ΟΗΕ: Από την ουδετερότητα στην παγκόσμια επιτήρηση του λόγου

Υποτίθεται ότι ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ιδρύθηκε για να διαφυλάξει την ειρήνη, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα. Ωστόσο, όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλο θεσμό που δεν λογοδοτεί σε κανέναν, και που εδώ και δεκαετίες ζει αποκομμένος από την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, ο ΟΗΕ έχει αρχίσει να βλέπει εαυτόν όχι ως υπηρέτη των λαών, αλλά ως αυθεντία — ικανή να καθορίζει τι είναι αλήθεια, τι είναι μίσος και τι είναι ανεκτό να λέγεται.

Η τελευταία «καινοτομία» του ΟΗΕ είναι η πολιτική πρόταση για την «Ακεραιότητα της Πληροφορίας στις Ψηφιακές Πλατφόρμες». Με εύηχους όρους και αγαθές προθέσεις, επιχειρεί να θεσμοθετήσει ένα διεθνές πλαίσιο ελέγχου του διαδικτυακού λόγου. Πίσω όμως από τις διατυπώσεις για «παραπληροφόρηση», «παραποίηση» και «ρητορική μίσους», κρύβεται μια επικίνδυνη απόπειρα ελέγχου του δημόσιου διαλόγου με υπερεθνικά εργαλεία. Η ειρωνεία; Ο θεσμός που υποτίθεται ότι προασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, προσπαθεί να θεσπίσει κανόνες που, αν ίσχυαν στον έντυπο τύπο, θα έκαναν ακόμα και ολοκληρωτικά καθεστώτα να ζηλεύουν.

Η «ακεραιότητα της πληροφορίας» παρουσιάζεται ως αυτονοήτως επιθυμητή. Ποιος, άλλωστε, θέλει να τον παραπληροφορούν; Όμως το ερώτημα δεν είναι αυτό. Το ερώτημα είναι: ποιος αποφασίζει τι είναι αλήθεια; Ο ΟΗΕ; Μια επιτροπή «ειδικών»; Οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών; Κι αν σήμερα χαρακτηρίζουν μια άποψη «ψευδή», αύριο τι θα εμποδίσει να χαρακτηριστεί «επικίνδυνη» ή «αντικοινωνική»; Αν το μάθημα της πανδημίας μας δίδαξε κάτι, είναι ότι η επιστημονική «ορθοδοξία» αλλάζει. Και πως όποιος διαφωνεί, δεν είναι κατ’ ανάγκη ψεκασμένος. Μπορεί απλώς να είναι πιο μπροστά από την εποχή του.

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο της πρότασης του ΟΗΕ είναι η άκριτη αποδοχή του ευρωπαϊκού μοντέλου ρύθμισης των ψηφιακών πλατφορμών, όπως αυτό αποτυπώνεται στον Κανονισμό Ψηφιακών Υπηρεσιών (DSA). Δηλαδή, επιβολή διαφάνειας στους αλγόριθμους, περιορισμός της «παραπληροφόρησης» μέσω demonetization, και δημιουργία διεθνών επιτροπών εποπτείας. Όμως όσο πιο κεντρικός είναι ο έλεγχος, τόσο πιο εύκολη είναι η κατάχρηση. Και όταν όλοι οι μεγάλοι παίκτες καλούνται να ευθυγραμμιστούν με το ίδιο «πλαίσιο συμμόρφωσης», η ελευθερία λόγου γίνεται πολυτέλεια για μικρές, ανεξάρτητες φωνές.

Ακόμα πιο επικίνδυνη είναι η ιδέα πως ο ΟΗΕ, και όχι οι εθνικές δημοκρατίες, θα καθορίζει τα όρια της δημόσιας έκφρασης. Οι λαοί ψήφισαν κοινοβούλια και όχι διεθνείς οργανισμούς για να διαχειρίζονται τέτοια ζητήματα. Κάθε μεταφορά αρμοδιοτήτων προς τον υπερεθνικό χώρο, χωρίς ισχυρή δημοκρατική λογοδοσία, είναι μια νίκη της γραφειοκρατίας εις βάρος της ελευθερίας.

Φυσικά, υπάρχει πάντα η επίφαση της «ανεξάρτητης δημοσιογραφίας» και της «επαλήθευσης πληροφοριών». Όμως η ανεξαρτησία χάνεται όταν χρηματοδοτείται από τα κράτη και όταν οι «fact-checkers» γίνονται εξαρτήματα του συστήματος ρύθμισης. Και πώς ακριβώς ορίζεται η «ρητορική μίσους»; Είναι προσβλητικός κάποιος που λέει ότι υπάρχουν μόνο δύο φύλα; Είναι «ρητορική μίσους» να αμφισβητείς τα επιτεύγματα της πράσινης μετάβασης ή τον ρόλο διεθνών οργανισμών σε πολεμικές συγκρούσεις;

Η ουσία είναι απλή: η αγορά ιδεών λειτουργεί. Ο κόσμος μπορεί να διακρίνει την αλήθεια, όταν έχει πρόσβαση σε όλες τις απόψεις. Και οι ίδιες οι πλατφόρμες μπορούν να αυτορυθμιστούν, μέσα από την πίεση των χρηστών, των χορηγών και των εναλλακτικών υπηρεσιών. Η πραγματική απειλή για τη δημοκρατία δεν είναι η παραπληροφόρηση. Είναι η λογοκρισία στο όνομά της.

Αν κάτι χρειάζεται επαναβεβαίωση τον 21ο αιώνα, είναι η αρχή πως η ελευθερία του λόγου δεν περιορίζεται «για το καλό μας». Γιατί όποτε γίνεται αυτό, καταλήγει να είναι μόνο για το καλό αυτών που έχουν την εξουσία.