Είναι αργά για να μπει κανείς στο ελληνικό Χρηματιστήριο;

Είναι αργά για να μπει κανείς στο ελληνικό Χρηματιστήριο;

Ακριβώς τέσσερις μήνες πριν και με τον Γενικό Δείκτη  κάτω από τις 700 μονάδες, είχαμε αναφερθεί στη μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση  σε παγκόσμιο επίπεδο για την έλευση των εμβολίων προς τα τέλη του έτους. 

Η χώρα για πολλά χρόνια από το ξεκίνημα της μνημονιακής περιόδου με τις εσωτερικές πολιτικές αναταράξεις, το ασταθές πολιτικό σύστημα και τις παλινωδίες σε σχέση με την «ιδιοκτησία»  και υλοποίηση των προγραμμάτων, δυσφήμισε το brand name της. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το ισχνό έως ανύπαρκτο ενδιαφέρον των μεγάλων ξένων επενδυτών για τη χώρα, που το προϊόν της ήταν γεμάτο από πολιτική αβεβαιότητα και  διαχρονική πολυνομία σε σχέση με το φορολογικό της  πλαίσιο.

Από τις αρχές Νοεμβρίου που ο οίκος Moody’s, έδειξε να εμπιστεύεται και να επιμένει στο επενδυτικό  και μεταρρυθμιστικό story της Ελλάδας, κυρίως λόγω της σημαντικής ρευστότητας που θα διοχετευτεί στην ελληνική οικονομία την επόμενη τριετία, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.

Το χρηματιστήριο βρίσκεται 250  μονάδες υψηλότερα με τον Γενικό Δείκτη να καταγράφει άνοδο περί το 43% και τον Δείκτη Τραπεζών να βρίσκεται 120% υψηλότερα από τις αρχές  Νοεμβρίου.

Τα εύλογα ερωτήματα των επενδυτών όσον αφορά την είσοδο ξένων επενδυτών, την ομαλοποίηση του επενδυτικού κλίματος, την εξέλιξη της πανδημικής κρίσης εξακολουθούν να υπάρχουν. Και προστίθενται και άλλα:

Μετά την ανοδική αυτή εκτόνωση μήπως είναι αργά για την είσοδο στην αγορά;  Πρέπει να αρθούν οι εύλογες αμφιβολίες δεδομένου ότι και οι διεθνείς αγορές εξακολουθούν να βρίσκονται κοντά στα ιστορικά τους υψηλά;  Είναι συγκριτικά φθηνή η ελληνική αγορά και θα τύχει θετικής αυτονόμησης εάν και εφόσον οι διεθνείς αγορές εισέλθουν σε διαδικασία αποθέρμανσης;

Ανατρέχοντας στο σημαντικότερο επίκαιρο γεγονός την εβδομάδα που διανύουμε και αφορά την έκδοση του 30 ετούς ομολόγου εκ μέρους της Ελλάδας για πρώτη φορά μετά το 2008, υιοθετούμε  την αναφορά του Bloomberg : «Η  Ευρώπη βρίσκεται σε μια δύσκολη καμπή εν μέσω αυτής της πανδημίας, αλλά από πλευράς αγορών υπάρχουν κάποια θραύσματα φωτός που σπάνε το σκοτάδι». 

Πράγματι, τίποτα δε μαρτυρά την πλήρη πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές όσο η έκδοση ενός ομολόγου μακράς διάρκειας. Υποβοηθούμενη από το γεγονός ότι η Ελλάδα πλέον έχει πρόσβαση στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ η ρευστότητα αυξήθηκε και η ζήτηση ήταν μεγάλη. Η  ΕΚΤ θα μπορούσε να καταλήξει να αγοράσει το μισό 30ετές, στη δευτερογενή αγορά. 

Γεγονός λιγότερο σημαντικό, αλλά ιδιαίτερης σημειολογικής σημασίας, είναι και η ολοκλήρωση νέας πρόωρης αποπληρωμής τμήματος των υφιστάμενων δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Έτσι, η χώρα προεξόφλησε ήδη τα 6 από τα 8 δισ. ευρώ του δανεισμού του ΔΝΤ μέχρι το καλοκαίρι του 2019, ενισχύοντας περαιτέρω η αξιοπιστία της χώρας έναντι εταίρων, θεσμών, αγορών και επενδυτών, βελτιώνοντας και τους δείκτες βιωσιμότητας του Ελληνικού χρέους.

