To γεωπολιτικό ρίσκο κατεβάζει τον πήχη στον S&P 500
Shutterstock
Shutterstock
Wall Street

To γεωπολιτικό ρίσκο κατεβάζει τον πήχη στον S&P 500

Παύση στις αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed, ράλι με οδηγό τα κέρδη των επιχειρήσεων, εποχιακοί ούριοι άνεμοι. Πολλοί από τους λόγους που γύρισαν τους strategist των επενδυτικών οίκων σε «ταύρους», καθώς πλησιάζει το τέλος της χρονιάς, τώρα αναθεωρούνται.

Η κλιμάκωση της σύρραξης του Ισραήλ με τη Χαμάς σε συνδυασμό με τη μείωση της όρεξης για ρίσκο πίεσαν τον δείκτη S&P 500 της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς, οδηγώντας τον σε περιοχή διόρθωσης. Μερικοί από τους αισιόδοξους γκουρού των αγορών μετριάζουν τώρα τις εκτιμήσεις τους για το τι θα φέρει το τέλος της φετινής χρονιάς.

Στον οίκο Oppenheimer o strategist John Stoltzfus, γνωστός «ταύρος» στη Wall Street, χαμηλώνει τον στόχο του για τον δείκτη αναφοράς στο τέλος του 2023 στις 4.400 μονάδες από 4.900 μονάδες πριν, παραμένοντας, ωστόσο, θετικός για τις μετοχές. 

Εκτιμά ότι δεν υπάρχει αρκετός χρόνος μέχρι το τέλος της χρονιάς για να πιάσει ο S&P 500 τον προηγούμενο του στόχο των 4.900 μονάδων, καθώς οι ανησυχίες για τα επιτόκια και το γεωπολιτικό ρίσκο βαραίνουν το κλίμα στην αγορά μετοχών.

Στον οίκο Yardeni, εκτιμούν ότι είναι μάλλον απίθανο για τον δείκτη S&P 500 να ανακτήσει την πτώση του 10% από την κορυφή του Ιουλίου πριν το κλείσιμο της χρονιάς. Και εδώ πρόκειται για πιο συγκρατημένη πρόβλεψη από την εκτίμηση του οίκου τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο για μεγάλη ανάκαμψη της χρηματιστηριακής αγοράς.

«Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι ένα Χριστουγεννιάτικο ράλι είναι δυνατό, αλλά είναι πιο εύκολο να δούμε πτώση αντί για άνοδο στο χρηματιστήριο δεδομένων των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και της νευρικότητας στην αγορά ομολόγων,» αναφέρει έκθεση του οίκου Yardeni.

Από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο πολλοί αναλυτές είχαν αναθεωρήσει υψηλότερα τις εκτιμήσεις τους για την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά μετά την αποτυχία τους να προβλέψουν τη μεγάλη κούρσα στο πρώτο εξάμηνο. Οι strategist στις επενδυτικές τράπεζες Bank of America, Goldman Sachs και Citigroup ήταν μεταξύ αυτών που είχαν ανεβάσει τους στόχους.

Όμως, εκεί που άρχισαν να γυρίζουν θετικοί για την πορεία της Wall Street, η άνοδος της αγοράς εμφάνισε κόπωση. Οι ελπίδες ότι θα υπάρξουν πυρετώδεις αγορές ακούγονται σήμερα υπερβολικές καθώς οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και οι ανησυχίες για τα επιτόκια επισκιάζουν τα καλά αποτελέσματα κερδοφορίας των εισηγμένων επιχειρήσεων.

Από την άλλη, οι strategist στο στρατόπεδο των «αρκούδων» όπως ο Mike Wilson της Morgan Stanley και ο Marko Kolanovic της JP Morgan νιώθουν τώρα δικαιωμένοι, αφού η απαισιοδοξία τους για την αγορά άργησε να εκδηλωθεί στο ταμπλό. 

Ο Wilson εκτιμά ότι οι πιθανότητες για ένα ράλι της αγοράς το τέταρτο τρίμηνο έχουν μειωθεί σημαντικά.

«Το περιορισμένο εύρος, οι αναθεωρήσεις προς τα κάτω για την κερδοφορία των επιχειρήσεων και η επιδείνωση του επιχειρηματικού και καταναλωτικού κλίματος λένε ένα διαφορετικό αφήγημα από το consensus που βλέπει κούρσα προς το τέλος της χρονιάς» αναφέρει σε έκθεση της επενδυτικής τράπεζας.

Με δύο μόνο μήνες να απομένουν μέχρι το κλείσιμο του 2023, ο δείκτης S&P 500 βρίσκεται περίπου 5% χαμηλότερα από τον μέσο στόχο των αναλυτών της Wall Street για το τέλος της χρονιάς που είναι οι 4.370 μονάδες.