Κίνδυνος παραπομπής στο Ε.Δ. για τα «φέσια» του ελληνικού Δημοσίου

Κίνδυνος παραπομπής στο Ε.Δ. για τα «φέσια» του ελληνικού Δημοσίου

Αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της παραπομπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο βρίσκεται η Ελλάδα λόγω της συνεχιζόμενης τακτικής του ελληνικού Δημοσίου να μην πληρώνει εγκαίρως τους προμηθευτές του.

Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, και με την αξιολόγηση να παραμένει ανοικτή, το ελληνικό δημόσιο έχει κηρύξει παρατεταμένη στάση πληρωμών, με τα επίσημα στοιχεία να δείχνουν περαιτέρω αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ελληνικού δημοσίου προς τους προμηθευτές του στα επίπεδα των περίπου 3,8 δις. ευρώ.

Πέρα από τις σημαντικές καθυστερήσεις που έχουν στεγνώσει την αγορά κι έχουν επιτείνει την ύφεση της οικονομίας, πάγια τακτική του δημοσίου παραμένουν κι οι εκβιαστικού τύπου πρακτικές, καθώς ακόμα κι όταν αποφασίσει να πληρώσει με μεγάλες καθυστερήσεις αξιώνει από τους προμηθευτές του να παραιτηθούν των νόμιμων τόκων και της δυνατότητάς τους να προσφύγουν σε ένδικα μέσα, καθώς σε διαφορετική περίπτωση δεν πρόκειται να πληρωθούν.

Όλα αυτά, βέβαια, αποτελούν κατάφωρη παραβίαση της νομιμότητας και του κοινοτικού δικαίου κι έχουν οδηγήσει τη χώρα στα πρόθυρα της παραπομπής στο ευρωπαϊκό δικαστήριο, καθώς το Μεγάλο Σάββατο 15 Απριλίου εκπνέει η προθεσμία που έχει δοθεί στην ελληνική κυβέρνηση να συμμορφωθεί με το κοινοτικό δίκαιο ώστε να αποφύγει την παραπομπή.

Το θέμα έχει φτάσει εδώ και καιρό στα αρμόδια κοινοτικά όργανα από εταιρείες – προμηθευτές του Δημοσίου. Όπως σημειώνει ο κ. Αθανάσιος Κατσαρός, δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο ACE LAWYERS Καραμπάτσος – Παππάς – Κατσαρός, που έχει οδηγήσει σχετική υπόθεση στα αρμόδια κοινοτικά όργανα, «στις 15 Φεβρουαρίου 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέστειλε συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή προς τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της υπόθεσης παράβασης που αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2011/7/ΕΕ για τις καθυστερήσεις πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές (αριθμός αναφοράς NIF (2010) 4206). Η Επιτροπή ζητεί τη λήψη μέτρων από την Ελλάδα προκειμένου να προβεί σε κατάργηση νομοθεσίας, η οποία καταργεί δικαιώματα πιστωτών σε τόκους και αποζημίωση.

Οι ελληνικές αρχές έχουν πλέον προθεσμία μέχρι τις 15 Απριλίου για να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα τα οποία προτίθενται να εφαρμόσουν για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Με βάση την απάντηση των ελληνικών αρχών, η Επιτροπή θα αποφασίσει εάν θα παραπέμψει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή θα θέσει την υπόθεση στο αρχείο.»

Ποια είναι όμως η νομοθεσία στην οποία αναφέρεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και για ποιο λόγο θεωρείται ότι το Ελληνικό Δημόσιο παραβιάζει την οδηγία 2011/7/ΕΕ για τις καθυστερήσεις πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές;
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Το 2011 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε την οδηγία 2011/7/ΕΕ για τις καθυστερήσεις πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, με την οποία αντικατέστησε την προγενέστερη οδηγία 200/35/ΕΚ. Τα κράτη-μέλη όφειλαν να ενσωματώσουν την νέα οδηγία στα εθνικά τους δίκαια έως την 16η.3.2016. Η εν λόγω οδηγία μεταφέρθηκε, αν και όχι αυτούσια αρχικά, στην ελληνική έννομη τάξη, με την παράγραφο Ζ του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ Α 107 9.5.2013), έχοντας ισχύ από 16.3.2013 και μετά.

