Γιατί οι δασμοί Τραμπ δεν φοβίζουν τον κινεζικό δράκο
Shutterstock
Shutterstock

Γιατί οι δασμοί Τραμπ δεν φοβίζουν τον κινεζικό δράκο

Τα δημοσιευθέντα στοιχεία του Νοεμβρίου 2025 σχετικά με το εμπόριο της Κίνας, έδειξαν ότι η κινεζική οικονομία βγαίνει σχεδόν αλώβητη από τον γενικευμένο εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Με το εμπορικό πλεόνασμα από την αρχή του έτους να ξεπερνά το $1 τρισεκατομμύριο. Το μέγεθος αυτό, δεν αποτελεί απλά μια πρωτιά για την Κίνα. Αποτελεί ένα παγκόσμιο-ιστορικό ρεκόρ. 

Είναι προφανές, ότι το Πεκίνο αντικατέστησε τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, με εξαγωγές προς άλλους εμπορικούς εταίρους. Η πτώση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου, έφτασε στο -29%. Και είναι ο όγδοος συνεχόμενος μήνας διψήφιας ποσοστιαίας συρρίκνωσης, λόγω των δασμών. Οι δασμοί έχουν υποχωρήσει βέβαια από το 145%, στο οποίο είχαν εκτοξευθεί, στο σημερινό μέσο όρο της τάξης του 47%, αλλά παραμένουν υψηλοί.

Οι κινεζικές εξαγωγές ανακατευθύνονται πλέον προς άλλες αγορές. Με τα στοιχεία να παρουσιάζουν άνοδο των εξαγωγών προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά +15%, προς την Αυστραλία κατά +36%, προς τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας κατά +8%. Με αποτέλεσμα να μην κινδυνεύει ο στόχος ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας κατά +5% μέσα στο 2025.

Οι αλλαγές είναι ραγδαίες. Πριν από μία δεκαετία, οι ΗΠΑ απορροφούσαν περίπου το 25% των εξαγωγών της Κίνας. Σήμερα, το ποσοστό αυτό βρίσκεται πιο κοντά στο 10%. Βλέπουμε ότι η εξάρτηση της Κίνας από τις ΗΠΑ, μειώνεται. Και μειώνεται με ταχείς ρυθμούς. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι το Πεκίνο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών σχεδίαζε ένα μακροχρόνιο πλάνο. Κτίζοντας πιο άμεσες εμπορικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Και τώρα αυτές οι σχέσεις αποδεικνύονται αρκετά ισχυρές για να αντισταθμίσουν τις απώλειες που προκύπτουν από την απότομη επιβολή υψηλών δασμών. Άλλωστε το Πεκίνο είχε δει τους δασμούς να υπεισέρχονται στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ήδη από την πρώτη θητεία Τραμπ, αλλά και την προεδρία Μπάιντεν. 

Αυτή η διαφοροποίηση αμβλύνει σε σημαντικό βαθμό τις πιέσεις της Ουάσινγκτον προς το Πεκίνο. Η πρόσβαση στην τεράστια αμερικανική καταναλωτική αγορά αποτελούσε παραδοσιακά, το σημείο πίεσης και τριβής σε κάθε εμπορική διαμάχη ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα. Αλλά τώρα όπως φαίνεται η Κίνα μπορεί να αντικαταστήσει το ενδεχόμενο μιας απότομης κατάρρευσης της ζήτησης από τις ΗΠΑ, με διψήφια ποσοστά αύξησης των εξαγωγών προς άλλους προορισμούς. Από την Ευρώπη μέχρι την Αυστραλία και από την Αφρική μέχρι τη Λατινική Αμερική, με το «κτύπημα» των δασμών να χάνει την ισχύ του. 

Οι αλυσίδες εφοδιασμού μπορεί να είναι αργές στην προσαρμογή και στην αλλαγή, στα νέα δεδομένα. Ωστόσο, μόλις ανακατευθυνθούν και προσαρμοστούν, αρχίζουν να εδραιώνονται και να αποδίδουν. Και έτσι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πιο κατανεμημένο και ισορροπημένο σύστημα, χωρίς τις ΗΠΑ ως κέντρο αναφοράς ή ως τελικό σημείο προορισμού. Με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να γίνονται λιγότερο σημαντικές στο παγκόσμιο εμπόριο και λιγότερο ισχυρές στην παγκόσμια οικονομία. Και παράλληλα να αναδεικνύεται ο ολοένα και πιο αναβαθμισμένος ρόλος της Κίνας. 

