Ποιος ξεκίνησε τον πολιτισμικό πόλεμο;

Ποιος ξεκίνησε τον πολιτισμικό πόλεμο;

Του David Boaz*

Ο Kevin Drum είναι ένας προοδευτικός μπλόγκερ που μέχρι πριν από λίγους μήνες έγραφε στο Mother Jones. Προκάλεσε μια αναταραχή πριν από δύο εβδομάδες με ένα άρθρο του με τίτλο “If you hate the culture wars, blame liberals.” (Αν δεν σας αρέσει ο πολιτισμικός πόλεμος, το φταίξιμο ανήκει στους αριστερούς φιλελεύθερους). Επιρρίπτοντας την ευθύνη στο μεγαλύτερο μέρος των ιδεολογικών του συντρόφων και των μεγάλων μέσων ενημέρωσης έγραψε “τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι Δημοκρατικοί έχουν μετακινηθεί προς την αριστερά πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι Ρεπουμπλικανοί έχουν μετακινηθεί προς τη δεξιά…

Σχεδόν εξ ορισμού, οι αριστεροί φιλελεύθεροι είναι αυτοί που πιέζουν για αλλαγή, ενώ οι συντηρητικοί απλώς αντιδρούν σε ό,τι κάνουν οι αριστεροί φιλελεύθεροι). Αναφέρθηκε στα “καυτά κοινωνικά ζητήματα” όπως ο γάμος μεταξύ ομοφύλων, η μετανάστευση, οι εκτρώσεις, η εγκληματικότητα, το αίτημα να μειωθούν οι πόροι για την αστυνομία (“defund the police”), η κουλτούρα της ακύρωσης και των “αφυπνισμένων”. Σε ένα επόμενο άρθρο του, ο Drum υπογράμμισε ότι σε γενικές γραμμές “συμφωνεί με το μεγαλύτερο μέρος της προοδευτικής αλλαγής”, αλλά απλώς πίστευε ότι η πολύ γρήγορη πορεία προς αυτό θα έβλαπτε εκλογικά τους Δημοκρατικούς. Σε κάθε περίπτωση, οι αριστεροί φιλελεύθεροι δεν χάρηκαν με το άρθρο αυτό, ενώ οι συντηρητικοί το λάτρεψαν. Η Peggy Noonan αφιέρωσε ένα ολόκληρο άρθρο της στη Wall Street Journal σε αυτό.

Ο Tim Miller, ένα πρώην στέλεχος των Ρεπουμπλικανών που έγινε στρατηγικός σύμβουλος κατά του Τραμπ, διαφώνησε. Σίγουρα, υποστήριξε, τα δεδομένα καταδεικνύουν ότι οι Δημοκρατικοί Ψηφοφόροι έχουν μετακινηθεί περισσότερο απ’ ό,τι οι Ρεπουμπλικανοί. Αλλά οι πολιτισμικοί πόλεμοι ξεκινούν από την κορυφή:

“Σε ό,τι αφορά όμως τις πράξεις των πολιτικών προσώπων, οι επιθετικοί, από-πάνω-προς-τα-κάτω Πολιτισμικοί Πόλεμοι διεξάγονται σε συντριπτικό ποσοστό από τη δεξιά. Και η δεξιά μετατόπιση μεταξύ των Ρεπουμπλικανών πολιτικών σε ό,τι αφορά τα ζητήματα των πολιτισμικών πολέμων είναι εξίσου δραματική -αν όχι περισσότερο- από την αριστερή μετατόπιση μεταξύ των Δημοκρατικών ψηφοφόρων ως προς ζητήματα πολιτικής”.

Ποιος έχει δίκιο λοιπόν; Όπως ισχύει συχνά, και οι δύο έχουν κάποια έγκυρα επιχειρήματα. Οι πολιτισμικοί πόλεμοι της τελευταίας γενιάς και πλέον είχαν αριστερό χαρακτήρα - σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν χαρακτηριστικά αριστεροί φιλελεύθεροι - και κατά τα χρόνια του Τραμπ και έπειτα η αριστερή πίεση εντάθηκε. Οι Ρεπουμπλικανοί πολιτικοί μετακίνησαν την εστίασή τους από τον δημοσιονομικό συντηρητισμό και την εθνική ασφάλεια σε θυμωμένες αναρτήσεις στο Twitter για αθλητές που γονατίζουν και την απειλή που υφίσταται το παιχνίδι Mr. Potato Head. Αντί τα ελεγχόμενα από τους Ρεπουμπλικανούς νομοθετικά σώματα να δημιουργούν κατάλληλο κλίμα για οικονομική ανάπτυξη, απαγορεύουν τα “διαβατήρια εμβολιασμού” και την Κριτική Θεωρία της Φυλής.

