χρέος $36 τρισ. όπου οι τόκοι εξυπηρέτησης απορροφούν το 13% των εξόδων του προϋπολογισμού των ΗΠΑ (περισσότερο από τον αμυντικό προϋπολογισμό) ή το 20% των εσόδων του προϋπολογισμού και θα ξεπεράσουν το 40% των εσόδων, την επόμενη δεκαετία εάν δεν μειωθεί το 1,8 τρισ. ετήσιο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού.
Οι ΗΠΑ ξοδεύουν 37% ετησίως παραπάνω από ότι εισπράττουν, καθώς τα έξοδα του ομοσπονδιακού κράτους λόγω covid αυξήθηκαν κατά 40% το 2020, χωρίς να μειωθούν έκτοτε παρά την αντιμετώπιση του covid. Τα τελευταία 10 έτη το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ αυξήθηκε από $18 σε $36 τρισ. (σχεδόν 100%) χωρίς αυτό το τεράστιο ποσό των $18 τρισ., να ανατάξει την οικονομία. Επιπλέον, αντιμετωπίζουν ένα τεράστιο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο που ξεπερνά τα $1,2 τρισ. ετησίως, αλλά αφαιρουμένου του πλεονάσματος των $300 δισ. στις υπηρεσίες, περιορίζεται στα $900 δισ.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ λειτουργεί όπως οι επιχειρήσεις ή τα άτομα, αλλά με τη διαφορά ότι μπορεί να τυπώνει χρήμα για να πληρώνει τα έξοδά της ή να επιβάλει φόρους για να αντλήσει έσοδα να πληρώνει τις δαπάνες της. Παρά την εκτύπωση χρήματος ή τη φορολόγηση των πολιτών για να την εξυπηρέτηση του χρέους, ο τελικός στόχος είναι να λειτουργεί σωστά ολόκληρο το σύστημα – όχι μόνο για το κράτος αλλά και για όλους τους πολίτες.
Οι πληρωμές εξυπηρέτησης του χρέους όμως έχουν γίνει ήδη πολύ μεγάλες οπότε οι επενδυτές αρχίζουν να αποφεύγουν την αναχρηματοδότηση και να πουλούν τα αμερικάνικα ομόλογα. Υπάρχει υπερπροσφορά κρατικού χρέους και ανεπαρκή ζήτηση, γεγονός που οδηγεί είτε σε αύξηση επιτοκίων των ομολόγων, με αρνητικές συνέπειες για τις αγορές και την οικονομία ή σε εκτύπωση χρήματος από την κεντρική τράπεζα για να καλύψει τη διαφορά, οδηγώντας σε πληθωρισμό και υποτίμηση του δολαρίου. Η εκτύπωση χρήματος μειώνει τεχνητά τα επιτόκια, πλήττοντας τις αποδόσεις των δανειστών και με τον καιρό, προκαλεί ζημίες και στην ίδια την κεντρική τράπεζα – μέχρι να φτάσει σε αρνητική καθαρή θέση.
Μια κρίση θα μπορούσε να εκδηλωθεί όταν οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση των δανείων στραγγαλίζουν την κανονική λειτουργία της οικονομίας, κάτι το οποίο πλησιάζουν και πρέπει να αποφύγουν οι ΗΠΑ. Το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων σχεδόν αποκλείει κάθε άλλη δαπάνη, τα προσφερόμενα ομόλογα από την κυβέρνηση ξεπερνούν κατά πολύ τη ζήτηση που εκδηλώνεται από την πλευρά των επενδυτών, με αποτέλεσμα απότομη αύξηση των ομολογιακών επιτοκίων. Σε αυτή τη στιγμή η κεντρική τράπεζα έρχεται να καλύψει το χάσμα της ζήτησης με μαζική εκτύπωση χρήματος και αγορές ομολόγων, προκαλώντας κατάρρευση της αξίας του νομίσματος. Το νόμισμα υποτιμάται – ιδιαίτερα έναντι του χρυσού. Οι διάρκειες των εκδόσεων ομολόγων, αρχίζουν και μειώνονται λόγω χαμηλής ζήτησης και τελικά, ίσως να χρειαστεί να επιβληθούν ακραία μέτρα όπως έλεγχοι κεφαλαίων και υποχρεωτικές αγορές χρέους από επενδυτές, σε μια προσπάθεια σταθεροποίησης.
Οι αναλυτές συχνά υποθέτουν ότι οι χώρες με ισχυρά νομίσματα έχουν ανοσία σε τέτοια προβλήματα. Αυτή η ψευδαίσθηση ανοσίας κάνει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους επενδυτές να αγνοούν τον κίνδυνο όταν αυτός εμφανίζεται σε ισχυρές οικονομίες. Επειδή οι κρίσεις αυτές συμβαίνουν αρκετά σπάνια, και σε χρονικό διάστημα πάνω από μία γενιά, συνήθως οι υπάρχουσες ηγεσίες δεν έχουν βιώσει κάτι παρόμοιο, και έτσι αυξάνεται η πιθανότητα να ζουν στην ψευδαίσθηση ότι το ισχυρό νόμισμα δεν θα γνωρίσει κρίση. Έτσι πίστευαν και για την λίρα Αγγλίας πριν καταρρεύσει από αποθεματικό νόμισμα.
