Το Βρετανικό Μουσείο ψηφιοποιεί τη συλλογή του μετά τις κλοπές που είχαν καταγγελθεί το καλοκαίρι
AP Photo/Tim Ireland, File
AP Photo/Tim Ireland, File

Το Βρετανικό Μουσείο ψηφιοποιεί τη συλλογή του μετά τις κλοπές που είχαν καταγγελθεί το καλοκαίρι

Να ψηφιοποιήσει τη συλλογή του σχεδιάζει το Βρετανικό Μουσείο, μετά την κλοπή περίπου 2.000 αντικειμένων που είχαν καταγγελθεί τον Αύγουστο –κατόπιν της ψηφιοποίησης, η συλλογή θα είναι προσβάσιμη στο διαδίκτυο σε όποιον θέλει να την εξερευνήσει– όπως ανακοίνωσε το μουσείο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το έργο θα διαρκέσει πέντε χρόνια, σημειώνει το BBC.

Ο Μαρκ Τζόουνς, προσωρινός διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, δήλωσε ότι τα μέτρα θα «βελτιώσουν την ασφάλεια» μετά τις κλοπές. «Έχουμε λάβει μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και είμαστε πλέον βέβαιοι ότι μια κλοπή αυτού του είδους δεν μπορεί να ξανασυμβεί. Αλλά δεν μπορούμε και δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι η ασφάλεια της συλλογής, με την ευρύτερη έννοια, μπορεί να επιτευχθεί απλώς με το να κλειδώσουμε τα πάντα. Είναι πεποίθησή μου ότι η πιο σημαντική απάντηση στις κλοπές είναι η αύξηση της πρόσβασης», σημείωσε.

Υπενθυμίζουμε ότι έχει αρχίσει η ανάκτηση ορισμένων από τους θησαυρούς που είχαν κλαπεί. Ύποπτος για συμμετοχή στις κλοπές των αντικειμένων ήταν ένα μέλος του προσωπικού του μουσείου, ο οποίος και απολύθηκε νωρίτερα φέτος.

Ο πρώην διευθυντής του μουσείου Χάρτβιγκ Φίσερ είχε προηγουμένως παραιτηθεί, αφού δέχθηκε ότι η έρευνα του 2021 για τις κλοπές διεξήχθη κακώς.

Σύμφωνα με το BBC, η διαδικασία ψηφιοποίησης θα είναι ένα «μεγάλο έργο», με 2,4 εκατομμύρια αρχεία που πρέπει να μεταφορτωθούν ή να αναβαθμιστούν. Αλλά, είπε: «Περισσότερα από τα μισά έχουν ήδη γίνει και όταν ολοκληρωθεί, αυτό θα σημαίνει ότι όλοι, ανεξάρτητα από το πού στον κόσμο ζουν, θα μπορούν να δουν όλα όσα έχουμε - και να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον καταπληκτικό πόρο με μυριάδες τρόπους».

Το μουσείο, ένα από τα πιο διάσημα πολιτιστικά ιδρύματα του Ηνωμένου Βασιλείου, δέχεται πιέσεις από τότε που αποκάλυψε τον Αύγουστο ότι ένας αριθμός θησαυρών είχε αναφερθεί ως «εξαφανισμένοι, κλεμμένοι ή κατεστραμμένοι». Τα εν λόγω αντικείμενα χρονολογούνταν από τον 15ο αιώνα π.Χ. έως τον 19ο αιώνα μ.Χ. και φυλάσσονταν κυρίως για ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς σκοπούς.

Το μουσείο ανακοίνωσε επίσης σχέδια για ενισχυμένη πρόσβαση στις αίθουσες μελέτης του Μουσείου, όπου μέλη του κοινού και ακαδημαϊκοί μπορούν να δουν πρόσθετα αντικείμενα της συλλογής κατόπιν ραντεβού.

«Το Βρετανικό Μουσείο στεγάζει μια από τις πιο απίστευτες συλλογές στη γη - με αντικείμενα που μας εκπλήσσουν και μας εμπνέουν και συχνά μας ενθαρρύνουν να αλλάξουμε οπτική γωνία. Ήδη έχουμε έναν από τους υψηλότερους αριθμούς επισκεπτών από οποιοδήποτε μουσείο στον κόσμο και ένα τεράστιο πρόγραμμα εθνικών και διεθνών ξεναγήσεων, αλλά ο Μαρκ έχει παρουσιάσει ένα συναρπαστικό σχέδιο για το πώς μπορούμε να βασιστούμε σε αυτό για να εξασφαλίσουμε την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση και εμπλοκή με τη συλλογή - και δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω περισσότερο τις φιλοδοξίες του», δήλωσε την Τετάρτη ο Τζορτζ Όσμπορν.

Επιμέλεια κειμένου: Νεκταρία Μαραγιάννη