«Εκ πρώτης όψεως» και τελικώς, αποδίδεται δικαιοσύνη;

«Εκ πρώτης όψεως» και τελικώς, αποδίδεται δικαιοσύνη;

Σε προηγούμενο σημείωμά μας με τίτλο «Η ποινή για έναν κλεμμένο Πικάσο» είχαμε –μεταξύ άλλων– αναφερθεί στα (κατ’ εμάς) «θύματα» της κλοπής έργων τέχνης από μουσεία, με αφορμή την ποινή που επιβλήθηκε στον 50χρονο που είχε κλέψει (2012) τρεις πίνακες από την Εθνική Πινακοθήκη. Στο παρόν σημείωμά μας επικεντρωνόμαστε στο θύμα ενός βιασμού και στα τροχοπέδη που συναντά στην πορεία για τη δικαιοσύνη, όπως αυτά αναδεικνύονται μέσα από το θεατρικό έργο «Prima Facie» («Εκ πρώτης όψεως») της συγγραφέως και πρώην δικηγόρου με εξειδίκευση στα ανθρώπινα δικαιώματα και στα δικαιώματα των παιδιών, Σούζι Μίλλερ.

Το ερώτημα το οποίο τίθεται στο θεατρικό έργο είναι εάν τελικά είναι εφικτό να αποδοθεί δικαιοσύνη στα εγκλήματα εκείνα που μετέχουν μόνο ο θύτης και το θύμα, απουσία μαρτύρων ή η απόφαση είναι τελεσίδικη εκ πρώτης όψεως. Αποκτά επίσης μεγαλύτερη βαρύτητα δεδομένου του κινήματος Me Too, ή #MeToo, που χρονολογείται από το 2006 από την Αμερικανίδα ακτιβίστρια Ταράνα Μπερκ.

«Prima Facie»

Πρόκειται για δραματικό μονόλογο τον οποίο παρακολουθήσαμε (19/1) σε μαγνητοσκοπημένη μετάδοση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο πλαίσιο του National Theatre Live, της σειράς δορυφορικών μεταδόσεων σημαντικών παραστάσεων από το Εθνικό Θέατρο της Βρετανίας.

Κεντρικό πρόσωπο η Τέσσα, μια νεαρή δικηγόρος η οποία δουλεύει σκληρά και εξελίσσεται σε μία από τις καλύτερες νομικούς στο είδος της: υπερασπίζεται, εξετάζει κατ’ αντιπαράσταση, κερδίζει δίκες. Ώσπου, ένα γεγονός την αναγκάζει να αμφισβητήσει τα όρια μεταξύ της πατριαρχικής εξουσίας του νόμου, του βάρους της απόδειξης και της ηθικής.

Στιγμιότυπο από την παράσταση «Prima Facie». Production Photography © Helen Murray. Πηγή: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Η ερμηνεία της είναι καθηλωτική από την πρώτη στιγμή της μετάδοσης οπότε και την παρακολουθούσε να υπερασπίζεται ως δικηγόρος, φορώντας την αντίστοιχη περούκα. Οι κοφτές της φράσεις είναι αντίστοιχες της ταχύτητας με την οποία πρέπει να λειτουργεί το μυαλό της κατά τη διάρκεια μιας δίκης, ομοίως οι κινήσεις των χεριών της, ενώ η ένταση που υπάρχει τονίζεται και από τους χτύπους της καρδιάς ως ηχητικός καμβάς· τους χτύπους αυτούς ακούμε σε καίρια σημεία της παράστασης, κυρίως στις στιγμές που η ίδια εκφράζει το πώς νιώθει λόγω του βιασμού της.

