Κάθε φορά που λέμε «όχι» τα πράγματα γίνονται χειρότερα

Κάθε φορά που λέμε «όχι» τα πράγματα γίνονται χειρότερα

Του Βασίλη Γεώργα

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος φέρεται να είναι εκείνος που χθες το βράδυ δεν αποδέχθηκε το πακέτο συμβιβασμού που πρότειναν στην Ελλάδα οι δανειστές για το χρέος. Η ελληνική πλευρά προτίμησε να κλωτσήσει το τενεκεδάκι λίγο πιο μακριά εκτιμώντας ότι η καθυστέρηση μπορεί να αποβεί ωφέλιμη για τις διεκδικήσεις της χώρας ή ότι ο χρόνος θα κάνει λιγότερο επώδυνη την αποδοχή μιας εξαιρετικά δύσκολης συμφωνίας όπως αυτή που προωθείται.

Προφανώς μια λύση που δεσμεύει την οικονομία σε πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 2,2% του ΑΕΠ για 40 χρόνια μετά το 2022 (μέχρι τότε τα πλεονάσματα θα είναι στο 3,5%) και δεν εξειδικεύει επαρκώς τις επιμέρους παρεμβάσεις που θα γίνουν στο χρέος ώστε η κυβέρνηση να μπορεί να την υποστηρίξει επικοινωνιακά, δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να έχει στα χέρια της η κυβέρνηση. Η εμπειρία, όμως, έχει δείξει πως κάθε φορά που καθυστερούμε με δική μας πρωτοβουλία το πακέτο των αποφάσεων γίνεται όλο και βαρύτερο. Το πακέτο αυτό στις βασικές αρχές του πολύ δύσκολα θα αλλάξει στις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν.

Το αν τα πλεονάσματα για τα επόμενα 40 χρόνια θα είναι 2,2% ή 2% παίζει σημαντικό ρόλο καθώς από τη διαφορά αυτή θα βρεθεί το πεδίο «ελάφρυνσης» του χρέους, όμως στο τέλος της ημέρας είναι η Ελλάδα που τελικά καλείται μέσα από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα καλείται να σηκώσει το κύριο βάρος της βιωσιμότητας του χρέους εξοφλώντας τόκους ίσους με το 100% του ΑΕΠ της ως το 2042.  

Η συγκυρία με τις διαφωνίες μεταξύ Βερολίνου και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι ευνοϊκή ώστε το μερίδιο της ευθύνης για το ότι δεν είχαμε συμφωνία χθες το βράδυ παρά τις προσδοκίες που καλλιεργούνταν, να μοιραστεί.

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έσπευσε να δηλώσει πως η απόφαση για την καθυστέρηση ήταν ομόφωνη, «καθώς έχει δημιουργηθεί τεράστια απόσταση μεταξύ των δανειστών και χρειάζεται περισσότερη δουλειά για να υπάρξει η απαραίτητη καθαρότητα και η σαφήνεια,  την οποία θα κατανοούν και οι αγορές αλλά και οι έλληνες πολίτες». Όμως το πακέτο ήταν εκεί και η ελληνική κυβέρνηση προτίμησε για τους δικούς της λόγους να μην το σηκώσει, παρατείνοντας έτσι και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης που θα έθετε τις βάσεις για εκταμίευση της δόσης.

Μένει τώρα να φανεί αν οι επόμενες τρεις εβδομάδες θα επιτρέψουν στις τρεις πλευρές του τραπεζιού να καταλήξουν σε κάτι καλύτερο ή σε κάτι χειρότερο από αυτό που βρίσκονταν χθες στο τραπέζι. Οι αιχμές του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάιζελμπλουμ πως το ΔΝΤ χρειάζεται να αναθεωρήσει τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη της οικονομίας (συνεπώς να δεχθεί υψηλότερα πλεονάσματα) και να δεχτεί ως βάση της συμφωνίας, τις αποφάσεις του περσινού Μαϊου, προδικάζουν οριακές διαπραγματεύσεις που θα μας οδηγήσουν πολύ κοντά πλέον στην περίοδο πληρωμής των δανείων ύψους 7,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2017.

(Φωτογραφία: SOOC)