Όσοι ασχολούνται με την πολιτική αλλά και όσοι παρακολουθούν την πολιτική κατάσταση ως απλοί παρατηρητές, δεν θα πρέπει να θυμούνται άλλη τέτοια δυστοπική κατάσταση στη Μεταπολίτευση.
Η απλή αναλογική του Τσίπρα που έγινε με μοναδικό σκοπό να ναρκοθετήσει την επιστροφή στην κανονικότητα καθιστώντας την αυτοδυναμία Μητσοτάκη ανέφικτη, απέτυχε μεν στη βασική της στόχευση, αλλά έφερε δεύτερες εκλογές το ’23 και αυτές με τη σειρά τους γέννησαν τέρατα που νομίζαμε ότι είχαμε αφήσει πίσω στα μνημονιακά χρόνια.
Δυστυχώς, διαψευστήκαμε.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο με τις αλλεπάλληλες διασπάσεις του Σύριζα καθώς τα αντισυστημικα κόμματα, από 2 μόνο που ήταν στη Βουλή τον Μάιο του ’23, έγιναν 5 τον Ιούνιο του ίδιου έτους αλλά είναι πλέον 7 με την προσθήκη της ΝΕΑΡ και του κόμματος Κασσελάκη.
Υπάρχουν πλέον πολλοί παίκτες στο αντισυστημικό τερέν και συνωστισμός στο χώρο εκείνο που απευθύνεται στο ίδιο κοινό των λεγόμενων «αγανακτισμένων».
Ένα κοινό που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο αριθμητικά και που ας μην ξεχνάμε ότι ψήφισε κάποτε να βγούμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση με όποιο κόστος. Γιατί ας μην γελιόμαστε, αυτό ήταν το διακύβευμα του δημοψηφίσματος. Άσχετα αν στο τέλος ο καλός θεός της Ελλάδος αποφάσισε διαφορετικά.
Και ο συνωστισμός αυτός λοιπόν δημιουργεί ανταγωνισμό και ανάγκη για πλειοδοσία.
Πλειοδοσία τοξικότητας, διχασμού και ενός μονίμως καταγγελτικού λόγου. Αλλά λόγου άνευ ουσίας γιατί προτάσεις σοβαρές δεν υπάρχουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μεταναστευτικό. Ένα σοβαρό και υπαρκτό πρόβλημα που σε μια κανονική χώρα θα εξασφάλιζε μια στοιχειώδη συναίνεση, στην Ελλάδα έφτασε να ιδεολογικοποιείται.
Εν ολίγοις όποιος φωνάξει περισσότερο, όποιος βρίσει, όποιος συκοφαντήσει, όποιος μηνύσει, ακούγεται και περισσότερο. Και αυτό προς το παρόν ευνοεί μερικούς όπως τη Ζωή που έχει μάλιστα αξιοσημείωτη διείσδυση και στις νέες ηλικίες. Αλλά και ταλέντο σε τέτοιου είδους ελεεινές πολιτικές πρακτικές.
Αλλά η κατάσταση δεν είναι καλύτερη και στο λεγόμενο «συστημικό» χώρο.
Και γίνεται ακόμα πιο περιπλοκή με τη φθορά της κυβερνητικής παράταξης που είναι φυσικό να υπάρχει μετά από 6 χρόνια στην εξουσία. Αλλά πέρα απ’ αυτό και με τους κακούς επικοινωνιακούς χειρισμούς στα Τέμπη και την κραυγαλέα ολιγωρία στην υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ, υπάρχει αναμφισβήτητη ανάλωση πολιτικού κεφαλαίου.
Και είναι πολύ νωρίς για να κρίνει κανείς αν αυτό θα είναι αναστρέψιμο και ανατάξιμο αλλά και υπό ποιες προϋποθέσεις. Βλέπετε, δεν είναι και ό,τι καλύτερο να γράφουν τα Μέσα κάθε μέρα για «φραπέδες», «χασάπηδες» και λοιπούς τύπους του υποκόσμου που λυμαίνονταν ανεξέλεγκτα κοινοτικές επιδοτήσεις.
Το «μα τα έκαναν κι οι άλλοι» είναι σαθρό επιχείρημα. Και η επιστροφή των κλεμμένων μένει ν’ αποδειχθεί στην πράξη.
Από την άλλη μεριά και το ΠΑΣΟΚ δεν πείθει σε καμία περίπτωση, ούτε εισπράττει την κυβερνητική φθορά. Δεν μπορεί και αυτό φαίνεται. Οι κάκιστοι χειρισμοί με τα «παρών» στο παρανοϊκό αίτημα άρσης ασυλίας 14 βουλευτών της ΝΔ για εσχάτη προδοσία αλλά και στην περίπτωση της διάταξης για την αυστηροποίηση των μέτρων για το μεταναστευτικό που το ΠΑΣΟΚ θεωρούσε κατά τ ‘άλλα αντισυνταγματική, δείχνουν ότι το άλλοτε κραταιό κόμμα είναι σε παρατεταμένο vertigo και περιδίνηση.
Ο Σύριζα τέλος, έπεσε κατηγορία και μάλλον μετράει μέρες ζώντας με την αγωνία αν θα κάνει κόμμα ο Τσίπρας και πότε. Πράγμα που αν συμβεί θα σημαίνει και τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του.
Συμπερασματικά, αν δεν συμβεί κάτι θεαματικό, αν δεν αλλάξει δραματικά η ατζέντα προς το καλύτερο - και αυτό είναι κυρίως ευθύνη της κυβερνητικής πλευράς - κάπως έτσι θα πάμε μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τι θα συμβεί τότε πέρα από την αναμφισβήτητη πρωτιά της ΝΔ. Που δεν θα φτάνει όμως από μόνη της για να μην περιπέσουμε σε μια χαοτική ακυβερνησία.
50 ολόκληρα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, φαίνεται πως ούτε σοφότεροι γίναμε, ούτε ωριμάσαμε, ούτε μάθαμε από τα λάθη μας. Και αυτό αφορά και το πολιτικό σύστημα αλλά και την κοινωνία.
Κατάσταση δηλαδή απελπισίας. Και ο θεός να βάλει το χέρι του.