Η ελλιπής κατανόηση της δυναμικής του χρέους, ειδικά στις χώρες με αποθεματικό νόμισμα όπως οι ΗΠΑ και η αίσθηση εφησυχασμού, που έχει προκύψει επειδή οι προηγούμενες προειδοποιήσεις δεν επιβεβαιώθηκαν άμεσα, δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι δεν θα έρθει κρίση. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον όπου το πολιτικό σύστημα είναι διχασμένο, οι μακροχρόνιοι θεσμοί χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι αυξάνονται, η πολιτισμική συνοχή φθίνει και υπάρχει ελάχιστη κοινωνική ανοχή. Ένα νόμισμα και το σχετικό του χρέος πρέπει να λειτουργούν ως αξιόπιστα αποθετήρια πλούτου. Όταν παύουν να έχουν αυτό το ρόλο, υποτιμούνται και εγκαταλείπονται από τις αγορές.
Μια κρίση στις ΗΠΑ εξαιτίας του χρέους, θα μπορούσε να έχει συστημικό χαρακτήρα και να επηρεάσει όλες τις χώρες του κόσμου, καθώς θα μπορούσε να αποσταθεροποίησει τις διεθνές αγορές, λόγω του κεντρικού ρόλου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα (το 46% των παγκόσμιων κεφαλαίων διαχειρίζονται από το χρηματαγορές των ΗΠΑ). Η κρίση χρέους της Ιαπωνίας που ανήλθε στο 250% του ΑΕΠ, είχε ως αποτέλεσμα, όσοι διακράτησαν ιαπωνικά ομόλογα από το 2013, να είχαν ζημίες της τάξης του 45% σε σχέση με επενδύσεις σε δολαριακά ομόλογα, και 60% σε σχέση με το χρυσό. Οι μέσοι μισθοί των Ιαπώνων εργαζομένων έχουν μειωθεί κατά 58% σε όρους κοινής νομισματικής βάσης, σε σχέση με τους αντίστοιχους Αμερικανούς.
Είναι ευχή ότι δεν έχει ξεσπάσει κρίση μέχρι τώρα λόγω του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ που φθάνει το 122% του ΑΕΠ, το μεγαλύτερο ποσοστό από το 1945 (118%), αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα έρθει κάποια στιγμή, εάν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα από την τωρινή κυβέρνηση. Μεγάλες πολιτικές αλλαγές, τυχόν πολεμικές συγκρούσεις, γεωπολιτικές κρίσεις ή φυσικές καταστροφές μπορεί να επιταχύνουν την κρίση.
Ο πρόσφατα ψηφισθέν «όμορφος» νόμος των ΗΠΑ θα προσθέσει την επομένη δεκαετία $3,4 τρισ. στο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ, από τα ομοσπονδιακά ελλείμματα από το 2025 έως το 2034, συν τα κόστη τόκων λόγω του επιπρόσθετου χρέους (περίπου $700 δισ.). Το νέο χρέος είναι αρκετά μικρότερο από το χρέος των 18 τρις που προστέθηκε την προηγούμενη δεκαετία. Το μεγαλύτερο μέρος του κόστους του πακέτου οφείλεται στη μόνιμη επέκταση πολλών από τις προσωρινές διατάξεις του νόμου για τις μειώσεις φόρων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας του 2017 (Tax Cuts and Jobs Act - TCJA).
Επιπλέον, ο νέος νόμος περιλαμβάνει νέες εκπτώσεις στον φόρο εισοδήματος για φιλοδωρήματα, αποζημιώσεις υπερωριών, ηλικιωμένους και δάνεια αυτοκινήτων. Συνολικά, ο νέος νόμος θα μειώσει τα ομοσπονδιακά έσοδα κατά 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία. Αυτή η μείωση εσόδων αντισταθμίζεται εν μέρει μέσω αλλαγών στο Medicaid, στο ομοσπονδιακό πρόγραμμα φοιτητικών δανείων και στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής Διατροφικής Βοήθειας (SNAP).
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιδιώκει να επιφέρει ανάπτυξη για να μειώσει το λόγω χρέους προς ΑΕΠ και να αυξήσει τα έσοδα από νέο ΑΕΠ που θα επιφέρει η ανάπτυξη. Για να επιτύχει αναπτύξει μειώνει τους φόρους ώστε οι επιχειρήσεις και πολίτες να έχουν περισσότερα χρήματα να επενδύσουν και να καταναλώσουν. Παράλληλα μειώνει τον ρυθμό αύξησης του δημόσιου δανεισμού σε $3,4 τρισ. στην επομένη δεκαετία από $18 τρισ. που αυξήθηκε στην προηγούμενη δεκαετία. Η μείωση των δαπανών του κράτους εξαιτίας της μείωσης του δανεισμού σε σχέση με το παρελθόν, προσδοκάτε ότι θα αναπληρωθεί από τις αυξημένες επενδυτικές δαπάνες των ιδιωτικών επενδύσεων που συρρέουν από όλο τον κόσμο και από τις εγχώριες επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται στις ΗΠΑ καθώς οι δασμοί κατά 10% και η διολίσθηση του δολαρίου κατά 20% σε βάθος χρόνου, κάνουν τα εισαγόμενα ήδη κατά 30% ακριβότερα, δημιουργώντας εσωτερικές επενδυτικές ευκαιρίες.
Εάν προστεθεί και η αύξηση της παραγωγικότητα από την Τεχνητή Νοημοσύνη και τις άλλες νέες τεχνολογίες θα μπορούσε να αυξηθεί το ΑΕΠ πάνω από 3% για αρκετά χρόνια ώστε η αύξηση του ΑΕΠ να είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του χρέους. Τότε ο νέος «όμορφος» νόμος θα μπορούσε να διευθετήσει «όμορφα» τα δημοσιονομικά προβλήματα των ΗΠΑ και να επηρεάσει «όμορφα» την παγκόσμια οικονομία.
* Ο Ατσαλάκης Γιώργος είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης