Η κυβέρνηση έχει αποτύχει παταγωδώς να απελευθερώσει τα πανεπιστήμια και τη χώρα από την ανομία και αυτό αν δεν το διορθώσει θα το πληρώσει πρώτα η ίδια και μετά όλοι μας.
Την περασμένη εβδομάδα 30 «μπαχαλάκηδες» του ΑNΤΑΡΣΥΑ εισέβαλαν στην εκδήλωση για τα Τέμπη στον Ιανό και αν δεν τους πετούσαν έξω οι πολίτες που παρακολουθούσαν θα την διέλυαν.
Δυο μέρες αργότερα μερικοί κουκουλοφόροι εισέβαλαν σε εκδήλωση στη Νομική την διέλυσαν και έστειλαν στο νοσοκομείο έναν μεταπτυχιακό φοιτητή που τόλμησε να αντισταθεί.
Επεισόδια σημειώθηκαν επίσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), κυρίως γύρω από το Στέκι του Φυσικού όταν Ομάδα καταληψιών προχώρησε σε ανακατάληψη του χώρου, γεγονός που οδήγησε σε ένταση και συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις.
Δεν ξέρω αν τα παιδιά κάνουν «επαναστατική γυμναστική» αλλά αυτό που διαβάζω κι ακούω είναι πως η κυβέρνηση δεν κάνει σωστά την δουλειά για την οποία ψηφίστηκε να κάνει.
Όσοι την επικρίνουν έχουν δίκιο.
Μπορεί στην οικονομία να τα πηγαίνει καλά ( γιατί ενδεχομένως βοηθάει και η συγκυρία), να αντιμετώπισε την πανδημία και την Τουρκία με απρόβλεπτη επιτυχία πριν 2-3 χρόνια στον Έβρο και τη ΝΑ Μεσόγειο, αλλά στην επαναφορά τη εσωτερικής τάξης έχει αποτύχει.
Οι συμμορίες που λυμαίνονται τα πανεπιστήμια και τις πλατείες της χώρας δεν αθροίζουν περισσότερα από 200-300 άτομα. Οποιοσδήποτε θελήσει να τους εξουδετερώσει μπορεί να τους ταυτοποιήσει και στην πρώτη παρανομία να επιβάλει παραδειγματικές τιμωρίες.
Η κυβέρνηση φοβάται τον θόρυβο που θα προκαλέσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Φοβάται μήπως έχει απώλειες από τους κεντρώους ψηφοφόρους την ώρα που ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ τείνουν προς μονοψήφια ποσοστά και πληρώνουν το κόστος της αλλοπρόσαλλης παρουσίας τους. Επιπλέον η δικαιοσύνη έχει εκφυλιστεί. Κανένας δεν τιμωρείται για τίποτα. Μπορεί κάποιος να στείλει κάποιον στο νοσοκομείο δέρνοντάς τον. Να φροντίσει να αποφύγει το αυτόφωρο και ακόμη και όταν γίνει η δίκη μετά 5-10 χρόνια η τιμωρία θα μοιάζει με επιβράβευση και παράδειγμα προς μίμηση.
Αυτό που συμβαίνει δεν αφορά μόνο την Ελλάδα και περιγράφεται σαν αύξηση του κύκλου εσωτερικής αταξίας των κοινωνιών. Υπάρχουν κύκλοι της εσωτερικής και εξωτερικής τάξης και αταξίας. Ο τελευταίος ιστορικός κύκλος ξεκίνησε μετά τον πόλεμο.
Οι άνθρωποι(όσοι επιβίωσαν) βγήκαν από τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο εξουθενωμένοι και πρόθυμοι να υποστούν περιορισμούς της ελευθερίας και των οικονομικών απολαβών για χάρη της δικής τους επιβίωσης και της ευημερίας των παιδιών τους.
