Δεν βγαίνουν τα νούμερα, προετοιμάζουν 4ο μνημόνιο

Δεν βγαίνουν τα νούμερα, προετοιμάζουν 4ο μνημόνιο

Του Βασίλη Γεώργα

Η μεγάλη διακύβευση του σημερινού Eurogroup δεν είναι να επιτευχθεί μια τελική συμφωνία κυβέρνησης – δανειστών αλλά να αποφευχθούν καταστάσεις ακραίας πόλωσης που θα μπορούσαν πλέον να στοιχίσουν ακριβά στην Ελλάδα.

Οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις κυβέρνησης και δανειστών που διαρκούν ήδη έξι μήνες χωρίς να υπάρχει ορατή προοπτική να ολοκληρωθούν άμεσα, δείχνουν ότι αυτό που ξεκίνησε τον περασμένο Φθινόπωρο ως μια τυπική αξιολόγηση της πορείας του προγράμματος, έχει ήδη εξοκείλει των στόχων του και εξελίσσεται σταδιακά στην προετοιμασία του επόμενου μνημονίου. Ο κίνδυνος της αστοχίας είναι πλέον ορατός και αποτελεί επαρκή λόγο ώστε η κυβέρνηση να εξετάζει σοβαρά την προσφυγή στις κάλπες ακόμη και αν στο μεσοδιάστημα επιχειρήσει να κλείσει μια συμφωνία με τους δανειστές.  

Η χώρα έχει εγκλωβιστεί βαθιά μέσα στην παγίδα των αριθμών ενός προγράμματος που σχεδόν ένα χρόνο πριν την ολοκλήρωσή του απειλείται ήδη με εκτροχιασμό την ίδια στιγμή που η κυβερνώσα παράταξη  είχε θεωρήσει ότι ο εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη θα βοηθούσε ώστε με μπαλώματα να κερδηθεί πολιτικός και οικονομικός χρόνος.

Η επιστροφή της οικονομίας στην ύφεση το τελευταίο τρίμηνο του 2016 και η βαθύτερη βουτιά της στο πρώτο τρίμηνο φέτος, έχει ήδη βάλει στο τραπέζι το ενδεχόμενο να ζητηθούν πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα ήδη από τον Απρίλιο – Μάιο όταν θα επικυρωθούν τα επίσημα στοιχεία της Eurostat και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεωρήσει επί τα χείρω τις φιλόδοξες προβλέψεις της για το ρυθμό ανάπτυξης στην Ελλάδα.  Το σενάριο αυτό αν επαληθευτεί, θα ισοδυναμούσε με άλμα στο κενό για την κυβέρνηση καθώς έχουν ήδη αποφασιστεί και μένει να ψηφιστούν περικοπές συντάξεων και αυξήσεις φόρων 4 δισ. ευρώ που είναι υπό συζήτηση αν θα εφαρμοστούν από το 2018 ή το 2019.

Το πρόβλημα είναι και πάλι ότι οι δύο βασικοί παίκτες και συνδιαμορφωτές του ελληνικού προγράμματος -ΔΝΤ και Βερολίνο- εκτιμούν ότι τα νούμερα δεν βγαίνουν καθώς τα οι επιδόσεις των πλεονασμάτων θεωρούνται «πέτσινες» ενώ η προοπτική ανάπτυξης δεν υπάρχει στον ορίζοντα.

Δεδομένου ότι ελάφρυνση χρέους που να δημιουργεί χώρο για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον μέχρι το 2021-2022 δεν προβλέπεται, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να συμβιώνει με τη λιτότητα.

  Όλη αυτή η συζήτηση που περιστρέφεται γύρω από μια διαρκώς επεκτεινόμενη μαύρη τρύπα την οποία η κυβέρνηση στα τελευταία δύο χρόνια βάθυνε περισσότερο, είναι αδιέξοδη.

Η «παραδοχή» Σκουρλέτη δείχνει ότι όλο και περισσότεροι πλέον συμφωνούν ότι το πρόγραμμα δεν βγαίνει και  θεωρούν ως πιθανότερη εξέλιξη η χώρα τελικά να μην επιτύχει τον στόχο της αυτόνομης χρηματοδότησης της από τις αγορές το επόμενο καλοκαίρι. Αυτό εκ των πραγμάτων ενισχύει την εκτίμηση ότι η χώρα θα χρειαστεί αργά ή γρήγορα  κάποιου είδους «τέταρτο μνημόνιο» από την ευρωζώνη. Το ερώτημα είναι ποιος από το πολιτικό σύστημα και υπό ποιες συνθήκες θα κληθεί να σηκώσει στις πλάτες του.