Το σπίτι της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ στο Μάουντεν Ντέζερτ

Το σπίτι της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ στο Μάουντεν Ντέζερτ

«Κάθε αληθινή φιλία είναι ένα απόκτημα διαρκές. Η φιλία, όπως και ο έρωτας, απαιτεί τόση τέχνη όσο μια επιτυχημένη φιγούρα χορού. Χρειάζεται πολλή άνεση και μεγάλος συγκρατημός. Ανταλλαγές λόγων. Μεγάλη σιωπή. Και προπαντός σεβασμός. Το συναίσθημα της ελευθερίας του άλλου. Της αξιοπρέπειάς του. Την παραδοχή. Θυμάμαι πάντα το κοριτσάκι στο βιβλίο του Μοντερλάν που δεν έχει δώσει όνομα στη γάτα του. "Και πώς τη φωνάζεις;" τη ρωτούν. "Δεν τη φωνάζω, έρχεται όποτε θέλει". Έτσι είναι οι φίλοι. Συχνά έρχονται από τύχη».

Μετά την συγγραφέα και ακαδημαϊκό Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, τα ζητήματα ηθικής και αισθητικής μοιάζουν να έχουν πια οροθετηθεί. Αλλά και στα μεγάλα λογοτεχνικά ζητήματα, μετά από τις «Ευλαβικές αναμνήσεις», τα «Αρχεία του Βορρά», «Τι, η αιωνιότητα»), τον «Αλέξη», την «Χαριστική βολή», τις «Φωτιές» και τα «Απομνημονεύματα του Αδριανού» ο πήχης έχει τεθεί.

Τεράστια συγγραφέας, μεγάλη φιλέλλην, η πρώτη γυναίκα ακαδημαϊκός στη Γαλλική Ακαδημία, εξαιρετικά μορφωμένη, κρυστάλλινη και μια ζωή απολύτως διαυγής η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ γεννήθηκε στις 8 Ιουνίου του 1903 σε ένα πύργο 180 δωματίων. Μετά από δέκα μέρες, πέθανε η μάνα της. Η ίδια μεγάλωσε με νταντάδες, ειδικούς παιδαγωγούς και έναν πατέρα, πλούσιο, αριστοκράτη, καλομαθημένο της ζωής, που δεν αγκάλιαζε, δεν φιλούσε, δε χάιδευε, αλλά σύχναζε σε καζίνο, σπαταλιότανε σε παρέες ανούσιες και ζούσε «σαν από συνήθεια περισσότερο παρά από γούστο» όπως έχει γραφτεί. Αλλ’ ευτυχώς, η Μαργκερίτ, υπήρξε κατά έναν τρόπο και αφάνταστα τυχερή: έλαβε εξαιρετική μόρφωση, μεγάλωσε σε εστέτ περιβάλλον, έμαθε λατινικά και αρχαία και τα μιλούσε σαν τη μητρική της γλώσσα.

Η ζωή της

«Χρειάζεται πάντα μια δόση τρέλας για να αντιμετωπίσεις το πεπρωμένο».

Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ (γαλλ. Marguerite Yourcenar) (8 Ιουνίου 1903 – 17 Δεκεμβρίου 1987) γεννήθηκε στις Βρυξέλλες. Ήταν κόρη του Γάλλου αξιωματικού Μισέλ Κλεινεβέρκ ντε Κρεγιενκούρ ( Michel Cleenewerck de Crayencour), και της Βελγίδας Φερνάντ ντε Καρτιέ ντε Μαρσιέν (Fernande de Cartier de Marchienne). Δημιούργησε το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Γιουρσενάρ με αναγραμματισμό του πραγματικού επωνύμου της (Crayencour) όταν εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή, Le jardin des chimères (Ο κήπος των χιμαιρών), σε ηλικία 16 ετών.


Σπούδασε και έζησε στην Ευρώπη μέχρι το 1942, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στις ΗΠΑ, στο νησί Μάουντ Ντέζερτ της πολιτείας Μέιν. Έμεινε εκεί σε ένα παλιό ξύλινο σπίτι μέχρι το τέλος της ζωής της. Έζησε σχεδόν σαράντα χρόνια μαζί με την φίλη και σύντροφό της, Γκρέις Φρικ. Η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας ήταν το θέμα του πρώτου μυθιστορήματός της «Αλέξης ή σπουδή του μάταιου αγώνα» με ήρωα έναν νεαρό που παρά τον γάμο του δεν καταφέρνει να καταπνίξει τις ομοφυλοφιλικές επιθυμίες του.