Είχαν ζήσει την περίοδο ευημερίας της δεκαετίας του ’20 την έκλυση των ηθών και την διασάλευση της εσωτερικής τάξης. Μετά ακολούθησε η κρίση, η άνοδος των αριστερών και αριστεριστών, το χάος και τέλος, η άνοδος των φασιστών των ναζιστών. Στη συνέχεια ήρθε ο πόλεμος τον οποίο κέρδισαν οι δυτικές δημοκρατίες χάρη στην καπιταλιστική μηχανή.
Τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο οι λαοί ( εκτός σπανίων εξαιρέσεων)δεν ψήφιζαν ούτε καν τους μετριοπαθείς σοσιαλδημοκράτες. Ο Κένεντι ήρθε στην εξουσία στη δεκαετία του ’60, ο Μπράντ τη δεκαετία του ’70, ο Μιτεράν τη δεκαετία του ’80. Στο μεσοπόλεμο είχαν «καεί στο χυλό» και μετά τον πόλεμο «φυσούσαν και το γιαούρτι».
Όμως οι άνθρωποι που είχαν ζήσει τη κρίση του ’29 και τον πόλεμο του ’40 μεγάλωναν και ως ποσοστό στις κοινωνίες μειώνονταν. Αυξάνονταν συνεχώς ο αριθμός αυτών που δεν είχαν ζήσει την κρίση και τον πόλεμο. Με τον τρόπο αυτό τις τελευταίες δεκαετίες στις ευημερούσες κοινωνίες των δημοκρατιών αυξάνεται διαρκώς το ποσοστό αυτών που έχουν ουτοπικές προσδοκίες και άγνοια κινδύνου.
Τα μειράκια της άκρας αριστεράς και της άκρας δεξιάς δεν έχουν ζήσει τον πόλεμο και το εμφύλιο για να είναι επιφυλακτικοί στην επανάληψή του. Πιστεύουν πως η αύξηση του βαθμού αταξίας στην κοινωνία θα τους επιτρέψει να εγκαθιδρύσουν τις αποτυχημένες και βάναυσες από άποψη ανεκτικότητας ουτοπίες που έχουν στο μυαλό τους.
Το έργο αυτό όμως παίζεται στην ιστορία εδώ και αιώνες. Οι προοδευτικοί αυξάνουν τον βαθμό αταξίας μέχρι ένα σημείο που οι κοινωνίες στρέφονται στο άλλο άκρο για να επιβάλλει την τάξη.
Οι ακροδεξιοί συνήθως κερδίζουν σε αυτή την αντιπαράθεση για την κατάλυση της δημοκρατίας, γιατί το έθνος συστήνει αποτελεσματικότερο πυρήνα συσπείρωσης της κοινωνίας από την εργατική τάξη ή την έμφυλη σύγχυση που προπαγανδίζει η αριστερά.
Ο κύκλος της διεθνούς αταξίας λειτουργεί ως εξής: Μετά τον πόλεμο ο κόσμος μοιράστηκε από τους νικητές. Κανένας δεν τολμούσε να φέρει αντίρρηση στους Αμερικάνους ή την ΕΣΣΔ. Μετά η ΕΣΣΔ κατέρρευσε και διαλύθηκε και ο πρόεδρος των ΗΠΑ ονομάζονταν πλανητάρχης.
Σιγά-σιγά αναδύθηκαν νέες δυνάμεις που αμφισβητούν την μεταπολεμική τάξη. Τα σημαντικότερα πλήγματα όμως η πλούσια Δύση τα δέχεται από το εσωτερικό της, από τις γενιές των ανθρώπων από «βούτυρο». Η ανοχή στις αντισυμβατικές κοινωνικές και πολιτικές συμπεριφορές πολλαπλασιάζεται λόγω μιας παθητικής ερμηνείας της συμπεριληπτικότητας και των ατομικών δικαιωμάτων. Ο Ουμπέρτο Έκο είχε γράψει κάποτε πως από τότε που οι άνθρωποι σταμάτησαν να πιστεύουν στο Θεό πιστεύουν οτιδήποτε. Τα τελευταία χρόνια με την ευρύτητα της αποδοχής των θεωριών συνομωσίας άρχισα να το κατανοώ καλύτερα αυτό.
