Η γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση είναι συχνή πάθηση στον δυτικό κόσμο και δημιουργείται όταν το περιεχόμενο του στομαχιού επιστρέφει προς τον οισοφάγο ο οποίος βρίσκεται στον θώρακα. Δηλαδή, υγρά ή ακόμη και φαγητό που βρίσκονται μες στο στομάχι ανεβαίνουν προς τα επάνω, ενώ το φυσιολογικό θα ήταν να κατηφορίσουν προς το λεπτό έντερο.
Στην ένωση του οισοφάγου με το στομάχι υπάρχει μία ανατομική βαλβίδα που κανονικά εμποδίζει την επιστροφή του περιεχόμενου του στομάχου πίσω στον οισοφάγο. Η παλινδρόμηση συμβαίνει όταν αυτή η βαλβίδα δε λειτουργεί καλά.
Παλινδρόμηση έχουμε όμως και στην περίπτωση της διαφραγματοκήλης, κατά την οποία το στομάχι έχει γλιστρήσει ψηλά προς το θώρακα, ενώ η φυσιολογική του θέση είναι μέσα στην κοιλιά. Κατά τη διαφραγματοκήλη, μαζί με το στομάχι ανεβαίνει στο θώρακα και η βαλβίδα η οποία σαφώς δεν λειτουργεί και το περισσότερο μέρος των τροφών παραμένει εντός του θώρακα.
Παλινδρόμηση ή Διαφραγματοκήλη;
«Η παλινδρόμηση και η διαφραγματοκήλη έχουν παρόμοια συμπτώματα. Το πιο συχνό είναι πόνος ή κάψιμο στο θώρακα γιατί τα υγρά που παλινδρομούν προς τα άνω είναι ερεθιστικά», εξηγεί ο κ. Αριστοτέλης Κεχαγιάς MD PHD FACS, Γενικός Χειρουργός, Χειρουργός Ενδοκρινών Αδένων, με εξειδίκευση στην Προηγμένη Λαπαροσκοπική Χειρουργική, Διευθυντής της Θ’ Χειρουργικής Κλινικής του Metropolitan General.
«Πολλοί ασθενείς έχουν τη δυσάρεστη αίσθηση των υγρών ή της τροφής να ανεβαίνουν προς τα πάνω, η δε επιστροφή των υγρών προξενεί δυσκολία στην ανάσα, λαχάνιασμα, ταχυκαρδία, βραχνή φωνή και δυσοσμία.
Επίσης, σε μεγάλες διαφραγματοκήλες ο ασθενής αισθάνεται το φαγητό να “κολλάει” στο ύψος του θώρακα, πολύ απλά, γιατί το στομάχι έχει μετατοπιστεί εκεί. Μερικές φορές συνυπάρχει και αναιμία με χαμηλό αιματοκρίτη. Σε μακροπρόθεσμο διάστημα η χρόνια παλινδρόμηση του καυστικού υγρού προξενεί φλεγμονή στον οισοφάγο -ονομάζεται οισοφαγίτιδα και οισοφάγος Barret-, παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του οισοφάγου» επισημαίνει.
Διάγνωση και Αντιμετώπιση
Η διάγνωση γίνεται κλινικά λόγω των συμπτωμάτων του ασθενούς και με τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού. «Χρειάζεται γαστροσκόπηση για να διερευνήσουμε εάν ο οισοφάγος έχει φλεγμονή ή όχι. Σε περιπτώσεις που υποψιαζόμαστε μεγάλη
διαφραγματοκήλη καλό είναι να λαμβάνεται μια αξονική θώρακα. Σε κάποιες περιπτώσεις με αμφίσημα συμπτώματα χρειάζονται εξειδικευμένες εξετάσεις του οισοφάγου, όπως η μανομετρία και η ph-μετρία.
Στα πρώτα στάδια η παλινδρόμηση μπορεί να είναι ήπια και περιστασιακή, αλλά εν γένει χειροτερεύει με το πέρασμα του χρόνου, όπως και η διαφραγματοκήλη και καμμιά δεν θεραπεύεται από μόνη της.
Σε ήπια παλινδρόμηση ο ασθενής πρέπει να κάνει τροποποιήσεις στην καθημερινότητα όπως προσεκτική διατροφή, απώλεια βάρους, και λήψη αντιόξινων ή φαρμάκων που μειώνουν την οξύτητα του στομάχου» συστήνει ο ειδικός.
Πότε η αντιμετώπιση είναι χειρουργική;
«Η επέμβαση είναι απαραίτητη όταν τα συμπτώματα της παλινδρόμησης δεν μπορούν να ελεγχθούν με φάρμακα ή όταν η γαστροσκόπηση δείξει οισοφαγίτιδα ή οισοφάγο Barret, ώστε να προλάβουμε τον καρκίνο του οισοφάγου. Στη διαφραγματοκήλη επεμβαίνουμε όταν τα συμπτώματα χειροτερεύουν παρά τα φάρμακα, όταν αυτή είναι μεγάλη ή όταν παρουσιάζει σταδιακή αύξηση διαστάσεων», εξηγεί.
«Η παλινδρόμηση και η διαφραγματοκήλη διορθώνονται με ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους, δηλαδή λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά. Πρόκειται για την επέμβαση θολοπλαστικής κατά Nissen κατά την οποία επαναφέρεται το στομάχι πίσω στη φυσιολογική του θέση που είναι στην κοιλιά και δημιουργείται μία νέα βαλβίδα περιστρέφοντας το θόλο του στομάχου γύρω από τον κατώτερο οισοφάγο. Σε Βόρειο-Ευρωπαϊκές χώρες οι επεμβάσεις αυτές πραγματοποιούνται από χειρουργούς με ξεχωριστό τίτλο ειδικότητας, αυτόν του Χειρουργού Πεπτικού Συστήματος. Στο δικό μας κέντρο, επιλέγεται ο τύπος της εύκαμπτης θολοπλαστικής ώστε να εξαλειφθεί ο κίνδυνος δυσφαγίας.
Η ελάχιστα επεμβατική θολοπλαστική έχει άμεση αποκατάσταση. Δηλαδή ο ασθενής μπορεί να φάει και να σηκωθεί λίγο μετά την επέμβαση και σε 24 ώρες επιστρέφει σπίτι χωρίς ιδιαίτερα παυσίπονα. Σε λίγες ημέρες μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του. Συστήνουμε στους ασθενείς μας μία πιο ελαφρά διατροφή για 2 εβδομάδες και αποφυγή έντονης σωματικής άσκησης για 3 μήνες», καταλήγει ο κ. Κεχαγιάς.