Τι «βλέπουν» οι οίκοι και αναβαθμίζουν τις προβλέψεις
Shutterstock
Shutterstock
Τράπεζες

Τι «βλέπουν» οι οίκοι και αναβαθμίζουν τις προβλέψεις

«Αγοραστές» των μετοχών των ελληνικών τραπεζών παραμένουν οι οίκοι σε Ελλάδα και εξωτερικό, παρά τον υψηλό πληθωρισμό, τις προβλέψεις για μικρή ανάπτυξη ή και ύφεση σύμφωνα με προβλέψεις στην Ευρωζώνη (αλλά όχι στην Ελλάδα) και παρά το ευρύτερο γεωπολιτικό ρίσκο και τα προβλήματα στην ενέργεια, που συνοδεύουν τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Οι θετικές εκθέσεις για τις ελληνικές τράπεζες που κορύφωσαν εντός του Αυγούστου, συνεχίστηκαν πάντως και εντός του Σεπτεμβρίου και δεν περιλαμβάνουν μόνο τους επενδυτικούς οίκους (Goldman Sachs, JP Morgan, Morgan Stanley, Citi, Woods, AXIA, EUROXX κλπ) αλλά και τους οίκους αξιολόγησης.

Οι οίκοι Standard & Poor’s, η Fitch και η Moody’s αναβάθμισαν τις προοπτικές ή και την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών τραπεζών.

Κοινή συνισταμένη στις εκτιμήσεις των οίκων, είναι η βελτίωση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών, αλλά και οι δυνατότητες περαιτέρω βελτίωσης και ανάπτυξης που διαθέτουν. Ας σημειωθεί επίσης, ότι σε μεγάλο βαθμό, το σενάριο των ελληνικών τραπεζών συνδέεται σημαντικά και σε μεγάλο βαθμό, με το σενάριο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Δηλαδή, το εκρηκτικό rebound της ελληνικής οικονομίας, το 2021 μετά την άρση των μέτρων και στη συνέχεια, η ισχυρή δυναμική που επέδειξε η οικονομία συνολικά το 2022, με εκτιμήσεις για ανάπτυξη περίπου 6%, που ήδη υπερβαίνει σημαντικά τη μέση ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, ενισχύει τις τράπεζες.

Ταυτόχρονα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ενισχύει την ελληνική οικονομία και συνδράμει στην ανάπτυξη, με αύξηση των χρηματοδοτήσεων, οι οποίες κυμάνθηκαν πέριξ των 20 δισ. ευρώ το 2020 και το 2021 επίσης και υπερβαίνουν τα 17,5 δισ. ευρώ φέτος στο οκτάμηνο.

Μετά τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου που υπερέβησαν τις προσδοκίες και είδαν τις τράπεζες να προσεγγίζουν ή να πιάνουν τους στόχους του έτους, οι ελληνικές τράπεζες αναθεώρησαν ανοδικά τους στόχους τους και οι οίκοι ακολούθησαν.

Τα 4 σημεία που οι οίκοι συμφωνούν ότι έχουν βελτιώσει οι τράπεζες

Οι περισσότερες αναλύσεις για τις ελληνικές τράπεζες συμφωνούν στα εξής στοιχεία:

  • Τα περιουσιακά στοιχεία τους έχουν βελτιωθεί δραστικά και τα κόκκινα δάνεια των τεσσάρων συστημικών τραπεζών είναι σε μονοψήφιο ποσοστό και θα υποχωρήσουν περαιτέρω μέχρι το τέλος του έτους.
  • Έχει αυξηθεί σημαντικά η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και αυτό συνεπάγεται πέρα από στήριξη της ανάπτυξης, βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού με εξυπηρετούμενα δάνεια και αύξηση εσόδων από τόκους.
  • Οι κεφαλαιακοί δείκτες τους είναι ισχυροί και ενισχύονται περαιτέρω
  • Η αύξηση των επιτοκίων συνεπάγεται αύξηση εσόδων από τόκους και αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου.

Τα παραπάνω είναι στοιχεία που τονίζουν οι περισσότεροι οίκοι, ειδικότερα όμως οι Goldman Sachs, JP Morgan και Morgan Stanley, καθώς και οι AXIA και EUROXX.

Το ρίσκο των αυξημένων επιτοκίων και οι μετοχές

Ωστόσο, δεν είναι όλα ρόδινα και με την τουριστική σεζόν να οδεύει προς τη λήξη της, ενώ ήδη προβλέπεται μικρότερη ανάπτυξη του χρόνου, οι οίκοι εντοπίζουν τα εμπόδια στις χρηματοδοτήσεις λόγω των αυξημένων επιτοκίων και της αύξησης του κόστους κινδύνου.

Έτσι, κάνουν λόγο για νέα κόκκινα δάνεια που μπορεί να προκαλέσει η αύξηση στο κόστος του χρήματος και η μικρότερη ανάπτυξη, η οποία λόγω και του πληθωρισμού πιέζει τις πωλήσεις.

Το κόστος κινδύνου των τραπεζών αυξάνεται. Ωστόσο, η ελληνική αγορά και ειδικότερα τα στελέχη των τραπεζών και του χώρου των δανείων, παρατηρούν, ότι μέχρι στιγμής έχει αποφευχθεί η όξυνση σε κόκκινα δάνεια, γεγονός που υποδηλώνει αντοχή του συστήματος.

Η πίεση θα αυξηθεί, εφόσον οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ συνεχιστούν και το κόστος κινδύνου των τραπεζών θα αυξηθεί επίσης, μαζί με τα αυξημένα έσοδα λόγω των υψηλότερων επιτοκίων.

Το άλλο στοιχείο που αποτιμούν οι διεθνείς οίκοι είναι οι προοπτικές των μετοχών στις ελληνικές τράπεζες. Διαπραγματεύονται με σημαντική έκπτωση παραμένοντας περίπου στο ήμισυ της λογιστικής αξίας τους ή χαμηλότερα και με πολλαπλασιαστές κερδών μεταξύ 4-6 την ίδια στιγμή που στοχεύουν σε αύξηση κερδοφορίας από 6% έως και πάνω από 10% και τα κέρδη ανά μετοχή τους είναι τα καλύτερα της ευρωπαϊκής αγοράς.