Το 1951 εκδόθηκε το μυθιστόρημα Αδριανού απομνημονεύματα, το οποίο συνέγραφε σχεδόν επί δέκα χρόνια. Το έργο αυτό γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία και έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τους κριτικούς. Το βιβλίο έχει την μορφή αποχαιρετιστήριου γράμματος από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Αδριανό, στον διάδοχό του, Μάρκο Αυρήλιο και αποτελεί ένα μακρύ διαλογισμό πάνω στην ιδέα της εξουσίας, της αυτοκρατορίας, της διακυβέρνησης και του έρωτα. Ένα μεγάλο μέρος του έργου αφιερώνεται στη σχέση του Αυτοκράτορα με τον Έλληνα νέο Αντίνοο. Διακρίνεται από το ψυχολογικό του βάθος και την ακριβή αναπαράσταση της ελληνιστικής Ρώμης.

Ιδιαίτερα στενή ήταν η σχέση της Γιουρσενάρ με την Ελλάδα και η αγάπη της για τον Ελληνικό πολιτισμό. Επιμελήθηκε την ανθολογία ελληνικής ποίησης «Το στεφάνι και η λύρα» και εξέδωσε το δοκίμιο «Κριτική παρουσίαση του Κ. Π. Καβάφη». Ήταν φίλη της Ιωάννας Χατζηνικολή, η οποία εξέδωσε τα βιβλία της στα Ελληνικά, και διατηρούσε σχέσεις μεταξύ άλλων και με τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Η Ελλάδα υπήρξε ένας από τους αγαπημένος προορισμούς των αναρίθμητων ταξιδιών της.

Το 1980 η Γαλλική Ακαδημία έσπασε την παράδοση 345 ετών και δέχτηκε την Μαργκερίτ Γιουρσενάρ ως την πρώτη γυναίκα ανάμεσα στους σαράντα «αθανάτους». Η Γιουρσενάρ ταξίδευε ακατάπαυστα σε όλο τον κόσμο σχεδόν μέχρι τον θάνατό της, σε ηλικία 84 ετών, από εγκεφαλικό επεισόδιο.

Το ξύλινο σπίτι στο νησί Μάουντ Ντέζερτ της πολιτείας Μέιν

«Έρωτας είναι η βαθιά συνείδηση, να καταλάβεις δηλαδή ότι με τον έρωτα μπορείς μόνο να εξελιχθείς. Όταν αγαπάς, όταν είσαι ερωτευμένος, όλα γίνονται από μόνα τους. Δεν χρειάζονται θυμοί, φόβοι, αλλά να σέβεσαι την ατομικότητά του. Σημαίνει να μη χάνεται ο κόσμος γύρω σου όταν απομακρύνεσαι, γιατί τότε γίνεται εξάρτηση.
»Η ερωτική πράξη είναι μυσταγωγία, είναι ιερή και έτσι πρέπει να την αντιμετωπίζουμε. Ο έρωτας είναι έρωτας όταν δεν προσθέτει, ούτε αφαιρεί. Είναι η βάση για όλα. Φυσικά είμαι υπέρ της ελεύθερης επιλογής. Αγαπάς και ερωτεύεσαι τον άνθρωπο και όχι το φύλο.»

Το 1942 η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ εγκατέλειψε την Ευρώπη και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αμερική, στο νησί Μάουντ Ντέζερτ της πολιτείας Μέιν. Εκεί, και σε ένα παλιό ξύλινο σπίτι, το λευκό σπίτι, θα μείνει μαζί με την φίλη και σύντροφό της Γκρέις Φρικ για σχεδόν σαράντα χρόνια, χωρίς πολυτέλειες, ζυμώνοντας μόνη της το ψωμί της μέχρι το τέλος της ζωής.

«Είμαι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος, που ζυμώνει το ψωμί του για να φάει, που λατρεύει τα ζώα, τα φυτά, τους φίλους και νιώθει ευτυχισμένος όταν τα αγαπάει όλα αυτά, χωρίς να περιμένει να τον αγαπήσουν» συνήθιζε να λέει  και δεν φεύγει από κει, ει μη μόνο για τα ταξίδια της. Η Γιουρσενάρ θα γράφει και θα ταξιδεύει μέχρι το τέλος της ζωής.

«Μοναξιά… Δεν πιστεύω όπως πιστεύουν, δε ζω όπως ζουν, δεν αγαπώ όπως αγαπούν… Θα πεθάνω όπως πεθαίνουν». 

Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ θα σβήσει στο Μέιν που διάλεξε για πατρίδα της στις 17 Δεκεμβρίου του 1987 από εγκεφαλικό. Ήταν 84 ετών.