Δεν υπάρχει «φτηνό» ή «ακριβό» στις αγορές – Υπάρχει μόνο ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης

Δεν υπάρχει «φτηνό» ή «ακριβό» στις αγορές – Υπάρχει μόνο ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης

Πάντα οι περισσότεροι ψάχνουν να βρουν γιατί πέφτει ή ανεβαίνει μία τιμή. Αυτό μπορεί να αφορά από ένα ακίνητο, τα φρούτα στον πάγκο της λαϊκής, μία ιατρική μάσκα, ένα ζεύγος νομισμάτων, το bitcoin ή τις τιμές των μετοχών στο χρηματιστήριο.

Σε κάθε περίπτωση οι τιμές ανεβαίνουν γιατί υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση από προσφορά και πέφτουν γιατί η προσφορά είναι μεγαλύτερη από την ζήτηση.

Στην περίπτωση των ακινήτων η κορύφωση ήρθε το 2007 και έκτοτε ξεκίνησε η κρίση ρίχνοντας την ζήτηση με τις τράπεζες να σταματάνε να δανείζουν με την ζήτηση να πέφτει κάθετα μαζί με τις αξίες και παράλληλα οι δανεισμένοι να μην μπορούν να πληρώσουν τα υφιστάμενα δάνεια με την προσφορά να μεγαλώνει μέρα με την μέρα.

H Χρυσή Βίζα ήταν αυτή που σταδιακά αύξηση την ζήτηση και παράλληλα και τις τιμές με ζεστό χρήμα να πέφτει στην αγορά από το εξωτερικό και σταδιακά να αρχίσει να ανοίγει και η στεγαστική πίστη.

Φυσικά η ζήτηση ξεκίνησε πρώτα από τα νότια και το κέντρο λόγω μεγαλύτερης ζήτησης με αποτέλεσμα να δούμε πολύ πιο γρήγορη άνοδο τιμών εκεί με τις άλλες περιοχές να ακολουθούν με αργότερους ρυθμούς. Στον πάγκο της λαϊκής μπορεί να δούμε υψηλές τιμές στα εκτός εποχής φρούτα μιας και η προσφορά είναι μικρότερη εκείνη την περίοδο ενώ υπάρχουν προϊόντα που λόγω καιρικών συνθηκών μπορεί να έχουν μικρή παραγωγή με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλυφτεί η ζήτηση με τις τιμές να σκαρφαλώνουν σημαντικά.

Στην περίπτωση της ιατρικής μάσκας και λόγω της κρίσης η ζήτηση ανέβηκε κατακόρυφα με την προσφορά να είναι μικρή, βλέποντας ακόμα και 20πλασιαμό τιμής, που σταδιακά άρχισε να επανέρχεται στα προ κρίσης επίπεδα μιας και η προσφορά μεγάλωσε σε μεγάλο βαθμό ρίχνοντας παράλληλα και τις τιμές.

Από την άλλη είδαμε για παράδειγμα την Τούρκικη λίρα να υποτιμάται σε μεγάλο βαθμό μιας και η προσφορά μεγάλωσε με τους περισσότερους να θέλουν να μετατρέψουν τις λίρες σε άλλα νομίσματα και την λίρα να τυπώνεται αρειμανίως μεγαλώνοντας την προσφορά.

Στην περίπτωση του bitcoin έχουμε μία συγκεκριμένη προσφορά που αλλάζει σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και συγκεκριμένο μέγεθος (πείτε το ΑΜΚ εν συντομία) με μία ζήτηση να μεγαλώνει μέρα με την μέρα χωρίς να έχει σημασία ο λόγος της ζήτησης.

Έτσι και στο χρηματιστήριο... όταν υπάρχουν περίοδοι που κάποιοι πουλάνε τις μετοχές χωρίς να έχουμε αντίστοιχα ζήτηση οι τιμές να πέφτουν και αντίστοιχα οι τιμές να ανεβαίνουν όταν έχουμε εισροές νέου χρήματος με τους πωλητές να είναι λιγότερο πρόθυμοι να πουλήσουν για λόγους που πάλι δεν έχουν σημασία.

Στην περίπτωση των μετοχών έχουμε και πάλι συγκεκριμένες μετοχές με εξαίρεση τις ΑΜΚ όταν αυτές γίνονται. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ξαφνικά έρθουν νέα 100 εκατομμύρια προς επένδυση στην αγορά οι τιμές θα ανέβουν και οι πωλητές θα βρεθούν με την αντίστοιχη ρευστότητα που θα ψάξει να βρει εταιρείες προς επανεπένδυση.

Όσο βλέπουμε νέες εισροές στην αγορά οι τιμές θα ανεβαίνουν και μάλιστα όχι μόνο σε καλές εταιρείες αλλά και στις «β διαλογής», μιας το χρήμα μέρα με την μέρα θα ψάχνει τίτλο που θεωρεί ότι θα ανέβει και ότι έχει μείνει φτηνός σε σχέση με άλλους.

Όλο αυτό το σκηνικό και για όσο συνεχίζονται οι εισροές και εκροές θα συνεχίζει να μεταλάσσεται.

Πάντα θα υπάρχει μία δικαιολογία στο γιατί συμβαίνει παρόλα αυτά όλα θα έχουν να κάνουν με την προσφορά και την ζήτηση.

Το 2012 ΟΤΕ και ΔΕΗ ή ΟΛΘ και ΜΠΕΛΑ κατέγραψαν τιμές εξαιρετικά χαμηλές σε σύγκριση με τη σημερινή περίοδο, και χωρίς λογική, μιας και η προσφορά ήταν πολύ μεγαλύτερη από την ζήτηση.

Οι λόγοι ήταν απλά αφορμές και είχαν να κάνουν και πάλι με την προσφορά και την ζήτηση.

Το 1999 η Κλωνατέξ ή η INTERSAT (που σήμερα δεν υπάρχουν καν σαν εταιρείες ) κατέγραψαν τιμές που δεν είχαν νόημα. Παρόλα αυτά ο λόγος που είδαμε την ανοδική έκρηξη και μετέπειτα τη φούσκα του 1999 ήταν θέμα μαζικής ζήτησης καταθετών που έξαφνα έμαθαν το χρηματιστήριο.

Αντίστοιχα αν κάποιος ψάξει να δει τα ιστορικά υψηλά των τραπεζών και τις σημερινές τους τιμές θα πρέπει να μας πει αν η Πειραιώς για παράδειγμα ήταν ακριβή όταν στις 9 Νοεμβρίου του 2007 που κατέγραφε τιμή 243.615 ευρώ ανά μετοχή (σωστά διαβάσατε διακόσιες σαράντα τρεις χιλιάδες ευρώ είχε πληρώσει ο έρημος εκείνος επενδυτής εκείνη την μέρα) ή φτηνή στις 30 Οκτωβρίου 2020 στα 0,51 λεπτά ήταν φτηνή.

Με όλα τα παραπάνω παραδείγματα τα φέρνουμε για να αποδείξουμε ότι δεν υπάρχει κάτι ακριβό ή φτηνό μιας και η προσφορά και η ζήτηση είναι αυτά που καταγράφουν τις τιμές. Το αν κάποιος αποφασίσει ότι το bitcoin δεν αποτιμάται και δεν το αγοράζει δεν σημαίνει ότι αυτό πήγε στις 30000 ή αντίστοιχα αν η Τesla έχει προεξοφλήσει χωρίς κέρδη ότι θα χτίσει στον Άρη αποικία δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πρόθυμοι αγοραστές να την αγοράσουν στα 700 δολάρια.

Αν παράδειγμα το 1/1000 των funds του εξωτερικού αποφασίσει να επενδύσει στην Ελλάδα το 0.2% των κεφαλαίων του σε μία θάλασσα ρευστότητας, πραγματικά είναι άγνωστο που θα βρεθεί η ρηχή αγοράς μας. Το ίδιο συνέβη και το 2012 ή το 2016 ή και το 2020 που είναι και πρόσφατο παράδειγμα. Το πώς κάποιος επενδυτής θα αντιμετωπίσει το χάος των τιμών είναι άλλη συζήτηση που μπορεί να μας πάρει καιρό..

Φυσικά ο κάθε επενδυτής είναι αυτός που θα πάρει τις αποφάσεις με βάση το ρίσκο που θέλει να αναλάβει επενδύοντας τα κεφάλαιά του.

Παρόλα αυτά μην μας κάνει εντύπωση αν πάλι στο μέλλον δούμε πάλι παράλογες αποτιμήσεις ή κινήσεις χωρίς λογική μιας και η αγορά κάνει κύκλους και ήδη έχουμε κλείσει πάνω από 20 χρόνια από το μακρινό 1999 με τις συνθήκες να μας επιτρέπουν να ελπίσουμε ότι νέα κεφάλαια ήδη έχουν αρχίσει να επενδύουν και φαίνεται να συνεχίζουν τόσο στην πραγματική οικονομία όσο και στο Ελληνικό χρηματιστήριο.

Φυσικά είναι πολύ νωρίς ακόμα να μιλήσουμε για υπερβολές παρόλα αυτά σχολιάζουμε για να καταλάβουμε ότι οι τιμές στο χρηματιστήριο είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.