Η μεταπολεμική τάξη διαλύεται και μια νέα δεν έχει ακόμα αναδυθεί. Η περίοδος αυτή ονομάζεται εσωτερική αταξία. Παράλληλα διαλύεται και η διεθνής τάξη. Η Ρωσία επιδιώκει να πάρει πίσω όσα ανήκαν στην αυτοκρατορία της ΕΣΣΔ. Η Τουρκία να επανορθώσει την «Οθωμανία». Η Κίνα διεκδικεί τη θέση της ισχυρότερης χώρας του κόσμου μια θέση που κατείχε για αιώνες.
Διανύουμε λοιπόν μια περίοδο που η εσωτερική και εξωτερική τάξη υποχωρούν προς χάρη της αταξίας.
Ο κόσμος αποδέχεται το κυρίαρχο αφήγημα του συστήματος. Η εμπιστοσύνη προς τις ελίτ, την δικαιοσύνη, τον τύπο, την εκκλησία μειώνεται και οι δυνάμεις του χάους κερδίζουν έδαφος. Όλα αυτά οδηγούν σε μια μεγάλη καταστροφή το σοκ της οποίας αλλάζει τα μυαλά και τις συμπεριφορές των ανθρώπων.
Υπό το πρίσμα αυτό η κυβέρνηση θα αποτύχει όσο αυστηρά μέτρα κι αν λάβει. Το πιθανότερο είναι πως μια αυστηρότερη επιτήρηση με αυστηρότερες ποινές θα οξύνει τα αντανακλαστικά του αντισυστημικού ρεύματος που συνεχώς διευρύνεται. Η εκλογή του Τραμπ είναι μια σπασμωδική πράξη της μισής αμερικάνικης κοινωνίας να επαναφέρει την αίγλη και ισχύ του παρελθόντος. Δεν μπορεί να το πετύχει όμως αν δεν πειστεί η υπόλοιπη μισή κοινωνία να αλλάξει συμπεριφορές και κυρίως την οπτική γωνία από την οποία βλέπει τον κόσμο.
*Τους κύκλους της τάξης και αταξίας στις κοινωνίες καθώς και τους κύκλους της ανόδου και πτώσης των μεγάλων δυνάμεων τους έχει αναλύσει σωστά ο διαχειριστής κεφαλαίων υψηλού ρίσκου Ray Dallio. Mια εκτενή παρουσίαση στα ελληνικά συμπεριλαμβάνω και ο ίδιος στο βιβλίο μου «Η επερχόμενη αταξία».
Μήνυμα 1: Οι δεξιοί παρουσιάζονται ως γραφικοί, υπερσυντηρητικοί ή παρανοϊκοί..
Αγαπητέ κε Στούπα,
Διάβασα το άρθρο σας με ενδιαφέρον. Συμμερίζομαι την αγωνία σας για τη δημογραφική συρρίκνωση, τις μεταναστευτικές ροές και την κοινωνική συνοχή.
Έχω διαβάσει και το βιβλίο σας «Η επερχόμενη αταξία», όπου μου δείξατε μια οπτική που δεν είχε περάσει από το μυαλό μου.
Όμως, πίσω από το συγκεκριμένο άρθρο και την τεχνοκρατική σας γλώσσα, διέκρινα μια κρίσιμη αντίφαση.
Χωρίς να το λέτε ευθέως, φαίνεται να αποδέχεστε την ιδέα ότι τα κοινωνικά φαινόμενα μπορούν να αντιμετωπιστούν από τα πάνω προς τα κάτω, με σχεδιασμό και κρατικές παρεμβάσεις.
Πολλές φορές αυτοπροσδιορίζεστε ως κεντρώος ορθολογιστής. Όμως στις λεπτομέρειες, αθωώνετε πλήρως την «προοδευτική» εξουσία που κυριαρχεί δεκαετίες τώρα και ταυτόχρονα δείχνετε βαθιά δυσπιστία στον απλό πολίτη.
