Το πρώτο τρίμηνο των αποτελεσμάτων των ελληνικών τραπεζών είναι πλέον καταγεγραμμένο και η πρόοδος που συντελέστηκε σε αυτό δεν άφησε ασυγκίνητη την αγορά.
Η κερδοφορία διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα το οποίο σημαίνει ότι εκτός από την επιβεβαίωση των στόχων της χρονιάς οι τράπεζες έχτισαν νέο κεφάλαιο που τους επιτρέπει να τιμολογήσουν αυτή τη βελτίωση.
Το εύρος των αποτιμήσεων των ελληνικών τραπεζών δεν είναι ομοιόμορφο, σε σχέση με το παρελθόν όμως και ανάλογα με την πρόοδο που έχει συντελεστεί η ψαλίδα έχει κλείσει. Η φθηνότερη τράπεζα με όρους ενσώματης καθαρής θέσης είναι η Alpha Bank (0,74x) ενώ η πιο ακριβή η Εθνική (1,05x). Οι διαφορές αυτές αποδίδονται κυρίως στην α) απόδοση των ιδίων κεφαλαίων β) στις μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις, και γ) στις μερισματικές αποδόσεις.
Την ίδια στιγμή στην Ευρώπη η εικόνα παραμένει αισιόδοξη: Οι πολλαπλασιαστές κερδών ανεβαίνουν παίρνοντας ώθηση από την κερδοφορία και την κινητικότητα που υπάρχει στο πεδίο των εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Η σύγκριση των ανεπτυγμένων Ευρωπαϊκών τραπεζών και των ελληνικών Με βάση τις τρέχουσες κεφαλαιοποιήσεις και την ενσώματη καθαρή θέση του 2024 οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες και η Τράπεζα Κύπρου διαπραγματεύονται στην ενσώματη καθαρή τους θέση.
Σε σχέση με το εξωτερικό (1,19x) η έκπτωση που παρατηρείται είναι 17% ενώ στη σύγκριση με την εκτιμώμενη ενσώματη καθαρή θέση του 2025 το ποσοστό ανεβαίνει στο 19%.
Η μέση μερισματική απόδοση διαμορφώνεται στο εξωτερικό σε 4,8% και 5,1% για τις χρήσεις 2024 και 2025 ενώ στο ΧΑ οι τράπεζες εμφανίζουν μέση μερισματική απόδοση 4,4% και 6,2% αντίστοιχα. Και εδώ υπάρχει πλεονέκτημα καθώς το 2024 είναι πλέον τιμολογημένο ενώ η απόδοση της χρονιάς που τρέχει παρουσιάζει μια αξιόλογη διαφορά σε σχέση με το εξωτερικό.
Στο συγκριτικό τεστ επομένως οι τράπεζες διατηρούν ένα προβάδισμα ως προς την αποτίμηση τους σε σχέση με τις Ευρωπαϊκές τράπεζες.
Αυτό που δεν έχει τιμολογηθεί ωστόσο είναι η πιθανή εμπλοκή των ελληνικών τραπεζών σε ένα κύκλο στρατηγικών προσεγγίσεων.
Η κινητικότητα που παρατηρείται δεν είναι αμελητέα και καθώς η εποπτική αρχή δεν φαίνεται διατεθειμένη να αναστείλει εγχειρήματα που θα δημιουργήσουν ισχυρά τραπεζικά μεγέθη μέσα στην Ευρωπαϊκή περίμετρο η δυναμική των αποτιμήσεων θα μπορούσε να ενσωματώσει υπερτιμήματα νέων μετοχικών ισορροπιών.
Προς το παρόν οι ελληνικές τράπεζες προσθέτουν θυγατρικές ή δημιουργούν εταιρίες με συμπληρωματικό περιεχόμενο και εισόδημα. Όσο μεγαλύτερο και πιο ολοκληρωμένο είναι το δίκτυο που θα δημιουργήσουν τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το ενδιαφέρον που θα ενεργοποιήσουν.
Είναι το επόμενο στάδιο του έργου που θα παρακολουθήσουμε. Το ποιες τράπεζες αφορά αυτό στο στάδιο θα το μάθουμε πολύ σύντομα.