Πολυνομοσχέδιο: Παρά το δριμύ κατηγορώ από τους φορείς, ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είπαν «ναι σε όλα»

Πολυνομοσχέδιο: Παρά το δριμύ κατηγορώ από τους φορείς, ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είπαν «ναι σε όλα»

Του Αλέξανδρου Διαμάντη

Με τις ψήφους των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων υπερψηφίστηκε επί της αρχής στις αρμόδιες επιτροπές το πολυνομοσχέδιο.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης καταψήφισαν τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, πλην της Ένωσης Κεντρώων, η οποία δια του αρμοδίου εισηγητή, Δημήτρη Καβαδέλλα δήλωσε «παρών». Όμως την ψήφο των κόμματος του Βασίλη Λεβέντη έσπευσε λίγα λεπτά αργότερα να «αλλάξει» ο Μάριος Γεωργιάδης, καταλογίζοντας «λάθος» στον κ. Καβαδέλλα.

«Καταψηφίζουμε με τα χέρια και το πόδια», είπε ο αντιπρόεδρος της Βουλής, ώστε να καταγραφεί στα πρακτικά. Το παράδοξο είναι ότι ο κ. Καβαδέλλας ρωτήθηκε δύο φορές από τον πρόεδρο της Επιτροπής, Νίκο Μανιό αν όντως ψηφίζει «παρών» και εκείνος αποκρίθηκε καταφατικά.

Σημειώνεται πως η τρίτη συνεδρίαση (επί των άρθρων), η οποία θα ολοκληρωθεί νωρίς το απόγευμα, ξεκίνησε, αύριο το νομοσχέδιο εισάγεται στην Ολομέλεια, ενώ η ψηφοφορία αναμένεται να διεξαχθεί την Πέμπτη το απόγευμα.

Νωρίτερα, το αφήγημα της κυβέρνησης περί «καθαρής» εξόδου από τα Μνημόνια αποδόμησαν οι φορείς που κλήθηκαν να μιλήσουν στη Βουλή, στο πλαίσιο της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου. Οι εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών οργάνων όλων των επαγγελματιών της χώρας και οι φορείς των επιχειρηματικών ενώσεων εξαπέλυσαν τα πυρά τους προς το Μέγαρο Μαξίμου τόσο για τους πλειστηριασμούς, όσο και για τις κατασχέσεις, τα υψηλά πλεονάσματα και την υπερφορολόγηση.

Ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, Γιώργος Πατούλης υπογράμμισε ότι η υποχρεωτική δέσμευση των ταμειακών διαθεσίμων Δήμων στερεί από την Αυτοδιοίκηση το οξυγόνο για να λειτουργήσει, ενώ υπογράμμισε ότι κάτι τέτοιο αντιβαίνει στο Σύνταγμα στο αυτοδιοίκητό μας και τη διοικητική αυτοτέλεια.

Ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Κωνσταντίνος Κόλλιας μίλησε για την ανάγκη νέου οικονομικού μοντέλου που δεν θα στηρίζεται σε πλειστηριασμούς, την ώρα που ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Ιατρών Νοσοκομείων Παναγιώτης Παπανικολάου εξαπέλυσε τα βέλη του λέγοντας ότι πολυνομοσχέδιο είναι βαρέως ανθυγιεινό γιατί οδηγεί σε περαιτέρω φτωχοποίηση με μέτρα αφαίμαξης για να επιτευχθούν τα τερατώδη πλεονάσματα.

Ο ίδιος, μάλιστα, παρουσίασε με τα μελανότερα χρώματα τι συμβαίνει στην Υγεία δίνοντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Την περασμένη Παρασκευή στο νοσοκομείο που εργάζομαι εν ώρα χειρουργείου μείναμε για 50 λεπτά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και τρέχαμε να βρούμε μπαλαντέζες.

Υπάρχουν ελλείψεις σε κρεβάτια εντατικής και διασωληνωμένοι τοποθετούνται σε κοινούς θαλάμους λόγω της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης», τόνισε χαρακτηριστικά και προσέθεσε: «Εμείς οι έντιμοι νοσοκομειακοί ιατροί δεν υποτασσόμαστε δεν θα μετατρέψουμε το υπερήφανο όχι σε ναι».

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, Στράτος Παραδιάς χαρακτήρισε πλήγμα στα νοικοκυριά την αύξηση των αντικειμενικών αξιών. «Οι αυξήσεις αντικειμενικών θα δημιουργήσουν σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στα νοικοκυριά ενώ τα εισοδήματά τους έχουν μειωθεί. Αυτά που προτείνουμε δεν είναι καινούρια τα έκανε και η Κύπρος και κατάφερε να αναπτυχθεί η οικονομία της. Ας τολμήσουμε να το ξάνουμε κι εμείς», είπε.

Ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ υπογράμμισε ότι το μεσοπρόθεσμο αποτελεί ουσιαστικά μνημόνιο διαρκρείας, που «εκτείνεται σχεδόν έως τέλος αιώνα με δυσθεώρητα πλεονάσματα». «Με το Μεσοπρόθεσμο οι συντάξεις μετατρέπονται σε ανταγωνιστικό ανταποδοτικό προϊόν», συμπλήρωσε ο ίδιος.

Ο πρόεδρος  της ΑΔΕΔΥ, Γιάννης Παΐδας επισήμανε πως οι συντάξεις μετά νόμο Κατρούγκαλου μετατρέπονται σε βοηθήματα και οι ασφαλισμένοι σε παρίες της κοινωνίας και ζητιάνοι μετά από 40 χρόνια εργασίας.

Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Θόδωρος Μητράκος χτύπησε καμπανάκι για τα υπερπλεονάσματα, διαφωνόντας με την υπέρβαση άνω του 3,5%. «Θα είναι ευχής έργον η μη επαλήθευση τόσο υψηλών πλεονασμάτων πάνω από 3,5%», τόνισε, εκτιμώντας ότι ο στόχος του 3,5% είναι εφικτός.

Σε ότι αφορά τα κόκκινα δάνεια εξήγησε ότι στόχος είναι η μείωση από 92,5 δισ. στα 63 δισ. στο τέλος του 2019.