Ειδικότερα για τις εισηγμένες, η επιτυχημένη έκδοση του «πράσινου ομολόγου» της ΔΕΗ με σημαντική υπερκάλυψη, η έκδοση του ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης 500 εκατ. ευρώ της Αlpha Bank και η τρέχουσα έκδοση ύψους 200 εκατ. ευρώ της Μοtor Oil καταδεικνύει την επενδυτική κινητικότητα και το ενδιαφέρον των επενδυτών, αλλά και την ποιότητα των ξένων χαρτοφυλακίων που «κοιτούν» προς την Ελλάδα. 

Έχοντας ξεκινήσει εδώ και αρκετό καιρό τα επιχειρηματικά deals στον χώρο της υγείας των ξενοδοχειακών μονάδων, αλλά και των τροφίμων  με πρωταγωνιστή την CVC Capital Partners, το κρεσέντο συνεχίζεται και στις εισηγμένες των κατασκευών και της πληροφορικής, δεδομένων των μετοχικών ανακατατάξεων στη ΓΕΚΤΕΡΝΑ και στον ΕΛΛΑΚΤΩΡΑ.

Οι κινήσεις αυτές παρά την περιορισμένη ορατότητα, απηχούν την πεποίθηση πως τα χειρότερα έχουν περάσει, προετοιμάζοντας και ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον όσο προχωρεί ο εμβολιασμός και πλησιάζει η τουριστική περίοδος. Επομένως, αναμένοντας τα πρώτα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης οι κλάδοι αυτοί, παίρνουν θέση για την επόμενη ημέρα συμπαρασύροντας ενδεχομένως και άλλους παρεμφερείς αναπτυσσόμενους κλάδους, προκειμένου να αποτελέσουν τους υποδοχείς των επόμενων projects.

Οι μετοχές της πληροφορικής έχουν ήδη αλλάξει επίπεδο το τελευταίο διάστημα ξεπερνώντας το πανδημικό σοκ, η ΓΕΚΤΕΡΝΑ βρίσκεται σε υψηλά 13 ετών, αλλά οι αναλυτές εκτιμώντας συνολικά την εικόνα του Ελληνικού χρηματιστηρίου σημειώνουν ότι  η εγχώρια αγορά διαπραγματεύεται με δείκτη P/E για το 2021 στο 10,5x, αρκετά χαμηλότερα σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές αγορές (16,6χ) αλλά και από το μέσο όρο των αναδυόμενων αγορών της περιοχής EMEA (11,1χ), προσφέροντας παράλληλα , σχετικά υψηλή μερισματική απόδοση, 4,4% το 2021.

Τα funds που τοποθετούνται στις αναδυόμενες αγορές έχουν ακόμα σχετικά «ουδέτερη» θέση στην Ελλάδα, αλλά εφόσον αναπτυχθεί ένα θετικό στόρι το περιθώριο σε επίπεδο ρευστότητας είναι πολύ μεγάλο, όπως γνωρίζει  κάθε ενασχολούμενος με τις αγορές.

Mεγάλες επιχειρήσεις όπως η JUMBO που ήδη έχει προχωρήσει σε διάθεση μετοχών μέσω placement και μια ανάλογη πιθανολογούμενη κίνηση εκ μέρους της ΕΛΒΑΧΑΛΚΟΡ δίνουν το στίγμα για «διεθνοποίηση» των μετοχών τους. Στον τραπεζικό κλάδο η αναπτυξιακή ανακεφαλαιοποίηση του προγράμματος Sunrise από την Τράπεζα Πειραιώς, επιβεβαιώνει την επιτάχυνση των εξελίξεων και στον πολύπαθο αυτό κλάδο, εν αναμονή και του νόμου για τον «Ηρακλή 2».

Εν κατακλείδι, η αγορά ναι μεν έχει ξεκινήσει να τροχοδρομεί προς υψηλότερα επίπεδα και οι αμφιβολίες των επενδυτών είναι θεμιτές. Θα μπορούσαν πάντως να κοιτάξουν την πορεία της ΔΕΗ το τελευταίο δωδεκάμηνο, ως ένα παράδειγμα αποτύπωσης ενός επιτυχημένου επενδυτικού στόρι. Και να ψάξουν –γιατί υπάρχουν- και άλλες κρυμμένες υπεραξίες. Με την υπενθύμιση ότι η πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας στο επίπεδο της επενδυτικής βαθμίδας είναι ακόμα μπροστά.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.