Οι αγορές τιμωρούν πολιτική αστάθεια και αδύναμες κυβερνήσεις
Shutterstock
Shutterstock
Το γαλλικό μάθημα

Οι αγορές τιμωρούν πολιτική αστάθεια και αδύναμες κυβερνήσεις

Το πρώτο σοκ από την ανακοίνωση του Γάλλου πρωθυπουργού πως θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από την εθνοσυνέλευση της χώρας στις 8 Σεπτεμβρίου, συνδέοντάς την με το πρόγραμμα αντιμετώπισης του μεγάλου δημόσιου χρέους της χώρας, έχει μάλλον περάσει.

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι επενδυτές και οι αγορές νοιώθουν ήσυχοι. Ο αιφνιδιασμός που τους επιφύλαξε ο Φρανσουά Μπαϊρού απλώς ξανάφερε στο προσκήνιο τον έντονο προβληματισμό για την δυνατότητα της δεύτερης μεγαλύτερης δύναμης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.

Ο προβληματισμός αυτός υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια αλλά έγινε πολύ πιο έντονος μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν πέρυσι με πρωτοβουλία του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν.

Όπως ξέρουμε, το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών δεν έφερε στην εξουσία μία σταθερή κυβέρνηση με ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα αλλά μία κυβέρνηση που στερείται κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανατραπεί, καθώς η παραμονή της στην εξουσία βασίζεται στην καλή θέληση κάποιων αντιπολιτευόμενων κομμάτων.

Καθώς η πρώτη αντίδραση αυτών των κομμάτων στις πρωθυπουργικές ανακοινώσεις ήταν μάλλον αρνητική, και με τις πρώτες δημοσκοπήσεις να δείχνουν πως η πλειοψηφία των Γάλλων πολιτών συμφωνεί με την ιδέα των πρόωρων βουλευτικών εκλογών αλλά επιθυμεί και την παραίτηση του προέδρου Μακρόν και την προκήρυξη πρόωρων προεδρικών εκλογών, η λογική λέει πως η πολιτική κατάσταση δεν πρόκειται να εξομαλυνθεί σύντομα. 

Μετά την αξιόλογη υποχώρηση των μετοχών στο Χρηματιστήριο του Παρισιού και την άνοδο των αποδόσεων των γαλλικών κρατικών ομολόγων που έλαβαν χώρα προχθές Τρίτη, η χθεσινή ημέρα ήταν αρκετά πιο ήσυχη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως οι γαλλικές ανησυχίες των επενδυτών θα φύγουν σύντομα από το προσκήνιο.

Μία ματιά στα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου και στις εκτιμήσεις χρηματιστηριακών και οικονομικών αναλυτών αρκεί για να μας πείσει σχετικά. Σε χθεσινό άρθρο του Bloomberg αναφέρεται πως το νέο επεισόδιο πολιτικής αναταραχής στη χώρα θα βάλει σε κίνδυνο την – αναιμική προς το παρόν - οικονομική ανάπτυξη που έχει καταγραφεί το τελευταίο διάστημα.

Ο Thomas Zlowodzki, στρατηγικός αναλυτής της Oddo BHF, ανέφερε στο διεθνές πρακτορείο πως κάποιες γαλλικές επιχειρήσεις είναι πολύ πιθανόν να αναβάλλουν την λήψη επενδυτικών αποφάσεων και τις νέες προσλήψεις εργαζομένων μέχρι την οριστική ψήφιση του προϋπολογισμού από την Εθνοσυνέλευση.

Δεδομένου πως στην περίπτωση προκήρυξης εκλογών αυτό μπορεί να καθυστερήσει κατά μερικούς μήνες, είναι σαφές πως σε μία τέτοια περίπτωση η οικονομική ανάπτυξη θα υποστεί σοβαρό πλήγμα.

Πιθανό αδυνάτισμα της οικονομίας θα έχει αρνητικό αποτέλεσμα και στα φορολογικά έσοδα της χώρας, κάτι που σίγουρα δεν θα αρέσει στους επενδυτές των αγορών ομολόγων.

Η πορεία των αποδόσεων των γαλλικών κρατικών ομολόγων είναι αυτό που σίγουρα θα μας απασχολήσει έντονα το επόμενο διάστημα. Προχθές Τρίτη, το spread των γαλλικών δεκαετών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα γερμανικά πλησίασε το 0,79% (79 μονάδες βάσης) και χθες άγγιξε τις 80 μονάδες βάσης, ενώ πριν δύο εβδομάδες βρισκόταν στις 65.

Θυμίζουμε πως τον Ιούνιο του 2024, μετά την προκήρυξη των πρόωρων βουλευτικών εκλογών, το συγκεκριμένο spread είχε φτάσει στις 85 μονάδες βάσης, δηλαδή την υψηλότερη τιμή του από το 2012, όταν ήταν σε πλήρη εξέλιξη η μεγάλη κρίση χρέους στην Ευρωζώνη.

Σε σχετικό προχθεσινό άρθρο του Bloomberg, είδαμε τις προβλέψεις δύο επενδυτικών οίκων για την εξέλιξη αυτού του spread στην περίπτωση που η κυβέρνηση δεν θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης.