Παρόλο που ένα τόσο μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα δείχνει την εξαγωγική κυριαρχία της Κίνας και την ισχύ της βιομηχανικής παραγωγής της, δεν είναι όλα ευοίωνα στην κινεζική οικονομία. Έτσι, ενώ τα εμπορικά πλεονάσματα τείνουν να σηματοδοτούν μια παγκόσμια πρωτοπορία, αντικατοπτρίζουν ταυτόχρονα την αδύναμη και μειούμενη ζήτηση στην εσωτερική αγορά της Κίνας. Και είναι αλήθεια ότι, τους τελευταίους μήνες, οι αναλυτές έχουν εστιάσει την προσοχή τους, σε μια πιθανή οικονομική αναταραχή στην Κίνα. Μετά την κρίση της οικιστικής ανάπτυξης, η κινέζικη οικονομία ζει σε ένα καθεστώς υποχώρησης της κατανάλωσης. Με τις τράπεζες να διοχετεύουν στην αγορά και στους καταναλωτές πάσης φύσεως δάνεια, ώστε να αναζωπυρωθεί η ζήτηση.

Μετά από αυτήν την παρένθεση για την εγχώρια αγορά της Κίνας, ας εστιάσουμε εκ νέου στο γιγαντιαίο εμπορικό της πλεόνασμα. Το οποίο προκαλεί ποικίλες εντάσεις. Ήδη οι Ευρωπαίοι δια στόματος Μακρόν προειδοποιούν και αυτοί με τη σειρά τους, ότι θα επιβάλλουν δασμούς σε περίπτωση που δεν μειωθεί το κινεζικό πλεόνασμα. Το οποίο βέβαια έχει γιγαντωθεί από την άφρονα επιδοματική πολιτική της ΕΕ όσον αφορά στην ηλεκτροκίνηση. Που έχει ως αποτέλεσμα οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι να επιδοτούν την είσοδο των κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων στις ευρωπαϊκές αγορές. Με τον ίδιο τρόπο η Ευρώπη περνούσε στην πράσινη ανάπτυξη, επιλέγοντας και επιδοτώντας τεχνολογικές λύσεις, που στην πλειοψηφία τους βασίζονταν σε μηχανήματα και εξαρτήματα «Made in China». 

Οπότε δεν θα πρέπει να αποκλείεται το σενάριο του ξεσπάσματος ενός ήπιου – στην αρχή – εμπορικού πολέμου ανάμεσα στην ΕΕ και την Κίνα. Ειδικά τώρα που αρχίζει να λαμβάνει σάρκα και οστά, ο νέος εμπορικός και ενεργειακός διάδρομος που ξεκινά από την Ινδία, περνάει από τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ και καταλήγει στην Ευρώπη. Και ειδικά τώρα που ο Λευκός Οίκος επιδιώκει να ξαναπεράσουν στη ζώνη της επιρροής του, κομβικές ευρωπαϊκές υποδομές.

Το ενδιαφέρον είναι ότι πέρα από τα κλασσικά «φθηνά» προϊόντα, με τα οποία οι Κινέζοι έχουν κατακλείσει τις αγορές της Δύσης, η Κίνα πλέον εξάγει τεχνολογικά προϊόντα, ρομπότ, μπαταρίες, σπάνιες γαίες, βιομηχανικές πρώτες ύλες και άλλα. Προϊόντα από τομείς που προσφέρουν υψηλότερα περιθώρια κερδοφορίας στις κινεζικές βιομηχανίες, οι οποίες διαθέτουν πλέον την απαιτούμενη δυναμική ώστε να ανταποκριθούν στην αναμενόμενη τεράστια αύξηση της ζήτησης μέσα στην επόμενη δεκαετία. Οπότε η μακροχρόνια στρατηγική της Κίνας φαίνεται ξεκάθαρη.

Αν η Κίνα μπορεί να παράγει εμπορικό πλεόνασμα ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, ακόμα και εν μέσω εμπορικών πολέμων, υψηλών δασμών και μιας εκτεταμένης επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης, πόση δύναμη πρέπει έχει ακόμα οποιαδήποτε άλλη χώρα για να αλλάξει την ανοδική τροχιά της Κίνας;