Οι αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος συγκλίνουν σε βασικά χαρακτηριστικά, που στέλνουν σαφή μηνύματα τόσο προς την κυβέρνηση, όσο και προς την αντιπολίτευση. Οι έρευνες της κοινής γνώμης αποτυπώνουν σήμερα ένα σκηνικό στο οποίο η κυβέρνηση, παρά τη φθορά της εξαετούς θητείας της, δείχνει να βρίσκει ανάχωμα, μην έχοντας, ουσιαστικά, πολιτικό αντίβαρο, ενώ η αντιπολίτευση μοιάζει να υφίσταται κραδασμούς, χωρίς να δίνει προοπτική εναλλακτικής διακυβέρνησης.
Πρώτο χαρακτηριστικό των δημοσκοπήσεων, η αδιαμφησβήτητη πρώτη θέση της Νέας Δημοκρατίας, με διψήφια διαφορά από το δεύτερο κόμμα, που «συνοδεύεται» πλέον από ανακοπή των απωλειών και ανάκαμψη των δημοσκοπικών ποσοστών της τάξεως του 1-2%, ποσοστά που την επαναφέρουν είτε στις εκλογικές επιδόσεις των ευρωεκλογών, είτε ελαφρώς υψηλότερα, με δημοσκοπικό «ταβάνι», ωστόσο, στην εκτίμηση ψήφου, το 30%, πολύ μακριά από τα επιδιωκόμενα ποσοστά αυτοδυναμίας, που αναζητά.
Δεύτερο χαρακτηριστικό, η αλλαγή σκυτάλης στη δεύτερη θέση, όπου η Πλεύση Ελευθερίας, σε όλες σχεδόν τις μετρήσεις, παγιώνεται, με ποσοστά περί του 15% στην εκτίμηση εκλογικής επιρροής, αφήνοντας στην τρίτη θέση το ΠΑΣΟΚ, που παραμένει σε «αναιμικά» ποσοστά, χωρίς να έχει επωφεληθεί από τις απώλειες της Νέας Δημοκρατίας ούτε στην πιο δύσκολη περίοδο, των τελευταίων δύο μηνών, για την κυβέρνηση.
Κοινό χαρακτηριστικό των δημοσκοπήσεων η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ, που πλέον καταγράφεται σε μονοψήφια ποσοστά, πίσω από την Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ, αλλά και ο περιορισμός κομμάτων, που στο πρόσφατο παρελθόν είχαν αναδειχθεί υψηλά στις προτιμήσεις των πολιτών, όπως η Φωνή Λογικής και το Κίνημα Δημοκρατίας.
Δύο ακόμη είναι τα βασικά συμπεράσματα όλων των μετρήσεων. Αφενός, ότι η «γκρίζα ζώνη» των αναποφάσιστων πολιτών είναι εξαιρετικά διευρυμένη και κυμαίνεται στο 16%, αφετέρου η πολυδιάσπαση του πολιτικού σκηνικού, καθώς εάν γίνονταν εκλογές υπό τις παρούσες συνθήκες, θα πρόκυπτε μια δεκακομματική Βουλή.
Σημείο σύγκλισης όλων των μετρήσεων, σε επίπεδο προσώπων, η πρωτοκαθεδρία του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς υπερτερεί στις γνώμες περί καταλληλότητας για την πρωθυπουργία, ενώ αντιστοίχως η Ζωή Κωνσταντοπούλου ξεπερνά πλέον στις περισσότερες έρευνες τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Οι δημοσκοπήσεις αυτές έρχονται στη δημοσιότητα σε μια κρίσιμη καμπή της κυβερνητικής θητείας. Από το Πάσχα και μετά, το Μέγαρο Μαξίμου έχει επιδοθεί σε ένα μπαράζ εξαγγελιών και ανάληψης πρωτοβουλιών, που τέμνονται δύο βασικών επιλογών αυτής της τετραετίας, της οικονομίας και της απόδοσης της οικονομικής ανάπτυξης στους πολίτες, αλλά και της παρέμβασης στην καθημερινότητα για τη βελτίωση τομέων, που απασχολούν τους πολίτες.