Οι κυριότερες ρυθμίσεις της άνω Οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες αρχές είναι:

Α) Η υποχρέωση των δημοσίων αρχών να καταβάλλουν το τίμημα των πωληθέντων σε αυτές προϊόντων και των παρεχόμενων σε αυτές υπηρεσιών εντός 30 ημερών ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις εντός 60 ημέρων (όπως πχ οι δημόσιες αρχές στο τομέα της Υγείας).

Β) Από την πάροδο της προθεσμίας αυτής οφείλουν τόκους υπερημερίας στους αντισυμβαλλόμενούς τους, δίχως να απαιτείται όχλησή τους εκ μέρους του πιστωτή.

Γ) Το επιτόκιο των οφειλομένων τόκων υπερημερίας αυξάνεται κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Δ) Σε περίπτωση καθυστερημένης εξόφλησης οι πιστωτές των δημοσίων αρχών δικαιούνται κατ' αποκοπή 40 ευρώ ως αποζημίωση για κάθε τιμολόγιο καθώς και εύλογη αποζημίωση για οποιαδήποτε σχετικά υπολειπόμενα έξοδα είσπραξης, που οφείλονται στην καθυστερημένη πληρωμή.

Ε) Συμβατικός όρος ή πρακτική που αποκλείει τη χρέωση τόκου για την καθυστέρηση της πληρωμής έχει κατάφωρα καταχρηστικό χαρακτήρα και οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προς όφελος των δανειστών ώστε να αποτρέπεται η συνέχιση της χρησιμοποίησης συμβατικών όρων και πρακτικών κατάφωρα καταχρηστικών.

Όμως το ελληνικό δημόσιο, παρά τις ως άνω ρητές επιταγές της οδηγίας 2011/7/ΕΕ, παρά το γεγονός ότι η έγκαιρη εξόφληση των πιστωτών του αποτελεί, εκτός των άλλων, ανειλημμένη μνημονιακή του υποχρέωση, όχι μόνο δεν αποτρέπει τη χρησιμοποίηση όρων και πρακτικών εμφανώς καταχρηστικών αλλά απεναντίας προβαίνει στη νομοθέτηση τέτοιων!

Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματός μας, το κοινοτικό δίκαιο έχει υπερνομοθετική ισχύ, ήτοι υπερισχύει κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου της εσωτερικής έννομης τάξης.

Συγκεκριμένα το δημόσιο με σειρά νομοθετημάτων ήδη από το έτος 2013, με τελευταίο τον ν. 4366/2016, που αφορά τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών νοσηλευτικών ιδρυμάτων που έχουν δημιουργηθεί μέχρι 31.12.2015, ζητεί από τους πιστωτές τους, προκειμένου τους καταβάλει την αξία των πωληθέντων προϊόντων ή των προσφερομένων υπηρεσιών την παραίτησή τους από οποιαδήποτε άλλη αξίωση και ένδικο μέσο συμπεριλαμβανομένων και των τόκων υπερημερίας.

Όπως σημειώνει ο κ. Κατσαρός, με δεδομένο ότι η υιοθέτηση της Οδηγίας 2011/7/ΕΕ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως δικαιολογητικό λόγο είχε την προστασία των επιχειρήσεων από την καθυστέρηση στην καταβολή των οφειλομένων από τους πιστωτές τους, την ενίσχυση της ρευστότητάς τους που συνεχίζει να πλήττεται βάναυσα λόγω της ολοένα διογκούμενης οικονομικής κρίσης και η οποία αποτελεί το βασικό συστατικό για την περαιτέρω ανάπτυξή τους, η ακολουθούμενη από το δημόσιο ως πρακτική είναι εμφανώς αντίθετη με αυτά».

Πολύ συχνά, βέβαια, οι εταιρείες συναινούν στον τρόπο τινά εκβιασμό από την πλευρά του δημοσίου και παραιτούνται των δικαιωμάτων τους καθώς δεν έχουν στην ουσία καμία άλλη επιλογή . Κι αυτό γιατί οι μεν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λόγω των καθυστερήσεων στις πληρωμές βρίσκονται εμπρός στο φάσμα της πτώχευσης και η δια της δικαστικής οδού διεκδίκησή τους είναι μακροχρόνια (κατά τον ν. 3068/2002 για να εκτελεστεί απόφαση κατά του δημοσίου πρέπει να καταστεί αμετάκλητη), οι δε πιο μεγάλες, δεν επιθυμούν να διαταραχθούν οι σχέσεις τους με το δημόσιο..