Ο Guillaume Rigaede, ανώτατο στέλεχος της εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων Carmignac εκτίμησε πως μπορεί να φτάσει και τις 100 μονάδες, ενώ ο Hadrien Camatte και ο Theophile Legrand της τράπεζας Natixis SA βλέπουν αρκετά πιθανές τις 90 μονάδες βάσης.

Στην εξέλιξη των αποδόσεων των γαλλικών ομολόγων και της σχέσης τους με τα γερμανικά θα παίξει ρόλο και η στάση των διεθνών οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, με την Fitch Ratings να έχει προγραμματίσει την έκδοση σχετικής έκθεσης για τις 12 Σεπτεμβρίου, τέσσερις ημέρες μετά την ψηφοφορία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μπαϊρού. 

Η συζήτηση περί αποδόσεων κρατικών ομολόγων και spreads σε σχέση με τα γερμανικά κρατικά ομόλογα φέρνει στη μνήμη μας την μεγάλη περιπέτεια που πέρασε η δική μας χώρα την προηγούμενη δεκαετία και την οποία έχουμε αφήσει εδώ και καιρό πίσω μας.

Αυτό φαίνεται και από το γεγονός πως οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων δεκαετούς διαρκείας είναι αυτή την περίοδο παραπλήσιες αυτών των γαλλικών κρατικών ομολόγων, κάτι που ήταν αδιανόητο για πολλά χρόνια καθώς η Ελλάδα μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία θεωρούνταν οι μεγάλοι ασθενείς της Ευρωζώνης λόγω των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του υψηλού δημοσίου χρέους τους.

Στον πίνακα που παραθέτει σε άρθρο του στο Reuters Breakingviews, ο αρθρογράφος Pierre Briancon, βλέπουμε πως το γαλλικό spread είναι πάνω από το ελληνικό και το ισπανικό και λίγο κάτω από το ιταλικό, κάτι που πρακτικά σημαίνει πως οι διεθνείς επενδυτές έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην πιστοληπτική ικανότητα και στις οικονομικές προοπτικές της Ισπανίας και της Ελλάδας απ’ ότι στης Γαλλίας.

Στους σχετικούς πίνακες του Bloomberg χθες το απόγευμα βλέπαμε πως η απόδοση των δεκαετών γαλλικών ομολόγων ήταν στο 3,53% ενώ των ελληνικών στο 3,41% και των ισπανικών στο 3,33%.

Όπως ξέρουμε πολύ καλά στην χώρα μας, οι επενδυτές των αγορών ομολόγων δεν απαιτούν μεγάλες αποδόσεις όταν έχουν εμπιστοσύνη στην εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική και εκτιμούν πως δεν απειλείται η πολιτική σταθερότητα.

Αυτός είναι ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίον οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν συγκλίνει τα τελευταία χρόνια με αυτές των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης, δηλαδή η πεποίθηση των επενδυτών πως το πολιτικό περιβάλλον είναι σταθερό και η οικονομική πολιτική που έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους θα συνεχίσει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά.

Για να βλέπουμε τις αποδόσεις των ομολόγων μίας χώρας όπως η Γαλλία, με πολλαπλάσιο ΑΕΠ από το ελληνικό, ισχυρή βιομηχανική δραστηριότητα, ενεργειακή αυτονομία και αδιαμφισβήτητη στρατιωτική ισχύ, να βρίσκονται πάνω από αυτές των ελληνικών, δεν υπάρχει άλλη εξήγηση από την προφανή.

Οι αγορές έχουν πειστεί πως η Γαλλία δεν μπορεί εύκολα να αποκτήσει ισχυρή κυβέρνηση που θα μπορέσει να εφαρμόσει για μεγάλο χρονικό διάστημα μία οικονομική πολιτική που θα τιθασεύσει τα ελλείμματα και το χρέος και αυξάνουν τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση. 

Διαβάζοντας το άρθρο του Pierre Briancon στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω, βλέπουμε καθαρά πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας στην περίπτωση της Γαλλίας. Ο τίτλος του είναι ενδεικτικός των εκτιμήσεων του (Γάλλου) αρθρογράφου: «Η Γαλλία μπαίνει σε ένα αναπόφευκτο κραχ σε αργή κίνηση».

Ο Briancon εκτιμά πως η πολιτική κατάσταση είναι τέτοια που δεν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες ανάληψης της εξουσίας από μία ισχυρή κυβέρνηση που θα μπορέσει να εφαρμόσει την ενδεικνυόμενη για την παρούσα περίοδο δημοσιονομική πολιτική. Αυτό θα έχει, κατά την γνώμη του, ως αποτέλεσμα την αδυναμία επίτευξης των στόχων της χώρας για την μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού και έτσι, όπως λέει χαρακτηριστικά: «η κατάβαση της Γαλλίας στην κόλαση του χρέους δεν πρόκειται να τελειώσει σύντομα». 

Έχοντας την εμπειρία των περιπετειών της προηγούμενης δεκαετίας ξέρουμε πολύ καλά πόσο σημαντική είναι η πολιτική σταθερότητα προκειμένου οι διεθνείς αγορές να μην κάνουν «δεύτερες σκέψεις». Είναι βέβαιο πως αυτό είναι γνωστό και σε πάρα πολλούς Γάλλους, όπως φαίνεται όμως μπορεί τελικά και αυτοί να χρειαστούν ένα ακριβό μάθημα.