Η Αργεντινή, η χώρα του τανγκό, στις αρχές το 20 αιώνα ήταν μέσα στις 10 πιο πλούσιες χώρες στο κόσμο, και προσέλκυε μετανάστες από όλη της Ευρώπη, ακόμα και Έλληνες, με πιο γνωστή περίπτωση την έδρα των επιχειρήσεων του Ωνάση. Με ΑΕΠ το 2024 στα 604 δις δολάρια, με εμπορικό πλεόνασμα $19 δις, είναι η χώρα που έχει γνωρίσει 9 χρεοκοπίες από την ανεξαρτησία της το 1816, και έχει δεχθεί το 1/3 των κεφαλαίων στήριξης του ΔΝΤ, ενώ παράλληλα αποτελεί το πιο πρόσφατο επεισόδιο μιας ευρύτερης γεωπολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα.
Ένα πεδίο όπου οικονομικά εργαλεία, νομισματικές παρεμβάσεις και εμπορικοί δεσμοί μετατρέπονται σε μέσα άσκησης επιρροής. Το παράδειγμα της χώρας υπό την κυβέρνηση του Χαβιέ Μιλέι αποκαλύπτει πώς και οι δύο υπερδυνάμεις παίζουν ενεργό ρόλο. Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα ενός μεταρρυθμιστή με αντι-Πεκίνο προφίλ, ενώ η Κίνα ενισχύει την παρουσία της στην περιοχή μέσω χρηματοδοτήσεων και εμπορικών συμφωνιών. Τα πρόσφατα γεγονότα, όπως η άμεση αγορά πέσο από τις ΗΠΑ και η σύναψη συμφωνίας ανταλλαγής 20 δις δολαρίων, αποτυπώνουν ξεκάθαρα αυτή τη σύγκρουση.
Ο Μιλέι ανήλθε στην εξουσία με ριζοσπαστικές οικονομικές υποσχέσεις, παρουσιάζοντας ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, περιορισμού του πληθωρισμού και δημοσιονομικής πειθαρχίας. Κατάφερε την μείωση του πληθωρισμού από 200% στο 2%, μείωση του δημοσίου ελλείματος από 5% του ΑΕΠ στο μηδέν, αύξηση της προσφοράς των κλειστών κατοικιών προς ενοικίαση κατά 180%. Μείωσε τους εισαγωγικούς δασμούς και κατάργησε τους εξαγωγικούς φόρους επί των εξαγωγών της Αργεντινής.
Όμως η εμμονή του στη διατήρηση ισχυρής ισοτιμίας του πέσο με το δολάριο, δημιούργησε ευπάθειες καθώς ενθάρρυνε τις εισαγωγές, αποθάρρυνε τις εξαγωγές, παρότρυνε τους Αργεντινούς να κάνουν αγορές στο εξωτερικό λόγω της αύξησης της αγοραστικής δύναμης του πέσο με αποτέλεσμα να εξαντληθούν τα συναλλαγματικά αποθέματα της Αργεντινής και τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια να ανέλθουν στο 87%. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αργεντινή χρειάζεται εξωτερική χρηματοδοτική υποστήριξη για να αποφύγει μια σοβαρή νομισματική κρίση (σημαντική υποτίμηση του νομίσματος). Και εδώ εισέρχονται οι ΗΠΑ και η Κίνα, με διαφορετικά κίνητρα και εργαλεία.
Οι ΗΠΑ, υπό την καθοδήγηση του υπουργού Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, επέλεξαν δημόσια και ενεργή εμπλοκή: το Ταμείο Σταθεροποίησης Χρηματιστηρίου αγόρασε άμεσα πέσο και συμφώνησε σε ανταλλαγή νομίσματος 20 δις δολαρίων με την Κεντρική Τράπεζα της Αργεντινής. Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε ασυνήθιστη για τα αμερικανικά δεδομένα, αλλά αντανακλά βαθύτερες γεωπολιτικές ανησυχίες: οι ΗΠΑ βλέπουν την Αργεντινή ως κρίσιμο έδαφος όπου η Κίνα αυξάνει την επιρροή της (με swap ύψους 18 δισ. δολαρίων και ενισχυμένους εμπορικούς δεσμούς). Σε πρώτο επίπεδο, οι ΗΠΑ επιχειρούν να αγοράσουν χρόνο για τις μεταρρυθμίσεις του Μιλέι και σε δεύτερο, να ανακόψουν την αυξανόμενη επιρροή του Πεκίνου.