Οι δεξιοί διαφωνούντες παρουσιάζονται ως γραφικοί, υπερσυντηρητικοί ή παρανοϊκοί. Αντίθετα, δεν ασκείτε καμία απολύτως κριτική στους αριστερούς/σοσιαλιστικους μηχανισμούς εξουσίας που ελέγχουν κράτος, ΜΜΕ, πανεπιστήμια και ευρωπαϊκά κονδύλια εδώ και δεκαετίες.
Αναφέρετε πως «οι δεξιοί λαϊκιστές βλέπουν συνωμοσία της αριστεράς και του κεφαλαίου υπέρ της μετανάστευσης». Και έτσι απλά, βάζετε στο ίδιο σακί τους αρνητές του Ολοκαυτώματος και τους πολίτες που δικαιολογημένα αναρωτιούνται,
- γιατί οι κυβερνώντες αδρανούν απέναντι στην παράνομη μετανάστευση και στον ισλαμισμό
- πού καταλήγουν τα κονδύλια της Ε.Ε.
- πώς φτάσαμε να κυβερνάται η Ένωση από μη εκλεγμένους τεχνοκράτες
- γιατί πληρώνουν δυσανάλογους φόρους,
- γιατί δεν έχουν πρόσβαση σε σοβαρή παιδεία.
Αυτός ο συμψηφισμός είναι άδικος, απλουστευτικός και εξαιρετικά βολικός για τους ευρωπαίους γραφειοκράτες που μας κυβερνούν και έφτασαν εδώ που είμαστε σήμερα. Έλληνες και ξένους.
Και εδώ, επιτρέψτε μου μια κρίσιμη διευκρίνιση. Όταν γίνεται λόγος για «δεξιό λαϊκισμό» ή «ακροδεξιά ρητορική», είναι αναγκαίο να ορίσουμε ποιοι πραγματικά ανήκουν σε αυτό τον χώρο. Γιατί διαφορετικά, διαλύονται τα όρια μεταξύ των ιδεολογικών άκρων και της απλής κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Ο φασισμός δεν είναι η αγανάκτηση απέναντι στη φορολογική αφαίμαξη.
Δεν είναι η αντίρρηση στις πολιτικές ενίσχυσης της μαζικής μετανάστευσης.
Δεν είναι η ανησυχία για την πολιτισμική συνοχή.
Ο φασισμός είναι η απόρριψη της δημοκρατίας, η αποθέωση του αυταρχισμού, η άρνηση θεμελιωδών δικαιωμάτων, η λατρεία της βίας.
Είναι οι αρνητές του Ολοκαυτώματος. Οι θαυμαστές των SS κ του Χίτλερ. Όχι οι αγανακτισμένοι πολίτες που ζητούν εφαρμογή των νόμων και διαφάνεια.
Το να μιλάει κάποιος με ανησυχία και επιχειρήματα (ακόμη και αιχμηρά) δεν τον κάνει ακροδεξιό. Το να μη συμφωνεί με την αριστερή κουλτούρα δεν τον καθιστά φασίστα.
Η ρητορική που ταυτίζει την εύλογη αμφιβολία με το ακραίο, υπονομεύει τον δημόσιο διάλογο και ενισχύει τα ίδια τα άκρα που υποτίθεται πως θέλουμε να αποφύγουμε.
Για να είμαι ξεκάθαρη
Ναι, νιώθω κι εγώ απειλή από τον ισλαμισμό.
Ναι, κουράστηκα να χρηματοδοτώ την αναποτελεσματικότητα.
Ναι, με ανησυχεί η πολιτισμική αλλοίωση.
Ναι, είμαι θυμωμένη με την μεθοδική ασυδοσία της αριστεράς.
Όμως αυτή η φωνή δεν είναι μισαλλόδοξη. Είναι κοινή λογική.
Το άρθρο σας εμφανίζεται να καυτηριάζει τον λαϊκισμό, αλλά στην πράξη σας εξομολογούμε πως ένιωσα να καλύπτει το status quo.
Αναπαράγει τη λογική ότι «η κοινωνία δεν ξέρει και πρέπει να την καθοδηγήσουμε». Ακριβώς δλδ τη λογική της «προοδευτικής» αριστεράς που αντιμετωπίζει εδώ δεκαετίες τον πολίτη ως μάζα προς έλεγχο.
