Στην επόμενη παγκόσμια κρίση ίσως να μην υπάρχει «διασώστης»

Στην επόμενη παγκόσμια κρίση ίσως να μην υπάρχει «διασώστης»

Με μεγάλη αγωνία παρακολουθεί η διεθνής κοινότητα την ανάπτυξη στην Κίνα να επιβραδύνει επικίνδυνα σε μία περίοδο που οι μεγαλύτερες ανεπτυγμένες οικονομίες της Δύσης βρίσκονται στις παρυφές της ύφεσης. Αν η κατάσταση δεν βελτιωθεί μέσα στους προσεχείς μήνες, τότε στην επόμενη κρίση είναι πολύ πιθανό ο ασιατικός δράκος να μην μπορεί να… σώσει την παρτίδα.

Βλέπετε, στην προηγούμενη μεγάλη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, η Κίνα λειτούργησε ως «διασώστης», καθώς οι κινεζικές αρχές διέθεσαν τεράστια πακέτα οικονομικής στήριξης, δίνοντας έτσι στον πλανήτη την «ατμομηχανή» που έψαχνε από τη στιγμή που οι μεγαλύτερες οικονομίες παρέπαιαν. 

Σήμερα, λοιπόν, υπάρχει ο κίνδυνος να δούμε ήπια ύφεση και στη συνέχεια στασιμοπληθωρισμό στις ΗΠΑ, βαθύτερη ίσως ύφεση στην Ευρώπη, ανάλογα με τις εξελίξεις με το ρωσικό φυσικό αέριο, και παράλληλα μία Κίνα να χάνει τον βηματισμό της. Η κινεζική οικονομία των 17,7 τρισ. δολαρίων, η οποία μέσα στην επόμενη πενταετία ενδέχεται να εκθρονίσει τις ΗΠΑ και να γίνει η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, τράβηξε… απότομα χειρόφρενο στο τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου.

Ήταν τόσο μεγάλο το πλήγμα από το καθολικό lockdown στη Σαγκάη, που το κινεζικό ΑΕΠ μεγεθύνθηκε μόλις κατά 0,4% σε σύγκριση με το β’ τρίμηνο του 2021 και συρρικνώθηκε κατά 2,6% σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο του 2022.

Στο σύνολο του πρώτου εξαμήνου, το ΑΕΠ αναπτύχθηκε κατά 2,5% με τον στόχο των κινεζικών αρχών για το σύνολο του 2022 να είναι στο 5,5%. Θα καταφέρει η Κίνα να ανακάμψει εντυπωσιακά στο β’ εξάμηνο και να καλύψει το κενό που αφήνει στην παγκόσμια οικονομία; Μάλλον όχι, αφού τα απογοητευτικά στοιχεία της περασμένης Παρασκευής ανάγκασαν τους αναλυτές να σπεύσουν να υποβαθμίσουν τις προβλέψεις για το σύνολο του 2022.

Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις της Goldman Sachs, η Κίνα θα εμφανίσει πολύ φτωχή ανάπτυξη της τάξης του 3,3% φέτος, έναντι 4% που ήταν η προηγούμενη – υποβαθμισμένη και αυτή - πρόβλεψη. Πρόκειται για μία οικονομία που καλπάζει κάθε χρόνο με ρυθμό άνω του 6%, τα τελευταία 20 χρόνια και με μοναδική εξαίρεση το 2020, τη χρονιά της πανδημίας, όταν και πάλι αναπτύχθηκε αλλά κατά 2,2%. Μάλιστα, σε δέκα από τα τελευταία είκοσι έτη έχει αναπτυχθεί με ρυθμό άνω του 10%.

Είναι σαφές ότι η Κίνα είναι πολύ σημαντική για ολόκληρη την υφήλιο. Είναι το «εργοστάσιο» της παγκόσμιας οικονομίας, λειτουργεί και ως «ατμομηχανή», ενώ τελευταία αποτελεί και από τους σημαντικότερους καταναλωτές, μετά τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. Παρά την απογοητευτική ανάπτυξη του β’ τριμήνου, τα στοιχεία του Ιουνίου έχουν μέχρι στιγμής εμφανιστεί καλύτερα των προσδοκιών, ωστόσο η Κίνα συνεχίζει να έχει άλυτα προβλήματα, με σημαντικότερο την «zero covid» πολιτική.

Αν ο αριθμός των νέων κρουσμάτων εκτιναχθεί εκ νέου και οι αρχές επιβάλλουν αυστηρά lockdown τύπου Σαγκάης, η κινεζική οικονομία θα εμφανίσει φέτος μία από τις χειρότερες επιδόσεις των τελευταίων 50 ετών. Ο κλάδος του real estate αντιμετωπίζει και αυτός προβλήματα εδώ και χρόνια, τα οποία αναδύθηκαν πέρσι μετά την χρεοκοπία του κολοσσού Evergrande, ενώ η Goldman θεωρεί ότι ο κλάδος που θα υπεραποδώσει θα είναι των κρατικών επενδύσεων σε έργα υποδομών.

Η αμερικανική τράπεζα εκτιμά ότι η κατανάλωση θα αυξηθεί μόλις κατά 1% φέτος σε πραγματικούς όρους, ενώ οι επενδύσεις θα αναπτυχθούν κατά 4% αλλά θα συνεισφέρουν το μισό από το φετινό ΑΕΠ, όταν το 2019 η συνεισφορά τους διαμορφώθηκε στο… ταπεινό 28%. Το εμπορικό πλεόνασμα αναμένεται στο 4,3% του ΑΕΠ το 2022 έναντι 3,8% το 2021 και το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στο 1,9% του ΑΕΠ από 1,8% πέρσι. 

Μόνο τον Ιούνιο, το εμπορικό πλεόνασμα αγαθών εκτινάχθηκε στα 98 δις. δολάρια, ένα αστρονομικό νούμερο που αποτελεί ιστορικό υψηλό και έχει τη δυναμική να αντισταθμίσει όλες τις εκροές που σημειώθηκαν σε μετοχές και ομόλογα στο δίμηνο Φεβρουαρίου-Μαρτίου και εκτιμώνται στα 81 δισ. δολάρια. Η Κίνα, λοιπόν δεν έχει χάσει ακόμη τη δύναμή της αλλά βρίσκεται σε μία φάση που κυρίως η πανδημία αποτελεί τον νούμερο ένα κίνδυνο, ενισχύοντας την αβεβαιότητα για τον ερχόμενο χειμώνα.