Γιατί δεν μαθαίνουμε Ιστορία;

Γιατί δεν μαθαίνουμε Ιστορία;

Η επιτροπή εξετάσεων μας εξέπληξε ευχάριστα φέτος επιλέγοντας ένα καίριο θέμα και ένα εξαιρετικό κείμενο προς εξέταση με τίτλο «Γιατί να μαθαίνουμε Ιστορία;». Ο Ραϋμόνδος Αλβανός, με λόγο εύληπτο και τεκμηριωμένο, στον πρόλογο του βιβλίου του για τον ελληνικό εμφύλιο, τονίζει την αξία της Ιστορίας, όπως αναγκάζεται, αντιλαμβάνομαι από την εισαγωγή του κειμένου, να το κάνει κι ο ίδιος συχνά στην επαφή του με τους φοιτητές του που προφανώς περνούν στα Πανεπιστήμια έχοντας μια στρεβλή και απαξιωτική ή και απωθητική στάση για το μάθημα από την επαφή τους μ' αυτό στην Πρωτοβάθμια και στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι ιστορικές σπουδές στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες έχουν κάνει άλματα. Στα Πανεπιστήμια, εντός κι εκτός Ελλάδας, διδάσκουν αξιόλογοι ΄Ελληνες επιστήμονες, αναμεσά τους και πολλοί νέοι άνθρωποι. Ερευνητικές εργασίες και διδακτορικά εκπονούνται συνεχώς. Η χώρα διαθέτει περισσότερα πανεπιστημιακά τμήματα απ' όσα της αναλογούν. Αυτό το τελευταίο βέβαια δεν αποδεικνύει την αγάπη μας για την ιστορική επιστήμη, αλλά τον πολιτικό καιροσκοπισμό που διαχρονικά οδήγησε σ' αυτό το φαινόμενο.

Τη δημόσια συζήτηση την απασχολούν συχνότατα, μέχρι σημείου διχασμού, μείζονα ιστορικά θέματα με αφορμή πολιτικά γεγονότα της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής. Παραδόξως όμως τα νέα παιδιά δεν ξέρουν και δεν μαθαίνουν Ιστορία. Δεν μπορούν να τοποθετηθούν στον ιστορικό χρόνο και χώρο και δεν μπορούν όχι απλά να σκεφτούν την αιτιώδη σχέση των γεγονότων ή τις συνέπειές τους στις ιστορικές εξελίξεις κατά το παρελθόν και μέχρι σήμερα, αλλά δεν μπορούν ούτε καν να προσδιορίσουν το χρόνο και τη σημασία σημαντικών ιστορικών εξελίξεων που σημάδεψαν τον τόπο μας ή την ευρωπαϊκή ή παγκόσμια Ιστορία.

Η χώρα μας πέρυσι τίμησε την επέτειο των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Συνέδρια έγιναν και ενδιαφέρουσες εκδόσεις κυκλοφόρησαν στα βιβλιοπωλεία. Επιτροπές στήσαμε, φορεσιές είδαμε, επισκέψεις ηγετών που μας τίμησαν καμαρώσαμε. Τι διδάχτηκαν τα παιδιά στα σχολεία; Τι χρόνο και κόπο αφιερώσαμε σ' αυτά για να καταλάβουν ότι η Ελληνική Επανάσταση δεν είναι γεγονότα, ημερομηνίες και μάχες μόνο, αλλά ένα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γεγονός συνδεδεμένο με τις επαναστάσεις που προηγήθηκαν στην Αμερική και στη Γαλλία και με την ευρωπαϊκή διπλωματία και πολιτική στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο, όπως και με το Ανατολικό ζήτημα;

