Ο Ανδρουλάκης έβγαλε «χατζάρα» για τους «Γενίτσαρους»

Ο Ανδρουλάκης έβγαλε «χατζάρα» για τους «Γενίτσαρους»

Αχό δυσαρέσκειας ξεσήκωσαν οι φράσεις του Νίκου Ανδρουλάκη στο συνέδριο, για τους «γενίτσαρους» που δεν έχουν θέση στο κόμμα, αλλά και του Απόστολου Κακλαμάνη που είπε πως «ό,τι άχρηστο υπήρχε στο ΠΑΣΟΚ, πέρασε το βυτιοφόρο του ΣΥΡΙΖΑ και το μάζεψε». Και συμπλήρωσε: «τα ποντίκια φεύγουν από το καράβι όταν τελειώσει το τυρί».

Προσπάθησαν να διαστρέψουν τη φράση Κακλαμάνη, ότι δήθεν επιτέθηκε στους απλούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που προτίμησαν τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ήταν φανερό ότι αναφερόταν στους φυγάδες, τους οποίους το κόμμα κάποτε τίμησε με ανώτερες δημόσιες θέσεις και εξουσία.

Αλλά αν η ρήση Κακλαμάνη άφηνε έστω και ελάχιστα περιθώρια δόλιας ερμηνείας, κανένα περιθώριο δεν άφησε ο Ανδρουλάκης. Κλείνοντας τις εργασίες του συνεδρίου, ζήτησε από αυτούς που «έμειναν στα δύσκολα, που κράτησαν τη σημαία της παράταξης ψηλά, αλλά και σε αυτούς που απογοητεύτηκαν από λανθασμένες πολιτικές επιλογές ή συμπεριφορές, να ενώσουν τις δυνάμεις τους με το Κίνημα».

Και συνέχισε λέγοντας: «Όσοι επέλεξαν να εγκαταλείψουν την παράταξη από την εξουσιομανία τους, χτυπώντας την ανελέητα ως σύγχρονοι γενίτσαροι, δεν έχουν και δεν θα έχουν καμία θέση ανάμεσά μας».

Αυτό αφοπλίζει τους καλοθελητές πρώην Πασόκους του ΣΥΡΙΖΑ, που λόγω προτέρου βίου, παρουσιάζονταν ως οι κατάλληλοι διάμεσοι, έχοντας τις «άκρες» και την τεχνογνωσία, ώστε να παρέμβουν και να δημιουργήσουν γέφυρες συνεννόησης και κοινής πορείας με το ΠΑΣΟΚ - αν όχι να ενσωματώσουν το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ.

Βέβαια, πάντα κάποιοι πολιτικοί άλλαζαν πολιτικό χώρο, είτε από προσωπικό τυχοδιωκτισμό είτε επειδή οι ίδιοι άλλαζαν ιδέες. Το δεύτερο είναι θεμιτό, ιδιαίτερα όταν συντελείται κατά μόνας. Αλλά η μαζική εγκατάλειψη και αλλαγή κόμματος που συντελέσθη με τη μετακίνηση στελεχών από το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν αφορούσε την προδοσία των ιδεών τους. Αφορούσε δική τους προδοσία προς τις ιδέες που υποτίθεται διακονούσαν.

Αν νιώθεις προδομένος από το κόμμα σου, πας σπίτι σου. Δεν πας σε άλλο κόμμα για να εξαργυρώσεις τη μετακίνησή σου με υπουργική καρέκλα, ή να διασώσεις το βουλευτιλίκι σου και όσα καλά σου επιφέρει (καλό μισθό, αυτοκίνητο, υπαλλήλους, διοικητική εξουσία, κοινωνικό κύρος, αναγνωρισιμότητα, οικονομικές ατέλειες, κλπ). Δυστυχώς όμως και ο λαός ανταμείβει με ψήφους αντί να τιμωρεί το ανερμάτιστο τέτοιων συμπεριφορών.

Το άκρον άωτον της πολιτικής προκλητικότητας εκφράζεται όταν πασοκογενείς υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ επιτίθενται στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ (έγινε και επί Φώφης), με αφορμή την απόρριψη της πρότασης Τσίπρα για «συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων».

Ξάφνου ανακάλυψαν ότι «Αριστερά και ΠΑΣΟΚ είναι συγγενείς χώροι». Και διερωτάται ο πολίτης: Αφού θεωρούσαν το ΠΑΣΟΚ συγγενή προοδευτικό χώρο, γιατί το εγκατέλειψαν; Και γιατί το έκρυβαν τόσα χρόνια, αλλά μας το φανέρωσαν όταν έπαψαν να τακιμιάζουν με τον Πάνο Καμμένο και είδαν ότι είναι φυροί για να κατακτήσουν την εξουσία μόνοι τους; (Τα ερωτήματα έχουν αφορμή το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν αφορούν μόνο το ΠΑΣΟΚ. Αφορούν συνολικά το ήθος και τις παθογένειες της πολιτικής μας ζωής).

Παράλληλα ο Ανδρουλάκης, αφού απέρριψε ενδεχόμενο συνεργασίας με ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ (αν και αυτά θα μας τα δείξει η ζωή - ίσως και λίαν συντόμως), προέβη σε έναν πολιτικό διαχωρισμό θεσμικής ευταξίας, που επί ΣΥΡΙΖΑ είχε γίνει παρανάλωμα.

Είπε συγκεκριμένα: «Είμαστε στην απέναντι όχθη με αυτούς που μας καλούν σε προοδευτικά μέτωπα και έλεγαν στον λαό ότι κέρδισαν την κυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία, αναδεικνύοντας πως βλέπουν τη διάκριση των εξουσιών και το κράτος δικαίου» (όπερ δεν θα λέγαμε ότι είναι και τόσο συγγενικοί χώροι, όταν ο ένας λέει ότι σέβεται τη διάκριση των εξουσιών, και ο άλλος με παρωχημένους τριτοδιεθνιστικούς οραματισμούς ήθελε να τους ταπεινώσει, μετατρέποντας τους σε υπομόχλιο παραμονής του στην εξουσία).

Η μάχη στα… μαρμαρένια αλώνια της Κεντροαριστεράς, τώρα αρχίζει. Ο Ανδρουλάκης δεν συναρπάζει στο μπαλκόνι, αλλά έχει αρχίσει τη συγκρότηση ενός ρεαλιστικού προγράμματος. Ο Τσίπρας από την άλλη, διαθέτει την προσωπική γοητεία του δημεγέρτη, στον οποίο οι «αστικές» αρχές δεν αποτελούν πρώτιστη αγωνία του. Η συνέχεια επί της οθόνης.