Στο κυβερνητικό επιτελείο, μελετώντας τα δημοσκοπικά ευρήματα, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ανακοινώσεις που έχουν γίνει –από τα οικονομικά μέτρα, έως τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια και από το σχέδιο για τον σιδηρόδρομο έως τη βία των ανηλίκων- αρχίζουν να αφήνουν το αποτύπωμά τους στην κοινή γνώμη.
Το βασικό όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, είναι ότι μετά τους δύο δύσκολους μήνες για την κυβέρνηση, με την τραγωδία των Τεμπών να κυριαρχεί, «οι πολίτες φαίνεται να είναι διατεθειμένοι και πάλι να ακούσουν», γεγονός που δίνει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να προχωρά σε παρεμβάσεις και αυτές να γίνονται αντιληπτές.
Το κρίσιμο για την κυβέρνηση είναι να πείσει ότι πίσω από τις σημερινές κινήσεις βρίσκεται ένα συνολικό σχέδιο, που φτάνει έως τις επόμενες εθνικές εκλογές και περιλαμβάνει από τομές στη λειτουργία του κράτους –την σύγκρουση με το λεγόμενο «βαθύ κράτος», όπως συχνά λένε κυβερνητικά στελέχη- έως την ενίσχυση εισοδημάτων και μείωση της ανεργίας. Και το επόμενο διάστημα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος έχει βγει σε πρώτο πλάνο τις τελευταίες δύο εβδομάδες, αναμένεται να συνεχίσει να αναλαμβάνει το βάρος της προώθησης των κυβερνητικών πρωτοβουλιών.
Αν οι δημοσκοπήσεις χτύπησαν συναγερμό το προηγούμενο διάστημα στην κυβέρνηση, το ίδιο συμβαίνει και για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Στη Χαριλάου Τρικούπη «βλέπουν» πλέον τις μετρήσεις να καταγράφουν το ΠΑΣΟΚ στην τρίτη θέση, μετά από μια περίοδο έντονης αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση, κυρίως για το θέμα των Τεμπών, που οδήγησε ακόμη και στην κατάθεση πρότασης δυσπιστίας.
Παρά τις κινήσεις αυτές, ωστόσο, τα ποσοστά της αξιωματικής αντιπολίτευσης μοιάζουν καθηλωμένα, όπως και τα ποσοστά του προέδρου της, γεγονός που προκαλεί έντονο προβληματισμό. Η Άννα Διαμαντοπούλου ζήτησε, για παράδειγμα, αλλαγή θεματολογίας από πλευράς ΠΑΣΟΚ, ενώ ο Χάρης Δούκας επέμεινε ότι οτιδήποτε εκτός της πρώτης θέσης στις επόμενες κάλπες θα πρέπει να θεωρηθεί αποτυχία. Ακόμη μεγαλύτερος προβληματισμός επικρατεί στην Κουμουνδούρου, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην έκτη θέση των μετρήσεων, βλέποντας, μάλιστα, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου να συγκεντρώνει την ψήφο δυσαρέσκειας στην κυβέρνηση.
Το επόμενο διάστημα η δημόσια συζήτηση αναμένεται να επανέλθει στα θέματα της οικονομίας και τις επικείμενες ανακοινώσεις του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ενώ στόχος της κυβέρνησης είναι να συνεχιστούν πρωτοβουλίες με μεταρρυθμιστικό πρόσημο, όπως οι αλλαγές στη δικαιοσύνη. Την αιχμή της αντιπολιτευτικής του ρητορικής αναζητεί και το ΠΑΣΟΚ, επιδιώκοντας να συντάξει έναν προγραμματικό λόγο, που θα το καθιστά εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.