«Νιώθω τον εαυτό μου να φεύγει από το σώμα μου», «υπάρχει η αηδιασμένη άρνηση» και «είμαι εκεί αλλά δεν είμαι» είναι ορισμένες από τις φράσεις της με το βλέμμα στο κενό που συνοδεύονται από τη νομική αλήθεια: «το νομικό μου ένστικτο λέει ότι αυτή είναι μια χαμένη υπόθεση» αν καταγγελθεί, καταλήγοντας, στο τέλος της δίκης, ότι «το νομικό σύστημα με έκανε να φαίνομαι ψεύτρα», ενώ το μόνο που ήθελε και εξέφρασε, με το βλέμμα προς τα πάνω, είναι «να μου δείξεις ότι ενώπιον του νόμου υπάρχει δικαιοσύνη».

Φράσεις όπως οι παραπάνω τονίζουν το βάρος στους ώμους ενός επιζώντος θύματος που έχει πληγές στη σάρκα και την ψυχή. Φράσεις που η ίδια είχε πει στην αρχή της παράστασης έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα στο τέλος της: «ο λόγος που το σύστημα δουλεύει είναι γιατί καθένας μας παίζει έναν ρόλο. Αυτό είναι το παιχνίδι του νόμου» και «δεν υπάρχει πραγματική αλήθεια, μόνο νομική αλήθεια».

Τονίζει τη διαφορετική αντιμετώπισή της στο δικαστήριο, καθότι δεν παρευρίσκεται με τον ρόλο της συνηγόρου, και 782 ημέρες μετά το συμβάν –οπότε και έγινε η δίκη– είναι «σπασμένη αλλά εκεί και δεν θα σιωπήσω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι κάπου, κάποια στιγμή, με κάποιο τρόπο, κάτι πρέπει ν’ αλλάξει».

Η πρωταγωνίστρια φορά παπούτσια όταν υποδύεται την δικηγόρο, έπειτα είναι ξυπόλητη· με πόδια γυμνά τονίζεται ότι είναι μόνη απέναντι σε ένα δικαστήριο όπου είναι η μόνη γυναίκα, όπως και μόνη απέναντι στους νόμους που θα κρίνουν τον βιαστή της αθώο. Γεμάτη με βιβλία και δικογραφίες, η μεγάλη και πανύψηλη βιβλιοθήκη ως σκηνικό έρχεται σε αντίστοιξη –όπως διαπιστώνουμε από την υπόθεση– με την έλλειψη ενός νομικού πλαισίου που θα αποδίδει δικαιοσύνη, ενθαρρύνοντας τα υπόλοιπα θύματα να μιλήσουν.

Στιγμιότυπο από την παράσταση «Prima Facie». Production Photography © Helen Murray. Πηγή: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Στο ρόλο της Τέσσα η βραβευμένη με Emmy και BAFTA Τζόντι Κόμερ, η οποία μάλιστα έκανε το βρετανικό ντεμπούτο της με το «Prima Facie», λαμβάβοντας διθυραμβικά σχόλια από κριτικούς και εντυπωσιάζοντας το κοινό με το ρεσιτάλ ερμηνείας της. Η παράσταση –την οποία σκηνοθέτησε ο Τζάστιν Μάρτιν– μαγνητοσκοπήθηκε ζωντανά τον προηγούμενο Ιούλιο στο Θέατρο Harold Pinter, στο West End του Λονδίνου.

Όσο για τον μονόλογο της Σούζι Μίλλερ, παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 2019 στο Σίδνεϋ και ένα χρόνο αργότερα τιμήθηκε από την Ένωση Αυστραλών Κριτικών με το μεγάλο βραβείο της καλύτερης παραγωγής στις κατηγορίες θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης καθώς και με το βραβείο του καλύτερου δράματος. Την ίδια χρονιά απέσπασε επίσης το βραβείο «David Williamson» ως το καλύτερο θεατρικό κείμενο του 2020.

Η δορυφορική προβολή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Βρετανική Πρεσβεία στην Αθήνα και το British Council.

Κεντρική φωτογραφία: Στιγμιότυπο από την παράσταση «Prima Facie». Production Photography © Helen Murray. Πηγή: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών