Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση: Η (μη) συζήτηση για την Συνταγματική Αναθεώρηση

Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση: Η (μη) συζήτηση για την Συνταγματική Αναθεώρηση

«Θύμα» συγκυρίας χαρακτηρίζεται στο νέο δελτίο πολιτικής ανάλυσης του Δικτύου, η διατύπωση από το Κίνημα Αλλαγής σειράς προτάσεων για την Συνταγματική Αναθεώρηση, οι οποίες δεν αντιμετωπίστηκαν στην ουσία τους και ως προς το περιεχόμενό τους αλλά σύμφωνα με την άσκηση ισορροπίας και αποστάσεων ή …προσεγγίσεων ανάμεσα στις δύο κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. 

Σύμφωνα με την ανάλυση των Γιάννη Μαστρογεωργίου και Γιώργου Παπούλια, η δημόσια συζήτηση θα «φιλτράρεται» όλο και περισσότερο όσο πορευόμαστε προς τις εθνικές εκλογές, υπό το πρίσμα της σκληρής και εντεινόμενης αντιπαράθεσης του όψιμου δικομματισμού, μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. 

Είναι φανερό, από σειρά γεγονότων και μετρήσεων, πως η διάρθρωση των πολιτικών δυνάμεων στην παρούσα συγκυρία, δεν προσφέρεται για κανενός είδους συναινετικές και μακρόπνοες θεσμικές διεργασίες. Αφενός η πλήρης θεσμική αναξιοπιστία της κυβερνητικής πλειοψηφίας των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που ξεκινά από την πλήρη αθέτηση των προεκλογικών υπεσχημένων και καταλήγει σε μια σειρά από θεσμικές ακροβασίες και αντισυνταγματικές (σύμφωνα με σειρά αποφάσεων του ΣτΕ) νομοθετικές παρεμβάσεις κι αφετέρου η εντατικοποίηση των αντιπολιτευτικών ρυθμών από την ΝΔ, η οποία σχεδιάζει την στρατηγική της ως διάδοχη δύναμη εξουσίας, κλείνουν κάθε παράθυρο ουσιαστικών συζητήσεων και βιώσιμης διακομματικής συνεννόησης.

Όμως για να έχουν νόημα αλλά και απτό αποτέλεσμα οι όποιες πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις τους, θα ήταν πιο αποτελεσματικό αν εντασσόταν η στρατηγική τους στην διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού. Ένα σκηνικό με τα χαρακτηριστικά των δύο Συμπληγάδων, ανάμεσα στις οποίες θα διαδραματιστεί το έργο της πολιτικής τους επιβίωσης, όπως είχαμε αναφέρει σε παλαιότερες αναλύσεις μας. Διαφορετικά θα οδηγούμαστε σε αποτελέσματα όπως η πρόσφατη κατάληξη των προτάσεων του ΚΙΝ.ΑΛ. για την Συνταγματική αναθεώρηση. Οι προτάσεις κατέληξαν να θεωρηθούν εντός κι εκτός του κομματικού σχηματισμού ως «πρώτη ύλη» για πιθανή μελλοντική συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με όσα οι μετρήσεις αναδεικνύουν για τις προθέσεις και τις επιλογές της κομματικής βάσης του νεοσύστατου σχηματισμού της κεντροαριστεράς.

Την τελευταία στιγμή

H Κυβέρνηση υπολογίζει ότι ο χρόνος είναι αρκετός έως τη λήξη του τρίτου μνημονίου για να προλάβει να ολοκληρώσει όλα τα προαπαιτούμενα, να προβεί σε καθαρή πετυχημένη έξοδο στις αγορές, να συμφωνήσει με όλους τους Θεσμούς ως προς την επόμενη ημέρα. Η αλήθεια όμως είναι ότι τα χρονικά περιθώρια είναι στενά αν κρίνουμε με βάση την εμπειρία.

Κάποιες από τις πιθανές χρήσεις του αδιάθετου ποσού είναι γνωστές, όπως η εξαγορά των δανείων του ΔΝΤ ύψους 11 δισ. ευρώ περίπου και η ενίσχυση του αποθέματος ρευστότητας με 10-11 δισ. για να υποστηριχθεί η έξοδος στις αγορές μετά το τρίτο μνημόνιο. Η απόφαση αυτή θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και το πλαίσιο εποπτείας της χώρας μετά τον Αύγουστο. Έως τον Αύγουστο η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με διάφορα ορόσημα και σημαντικούς σταθμούς:

Ολοκλήρωση των μνημονίων - Οι εκκρεμότητες των αξιολογήσεων θα επανέλθουν πιεστικά στο προσκήνιο, ενώ τα χρονικά περιθώρια θα είναι ασφυκτικά και για την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης.

Δημοσιονομικά μεγέθη - Ο προϋπολογισμός του 2018 είναι ο πιο καθοριστικός των τελευταίων ετών, καθώς η πορεία εκτέλεσής του θα καθορίσει το οικονομικό μέλλον των πολιτών της χώρας για την περίοδο τουλάχιστον μέχρι το 2022. Από την εκτέλεση του προϋπολογισμού θα καθοριστεί η στάση του ΔΝΤ για την εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας.

Η «επόμενη ημέρα» - Τόσο στην Αθήνα όσο και στις Βρυξέλλες ως «επόμενη ημέρα» έχει χαρακτηριστεί η 21η Αυγούστου, που είναι και το πρώτο 24ωρο μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου. Ο σχεδιασμός προϋποθέτει σκληρή διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς. Μόνο αν έχει κλείσει τα προαπαιτούμενα, έχει επιτύχει «κούρεμα» του χρέους, την καθαρή έξοδο στις αγορές και την «υβριδική συμφωνία» της μεταμνημονιακής περιόδου που δεν θα διαλύει τις αδύναμες οικονομικά τάξεις (πχ άρση αφορολογήτου, μείωση συντάξεων κλπ) δικαιούται η κυβέρνηση να μιλά για την «επόμενη μέρα».

Διευθέτηση του χρέους - Είναι μια από τις μεγαλύτερες εκκρεμότητες της παρούσας χρονιάς.

Κεφαλαιακοί περιορισμοί - Αν δεν υπάρξει πλήρης άρση των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων μέσα στο 2018, θα πρέπει τουλάχιστον να υπάρξει ένας σαφής οδικός χάρτης για την πλήρη κατάργησή τους, αλλά και σημαντικές κινήσεις χαλάρωσης μέσα στο έτος που ξεκινάει.

Έξοδος στις αγορές - Ο ευρύτερος σχεδιασμός προβλέπει δύο με τρεις δοκιμαστικές εξόδους εντός του μνημονίου και πριν από τη λήξη του.

Πρόωρες εκλογές - Οι εξελίξεις στην οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με ομαλές πολιτικές εξελίξεις και τη διατήρηση ομαλού πολιτικού κλίματος. Το κλίμα όμως, πυροδοτείται συνεχώς…

«Κόκκινα» δάνεια - Μέσα στο α' εξάμηνο του νέου έτους η ανάγκη δραστικότερης μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα διευρύνει τις πωλήσεις, πέραν των ανεξασφάλιστων καταναλωτικών δανείων, και στα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων με εξασφαλίσεις σε ακίνητα. Για τις τράπεζες, οι πωλήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων με εξασφαλίσεις θα αποτελέσουν το μέγα στοίχημα μαζί με την επιστροφή των καταθέσεων που υπολογίζονται σε 20 δις μόνο στα στρώματα!

Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο - Το 2017 οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο ξεπέρασαν τα 100 δισ. τα 40 από τα οποία προστέθηκαν την περίοδο μετά το 2015. Περί 4,2 εκατ. Των φορολογουμένων που είναι πάνω από το 50% του συνόλου, έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ήδη πάνω από 1 εκατ. έχουν υποστεί κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών...

Εξωτερική πολιτική - Η χώρα έχει τρία δύσκολα μέτωπα ανοικτά παράλληλα. Σκοπιανό, Ελληνοτουρκικά και Αλβανία. Το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας έρχεται από Ανατολικά και δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα αλλά εντάσσεται στις ευρύτερες γεωπολιτικές αλλαγές της περιοχής μας. Ως εκ τούτου μετά από αρκετές δεκαετίες απαιτείται χάραξη νέων εθνικών στόχων και στρατηγικής, κάτι που δεν διαφαίνεται από την κυβέρνηση. Είναι πολύ δύσκολο να μπορέσει να διατηρήσει τον έλεγχο και στα τρία αυτά μέτωπα και να έχει τις δυνάμεις της στραμμένες στην οικονομία και τη διαπραγμάτευση για την επόμενη ημέρα και μάλιστα από τη θέση του λιγότερο ισχυρού.