Μιλάμε για μια εξουσία που δεν εμπιστεύεται τον πολίτη ως ορθολογικό υποκείμενο. Που αντιμετωπίζει την αγανάκτησή του ως λαϊκισμό ή φασισμό, αντί για ένδειξη πολιτικής αποτυχίας.
Αναφέρεστε επίσης στους παγκόσμιους πολέμους ως αποτέλεσμα πληθυσμιακής πίεσης. Με όλο τον σεβασμό, αυτό είναι ιστορικά ανακριβές. Οι πόλεμοι είχαν γεωπολιτικά, ιδεολογικά και οικονομικά αίτια. Ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ δεν πολέμησαν για «ζωτικό χώρο », αλλά για κυριαρχία.
Η υπογεννητικότητα δεν είναι από μόνη της αιτία παρακμής. Όπως έδειξαν οι Jared Diamond και Joseph Tainter, οι κοινωνίες παρακμάζουν όταν αποτυγχάνουν να διαχειριστούν τις μεταβολές στον περιβάλλον τους. Όχι απλώς επειδή μειώνεται ο πληθυσμός.
Το ίδιο ισχύει για τη μετανάστευση. Οι κοινότητες θα μπορούσαν να απορροφήσουν ροές, αν δεν παρέμβαινε ένα κράτος που στρεβλώνει κίνητρα, μοιράζει προνόμια και στήνει πάρτι δισεκατομμυρίων χρηματοδοτώντας τη δυσλειτουργία.
Σωστά επισημαίνετε ότι η πολιτική Ορμπάν για ενίσχυση της γονιμότητας απέτυχε. Όχι επειδή ήταν «δεξιά» ή «αριστερή», αλλά επειδή ήταν ανελεύθερη, πατερναλιστική και εχθρική προς τις γυναίκες. Η επιδότηση της τεκνοποιίας ως πολιτική δεν είναι δημοκρατική. Είναι σοσιαλδημοκρατικός μηχανισμός. Σε ένα πραγματικά ελεύθερο κράτος, η τεκνοποίηση προκύπτει όταν υπάρχει ασφάλεια, σταθερότητα, νόμοι που εφαρμόζονται και αξιοκρατία.
Τέλος, με λύπη διαπιστώνω πως δεν κάνετε καμία αναφορά στη στρατηγική πολιτισμική διείσδυση της Αριστεράς. Σχολεία, πανεπιστήμια, ΜΜΕ, τέχνες, όλα ελεγχόμενα από ένα συγκεκριμένο αφήγημα. Δεν χρειάζεται να είστε «δεξιός» για να το δείτε. Το έχει παραδεχτεί και ο ίδιος ο Habermas.
Το άρθρο σας, τελικά, μου αφήνει την αίσθηση μιας μεθοδικά «ουδέτερης» αποδοχής του κρατικισμού. Και μιας βαθιάς απαξίωσης προς τον πολίτη που απλώς αμφιβάλλει και ανησυχεί.
Και αναρωτιέμαι.
Πώς θα οικοδομήσουμε εμπιστοσύνη και συνοχή όταν κάθε αντίρρηση χαρακτηρίζεται αυτομάτως «λαϊκιστική» ή «γραφική» κ μάλιστα από ανθρώπους σύμβολα της λογικής σαν κι εσάς;
Πώς να υπάρξει ουσιαστικός διάλογος όταν όποιος αμφισβητεί την κυρίαρχη αφήγηση, βαφτίζεται «φασίστας»;
Γι’ αυτό, περιμένω από εσάς, που γνωρίζετε τη δύναμη του λόγου και έχετε τιμήσει τη δημόσια συζήτηση, να ξεχωρίζετε το ουσιώδες από το παραπλανητικό.
Αν πραγματικά θέλετε λιγότερο κράτος, περισσότερη δικαιοσύνη και ελευθερία, τότε χρειάζεται πρώτα απ’ όλα να δείξετε περισσότερη εμπιστοσύνη στον πολίτη.
Φιλικά,
Μύριαμ Λιάπη