Ένα όμως μέρος αυτών των δεξιών πολιτισμικών πολέμων αποτελεί αντίδραση σε πραγματικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που αναστάτωσαν πολλούς ψηφοφόρους. Τα δικαιώματα του πολίτη, ο φεμινισμός και τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων είναι πεδία που γέννησαν αντιδράσεις, τις οποίες οι δεξιοί πολιτικοί κεφαλαιοποίησαν σε προηγούμενες περιόδους. Σήμερα, υπάρχουν ισχυρές πλειοψηφίες που υποστηρίζουν πολλά από τα αποτελέσματα εκείνων των μαχών, και συνεπώς οι πολιτικοί έχουν κι αυτοί προχωρήσει. Οι προοδευτικοί όμως σήμερα πιέζουν για νέα μέτρα: για την καταδίωξη κάθε φούρναρη και ανθοπώλη στη χώρα που αρνείται να χρησιμοποιήσει τα ταλέντα του για έναν γάμο ομοφύλων ώστε να εξαναγκαστεί να συμμορφωθεί, για την εξώθηση των σχολικών προγραμμάτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε στοχαστές όπως ο Ibram X. Kendi που βρίσκονται πολύ πιο αριστερά από το κύριο ρεύμα σε ό,τι αφορά ζητήματα φυλής, την επιβολή μιας εθνικής πολιτικής, που δεν πέρασε ποτέ από το Κογκρέσο, στις κατά τόπους σχολικές περιφέρειες ώστε να διασφαλίζεται η πρόσβαση διεμφυλικών μαθητών σε σχολικά αποδυτήρια και αθλήματα, και ούτω καθεξής.

Ο Μίλλερ έχει δίκιο: είναι οι Ρεπουμπλικανοί πολιτικοί και όχι οι Δημοκρατικοί που δημιουργούν αναστάτωση για τα ζητήματα αυτά. Αυτό όμως συμβαίνει επειδή εκπροσωπούν τους ψηφοφόρους εκείνους που αισθάνονται ότι χάνουν αυτές τις μάχες. Και οι περισσότεροι Δημοκρατικοί πολιτικοί δεν θέλουν να είναι ηχηροί υπερασπιστές αυτών των πολιτικών. Πάρτε για παράδειγμα τον γάμο ομοφύλων: οι περισσότεροι Δημοκρατικοί, συμπεριλαμβανομένων των Μπάρακ Ομπάμα, Τζο Μπάιντεν και Χίλαρι Κλίντον αντιτάσσονταν σ’ αυτόν ή απέφευγαν το ζήτημα μέχρι οι δημοσκοπήσεις να καταδείξουν θετική στάση. Σήμερα, οι Δημοκρατικοί επιλέγουν να εστιάσουν το μήνυμά τους σε λαϊκιστικά οικονομικά ζητήματα, και όχι σε αμφιλεγόμενα κοινωνικά ζητήματα, ιδίως όταν οι κοινωνικές πολιτικές προάγονται στην πράξη μέσω γραφειοκρατικής επιβολής και δικαστικών αποφάσεων. (Μιλώντας για δικαστήρια, όπως επεσήμανα πριν από λίγα χρόνια τα ομοσπονδιακά δικαστήρια εμποδίζουν τις συντηρητικές πολιτείες από το να είναι όσο συντηρητικές θα ήθελαν).

Ως φιλελεύθερος, θα ήθελα οι Ρεπουμπλικανοί και το Fox News να αφιέρωναν λιγότερο χρόνο στην κριτική θεωρία της φυλής, και περισσότερο χρόνο στο τελευταίο σχέδιο του Μπάιντεν να δαπανήσει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια που δεν διαθέτει το κράτος ή στην προβληματική χρήση εκτελεστικών εντολών και της κρατικής διοίκησης. Και όπως και ο Drum, συχνά συμμερίζομαι τους αριστερούς φιλελεύθερους περισσότερο απ’ ό,τι τους κοινωνικούς συντηρητικούς σε ό,τι αφορά την επέκταση της ισότητας των δικαιωμάτων και των προσωπικών ελευθεριών. Δεν με εκπλήσσει όμως το γεγονός ότι συντηρητικοί ψηφοφόροι και πολιτικοί αντιδρούν όταν αισθάνονται - σωστά ή λάθος - ότι οι παραδόσεις και οι αξίες τους υφίστανται επίθεση. Ο συντηρητισμός είναι στον πυρήνα του η αντίθεση στην αλλαγή, προς το καλύτερη ή το χειρότερο, και ιδίως στην σχετικά γρήγορη αλλαγή. Οι Ρεπουμπλικανοί, σε αντίθεση με τους Δημοκρατικούς, δεν καταφέρνουν ιδιαίτερα να πάρουν τις πολιτικές που θέλουν για τα κοινωνικά ζητήματα από τα δικαστήρια και τη γραφειοκρατία, γεγονός που οδηγεί σε μια μεγαλύτερη έμφαση από πλευράς τους στην λαϊκή κινητοποίηση και τους εκλεγμένους πολιτικούς.

*Ο David Boaz είναι ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Cato Institute, συγγραφέας του The Libertarian Mind: A Manifesto for Freedom και υπεύθυνος έκδοσης του The Libertarian Reader.

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 16 Ιουλίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.