Από την πλευρά της, η Κίνα ακολουθεί μια μακροπρόθεσμη και πολυδιάστατη στρατηγική, παρέχοντας χρηματοδοτήσεις, επενδύσεις σε υποδομές, διευκολύνσεις εμπορίου και ανταλλαγές νομισμάτων. Μέσω διμερών συμφωνιών που συχνά συνοδεύονται από δάνεια, επενδυτικά πακέτα και πρόσβαση σε αγορές, επιχειρεί να διευρύνει τις αλυσίδες αξίας που ελέγχει και να διασφαλίσει προνομιακές εμπορικές ροές. Ειδικά στην περίπτωση της Αργεντινής, έχει ήδη προσφέρει χρηματοδοτικές γραμμές και εμπορικά κίνητρα, ενισχύοντας τις ροές αγαθών απαραίτητων για τη βιομηχανική της βάση. Η σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας στην Αργεντινή παίρνει τέσσερις κύριες μορφές:
- Νομισματική και χρηματοπιστωτική μοχλευση. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν το εργαλείο του δολαρίου και των swap lines για να στηρίξουν το πέσο και να αποτρέψουν την κατάρρευση. Τέτοιες άμεσες αγορές και γραμμές ρευστότητας δίνουν χρόνο αλλά και εκθέτουν τις ΗΠΑ σε πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό (με ερωτήματα για το αν οι αμερικανικοί φορολογούμενοι πρέπει να στηρίζουν ξένους ηγέτες). Η Κίνα αντιπαρέρχεται με δικές της γραμμές ρευστότητας και επενδύσεις, δημιουργώντας ανταγωνιστική προσφορά κεφαλαίου στην περιοχή.
- Εμπορική μοχλευση και αγροτικοί δεσμοί. Η εξάρτηση της Κίνας από εισαγωγές γεωργικών προϊόντων (π.χ. σόγια) σημαίνει ότι αλλαγές στην κινεζική ζήτηση πλήττουν άμεσα παραγωγούς της αργεντινής αλλά και των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ απαντούν ανοίγοντας εναλλακτικές αγορές για τους αγρότες και επιδιώκουν να «επιστρέψουν» εμπορικά οφέλη στην Αργεντινή (π.χ. πίεση για αλλαγές σε εξαγωγικούς φόρους) που όμως μπορεί να συγκρούονται με την ιδεολογική ατζέντα των μεταρρυθμίσεων του Μιλέι.
- Πολιτική και ιδεολογική επιρροή. Η υποστήριξη ενός φιλελεύθερου μεταρρυθμιστή όπως ο Μιλέι, υπηρετεί αμερικανικά συμφέροντα πέραν της οικονομίας, καθώς σηματοδοτεί υποστήριξη σε ένα μοντέλο των αγορών και απομάκρυνσης από κινεζικές εξαρτήσεις. Η Κίνα, αντιθέτως, προτιμά να επεκτείνει την παρουσία της ανεξάρτητα από ιδεολογίες, προσφέροντας πρακτικές διευκολύνσεις και κεφάλαια. Αυτή η αντιπαράθεση επηρεάζει τις εγχώριες πολιτικές ισορροπίες στην αργεντινή, ειδικά ενόψει εκλογών.
- Συμπεριφορές και ρεαλιστικοί περιορισμοί. Η Αργεντινή δεν είναι απλά ένα πεδίο αντιπαράθεσης. Έχει δικά της οικονομικά όρια, πολιτικούς περιορισμούς και ιστορικό ευπάθειας οικονομικών κρίσεων. Οι παρεμβάσεις εξωτερικών δυνάμεων μπορούν να βοηθήσουν βραχυπρόθεσμα, αλλά μακροπρόθεσμα απαιτείται εσωτερική προσαρμογή (ευέλικτη συναλλαγματική πολιτική, επαναφορά ανταγωνιστικότητας), κάτι που συχνά συγκρούεται με πολιτικές επιταγές και εκλογικές πιέσεις.
Βραχυπρόθεσμα, η παρέμβαση των ΗΠΑ ίσως αποτρέψει την κατάρρευση, αλλά δεν επιλύει τη θεμελιώδη ανισορροπία, όπου εάν το πέσο είναι υπερτιμημένο δεν μπορεί να διατηρηθεί με τεχνητή στήριξη, όπως διδάσκει η κρίση του 1988 με το τότε υπερτιμημένο πέσο. Μακροπρόθεσμα, εάν αποτύχει το πρόγραμμα Μιλέι παρά την αμερικανική υποστήριξη, η αξιοπιστία των ΗΠΑ θα πληγεί διπλά, τόσο οικονομικά, όσο και γεωπολιτικά. Αντίθετα, αν η χρηματοδοτική στήριξη συνδυαστεί με διαρθρωτικούς όρους, οι ΗΠΑ μπορούν να επιτύχουν σταθεροποίηση και περιορισμό της κινεζικής επιρροής. Η Αργεντινή βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμες επιλογές:
- Είτε αποδέχεται όρους που περιορίζουν την εξάρτηση από την Κίνα (π.χ. μεταρρύθμιση εξαγωγικών πολιτικών),
- Είτε ενισχύει τους δεσμούς με την Κίνα, διακινδυνεύοντας ρήξη με τις ΗΠΑ.
Η αντιπαράθεση ΗΠΑ - Κίνας στην Αργεντινή δεν αφορά μόνο οικονομικούς πόρους αλλά και τη μάχη για νομισματική ισχύ, εμπορική επιρροή και πολιτική νομιμοποίηση. Η Αργεντινή, λόγω της στρατηγικής της θέσης και της ευπάθειάς της, λειτουργεί ως κρίσιμο πεδίο ανταγωνισμού. Το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τις εξωτερικές κινήσεις αλλά και από το κατά πόσο η ίδια η χώρα και οι πολιτικές της δυνάμεις, έχουν τη βούληση να εφαρμόσουν δύσκολες αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Μόνο τότε θα πάψει να αποτελεί πεδίο σύγκρουσης και θα αναδειχθεί σε ενεργό παίκτη της δικής της μοίρας.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης, είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων