Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Η πολιτική της λιτότητας που εφαρμόζει η ΕΚΤ στις «προβληματικές» χώρες -κι όχι μόνο- έχει δημιουργήσει ένα αίσθημα αντιευρωπαϊσμού, κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Αρκετές φορές οι ευρωπαίοι πολίτες διαπιστώνουν πως υπάρχει η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων, κάτι που ενισχύει το αντιευρωπαϊκό τους μένος.
Από την κρίση του 2008 κι έπειτα, παρόλο που η ΕΚΤ διέθεσε ένα πακτωλό χρημάτων, δεν κατάφερε να μειώσει την ανεργία και να δημιουργήσει ανάπτυξη στα κράτη-μέλη της, απεναντίας επέβαλε ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο όπως αποδεικνύεται μετέφερε τα πλεονάσματα του ευρωπαϊκού νότου στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και δη στην Γερμανία.
Αρκετοί ήταν εκείνοι οι οποίοι προειδοποιούσαν πως η ευρωπαϊκή οικονομική ένωση δεν θα έχει καμία τύχη χωρίς πρώτα να υπάρξει μία πολιτική ένωση. Το ποιες χώρες ευνοήθηκαν από την είσοδό τους στην ευρωζώνη είναι λίγο έως πολύ γνωστό, το θέμα όμως είναι ποιες χώρες θα βγουν ισχυρότερες από ότι πριν μπουν σε αυτήν, σε ένα ενδεχόμενο (ίσως όχι και τόσο μακρινό) διάλυσής της.
Παρακάτω θα εξετάσουμε μερικούς βασικούς μακροοικονομικούς δείκτες, στην προσπάθειά μας να διαπιστώσουμε σε τι κατάσταση βρίσκονται οι περισσότερες χώρες που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή οικονομική ένωση, καθώς και κάποιες οι οποίες βρέθηκαν σε ειδικά προγράμματα (μνημόνια) από τα οποία έχουν απαλλαχθεί.
Χώρες όπως η Εσθονία, η Λετονία ή η Μάλτα δεν συμμετέχουν στην προσπάθειά μας αυτή, καθώς οι οικονομίες τους αποτελούν ένα μικρό μόνο μέρος του ΑΕΠ των χωρών της ευρωζώνης, ενώ η εξέταση δεν περιλαμβάνει ούτε την Ελλάδα αφού γνωρίζουμε όλοι μας την οικονομική κι όχι μόνο κατάσταση που επικρατεί στην χώρα τα τελευταία έξι χρόνια.
Η εξέτασή μας περιλαμβάνει μόνο τον προϋπολογισμό κάθε χώρας (πλεονασματικός ή ελλειμματικός), το εμπορικό ισοζύγιο που αποτελεί ένα βασικό μέτρο οικονομικής ευημερίας, την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου κάθε χώρας το οποίο δείχνει το κόστος δανεισμού, καθώς επίσης και το φόρο που επιβάλλεται στα φυσικά πρόσωπα όπως επίσης και τον μέσο μηνιαίο μισθό που υπάρχει σε αυτές.
Φυσικά θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν κι άλλοι μακροοικονομικοί δείκτες αλλά καλό θα ήταν να περιορίσουμε την εξέταση μας μόνο σε αυτούς. Ο φόρος φυσικών προσώπων αλλά και ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι ένα δείγμα της κατάστασης που επικρατεί μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, καθώς μπορεί ο φόρος να παραμένει υψηλός στην πλειονότητα αυτών, αλλά ο μέσος μισθός αποδεικνύει τις ανισότητες μεταξύ τους.
Ξεκινώντας από την Ισπανία διαπιστώνουμε πως το έλλειμμα του προϋπολογισμού της ανέρχεται στο 4,80% του ΑΕΠ, ενώ το εμπορικό της ισοζύγιο εμφανίζει έλλειμμα €1,793 δισ. με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου της να βρίσκεται στο 1,67%, δίνοντάς της τη δυνατότητα να δανείζεται με σχετικά χαμηλό κόστος. Παρά τα εσωτερικά δημοσιονομικά της προβλήματα ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων ανέρχεται στο 52% ενώ ο μηνιαίος βασικός μισθός βρίσκεται στα €764.
Η Πορτογαλία η οποία αντιμετωπίζει σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα και βρέθηκε σε πρόγραμμα λιτότητας («μνημόνιο»), εμφανίζει έλλειμμα προϋπολογισμού 4,20% του ΑΕΠ, ενώ ελλειμματικό είναι και το εμπορικό της ισοζύγιο κατά €1,128 δισ. και εμφανίζει μαζί με την Ελλάδα την υψηλότερη απόδοση δεκαετούς ομολόγου η οποία ανέρχεται στο 3,53% (με την απόδοση του ελληνικού δεκαετούς σε πολύ υψηλότερα επίπεδα). Προφανώς μία μικρή χώρα όπως η Πορτογαλία με περιορισμένες δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης και υψηλό χρέος θα περίμενε κανείς να έχει και υψηλό φορολογικό συντελεστή φυσικών προσώπων. Απεναντίας, βρίσκεται στο 21% με τον μηνιαίο βασικό μισθό να είναι στα €618 - από τους χαμηλότερους στην ευρωζώνη (μαζί με την Ελλάδα).
Μία εκ των δύο μεγαλύτερων οικονομικά και πολιτικά χωρών της Ευρώπης είναι η Γαλλία, η οποία τα τελευταία χρόνια δείχνει να «ευθυγραμμίζεται» με τις οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις του Βερολίνου - κι αυτό όχι αδικαιολόγητα αφού δημοσιονομικά βρίσκεται σε δεινή θέση. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της αποτελεί το 3,70% του ΑΕΠ, ενώ το έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου φθάνει τα €3,943 δισ. Ο φόρος φυσικών προσώπων είναι ιδιαίτερα υψηλός στο 48%, ενώ ο μηνιαίος βασικός μισθός είναι €1.457,52. Παρά τα δημοσιονομικά της προβλήματα η απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου είναι 0,53% δίνοντας της την ευχέρεια να δανείζεται με χαμηλό κόστος.
Η μόνη χώρα η οποία παρά το μεγάλο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπισε το 2008, έπειτα από την κατάρρευση των τραπεζών της -και κατάφερε να βγει από την μέγγενη των μνημονίων και να δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης- είναι η Ιρλανδία. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της βρίσκεται στο 1,80% του ΑΕΠ, ενώ εμφανίζει πλεόνασμα του εμπορικού της ισοζυγίου ύψους €3.969.000. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων είναι στο 48%, ενώ ο μηνιαίος βασικός μισθός βρίσκεται στα €1.546,30. Η «ανταμοιβή» των προσπαθειών της Ιρλανδίας όσον αφορά τα δημοσιονομικά της είναι η χαμηλή απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου, το οποίο είναι στο 0,88%.
Η πιο προβληματική βιομηχανική χώρα της Ευρώπης είναι η Ιταλία, με το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της να βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της αγγίζει το 2,60% του ΑΕΠ με το πλεόνασμα του εμπορικού της ισοζυγίου να βρίσκεται στα €6,021 δισ. Και η Ιταλία διαθέτει υψηλό φόρο φυσικών προσώπων που βρίσκεται στο 47,90%, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός ανέρχεται στα €2.167,84. Τα σημαντικά δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας διατηρούν σε σχέση με τις υπόλοιπες βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης υψηλά την απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου στο 1,54%.
Η Κύπρος πρόσφατα εξήλθε του μνημονίου όπου βρισκόταν τα τελευταία χρόνια με το έλλειμμα του προϋπολογισμού της να βρίσκεται στο 1% του ΑΕΠ. Η χώρα εμφανίζει έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο ύψους €318.959.000, διαθέτοντας από τους χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές 35% φυσικών προσώπων στην Ευρώπη με τον μέσο μηνιαίο μισθό να ανέρχεται στα €1.738.
Από τις σημαντικότερες εμπορικές χώρες της Ευρώπης αποτελεί η Ολλανδία όπου το έλλειμμα του προϋπολογισμού της ανέρχεται στο 2,20% του ΑΕΠ ενώ εμφανίζει πλεόνασμα εμπορικού ισοζυγίου €3,111 δισ. Η Ολλανδία διαθέτει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην ευρωζώνη 52% με τον μέσο μηνιαίο μισθό να ανέρχεται στα €2.245 ενώ η απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου βρίσκεται λίγο υψηλότερα από αυτήν του γερμανικού στο 0,32% δίνοντας την δυνατότητα στην Ολλανδία να αναχρηματοδοτεί το χρέος της με χαμηλό κόστος.
Στο Βέλγιο βρίσκεται η έδρα της ευρωπαϊκής ένωσης ενώ κατά το παρελθόν υπήρξε μία μακρά περίοδος όπου η χώρα δεν είχε Κυβέρνηση. Και το Βέλγιο εμφανίζει ελλειμματικό προϋπολογισμό που φθάνει στο 2,90% του ΑΕΠ ενώ το πλεόνασμα του εμπορικού της ισοζυγίου ανέρχεται στα €1,483 δισ. Ο φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη 53,70% ενώ ο μηνιαίος βασικός μισθός ανέρχεται στα €1.501,82. Και το Βέλγιο απολαμβάνει χαμηλό κόστος δανεισμού με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου του να βρίσκεται στο 0,66%.
Την «καρδιά» της ευρωζώνης αποτελεί η Γερμανία, η οποία για πρώτη φορά πέρσι εμφάνισε πλεονασματικό προϋπολογισμό στην ιστορία της που ανέρχεται στο 0,50% του ΑΕΠ. Φυσικά διαθέτει και το μεγαλύτερο πλεόνασμα εμπορικού ισοζυγίου στην ευρωζώνη ύψους €18,80 δισ., με το φόρο φυσικών προσώπων να ανέρχεται στο 47,5% και με τον μέσο μηνιαίο μισθό να είναι στα €3.527 (ο υψηλότερος στην ευρωζώνη). Όπως είναι λογικό με τέτοια δημοσιονομική κατάσταση η απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου βρίσκεται στο 0,18%, ενώ κατά το παρελθόν βρέθηκε ακόμη και σε αρνητικές τιμές!
Η Αυστρία αποτελεί μία εκ των χωρών που ανήκουν στον «στενό» πυρήνα της ευρωζώνης και που ακολουθούν την γερμανική πολιτική γραμμή. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της ανέρχεται στο 1,60% του ΑΕΠ, ενώ το πλεόνασμα του εμπορικού της ισοζυγίου βρίσκεται στα €457,1 εκατ. Από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές φυσικών προσώπων στην ευρωζώνη εμφανίζει η χώρα, ο οποίος ανέρχεται στο 50%, ενώ μέσος μηνιαίος μισθός ανέρχεται στα €2.554,6. Και η Αυστρία χαίρει χαμηλού κόστους δανεισμού μιας και η απόδοση του δεκαετούς της ομολόγου ανέρχεται στο 0,51%.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό από τα παραπάνω, η Γερμανία φαίνεται να βγαίνει κερδισμένη από μία ενδεχόμενη διάλυση της ευρωζώνης, κι αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι το προηγούμενο έτος εμφάνισε για πρώτη φορά στην ιστορία της πλεονασματικό προϋπολογισμό, ενώ έχει την δυνατότητα να δανείζεται, επίσης για πρώτη φορά, με σχεδόν μηδενικά επιτόκια.
Θα μπορούσε όμως να αναρωτηθεί κανείς πως, αφού βρίσκεται σε θέση ισχύος έναντι των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης, και μιας και επηρεάζει αρκετές από αυτές, θα μπορούσε να «κατασκευάσει» μια δικαιολογία η οποία θα οδηγούσε σε διάλυση της οικονομικής ένωσης.
Μας διαφεύγει μία μικρή πλην όμως σημαντική λεπτομέρεια: η κατάσταση των γερμανικών τραπεζών, όπως πριν από λίγο καιρό αποκαλύφθηκε με την ναυαρχίδα του τραπεζικού της κλάδου Deutsche Bank, βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση. Υποθετικά η Γερμανία θα περίμενε μερικά χρόνια ακόμη, ώστε η διάσωση των γερμανικών τραπεζών να γίνει από τους ευρωπαίους πολίτες μέσω ΕΚΤ (η οποία είναι ένας εκ των βασικότερων μετόχων της) και ύστερα θα έχει όλο το χρόνο ώστε να αποφασίσει.
Όπως πάντα, ο χρόνος θα δείξει…