Χωρίς να παραβλέπω το γεγονός ότι αυτά τα παιδιά έχουν γεννηθεί και μεγαλώνουν σε μια κοινωνία που ιεραρχεί διαφορετικά τις προτεραιότητες και τις αξίες της και κυριαρχείται επίσης από την τεχνολογία που γοητεύει περισσότερο τους νέους, δεν μπορώ να παραβλέψω επίσης τις τεράστιες ευθύνες του εκπαιδευτικού συστήματος γι' αυτή την κατάσταση απαξίωσης του μαθήματος της Ιστορίας. Χρόνιες παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος το κρατούν ακόμη δέσμιο ενός παραλογισμού μοναδικού στον πλανήτη και σε μια κατάσταση απαξίωσης που πηγάζει κυρίως από τη λογική των συντεχνιών και του βολέματος ή κι από τον ανορθολογικό τρόπο διορισμών που αργότερα καλύπτεται με μια νομοθετική ρύθμιση που επιτρέπει σε όλους να διδάσκουν όλα. Παραμένουν λοιπόν άλυτα ζητήματα το 1922 εν Ελλάδι τα εξής: ΠΩΣ διδάσκουμε Ιστορία και ΠΟΙΟΙ διδάσκουν Ιστορία.

Εδώ χωράει ένα προσωπικό παράδειγμα που δεν έχει φυσικά προσωπικές αιχμές, αλλά επιχειρεί να καταδείξει τον παραλογισμό του συστήματος, όπως υπαγορεύεται από τη νομοθεσία. Ενώ διαθέτω πτυχίο, μεταπτυχιακό και διδακτορικό στην Ιστορία, αλλά είμαι η νεότερη εκπαιδευτικός στο σχολείο, έπρεπε να αφήσω τα μαθήματα της Ιστορίας για να συμπληρώσει ώρες η κοινωνιολόγος που δίδασκε περισσότερες ώρες Ιστορία από Κοινωνιολογία και να συμπληρώσω ωράριο σε άλλο σχολείο, όπου δεν υπήρχε ΟΥΤΕ ΜΙΑ ώρα Ιστορία για καθηγητή Ιστορίας ή Φιλόλογο (είναι άλλο μεγάλο ζήτημα κατά πόσο ο φιλόλογος είναι ιστορικός και το ανάποδο), γιατί τις ώρες είχαν μοιράσει μεταξύ τους οι ξενόγλωσσοι καθηγητές, ο θεολόγος και η καθηγήτρια της Οικιακής Οικονομίας!

Το γεγονός ότι δίπλα στο σχολείο μπορεί να υπάρχει άλλο σχολείο που θέλει καθηγητή ξένων γλωσσών και περιμένει αναπληρωτή ή ότι μπορεί να συστεγάζονται ακόμη σχολεία δεν έχει καμιά σημασία για το νόμο. Ο διορισμένος καθηγητής, ανεξαρτήτως ειδικότητας, λόγω αρχαιότητας, θα συμπληρώσει ώρες στο σχολείο του πόλεμος να γίνει! Ο εξειδικευμένος καθηγητής θα πάει αλλού κι ό,τι βρει ή περισσέψει θα διδάξει κι αυτός, συχνά και με δεύτερη ανάθεση.

Αν κάποτε ξεπεράσουμε αυτές τις αδράνειες του παρελθόντος και τη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία αξιοποίησης του προσωπικού με μόνο κριτήριο τη συμπλήρωση ωραρίου με γνώμονα τα χρόνια υπηρεσίας κι όχι τις εξειδικευμένες σπουδές, που λογικά θα έπρεπε να είναι το κριτήριο εκείνο με το οποίο ο κατάλληλος άνθρωπος έπρεπε να διδάσκει το κατάλληλο μάθημα, ίσως καταφέρουμε να κάνουμε τα παιδιά να αγαπήσουν την Ιστορία και να ξεφύγουν από τη στείρα απομνημόνευση του ενός και μόνο εγχειριδίου που δικαίως τα απωθεί, δεν τα φέρνει σε επαφή με την προβληματική του μαθήματος και την κατανόηση της αξίας του για τη σκέψη και τη ζωή τους.

Φυσικά, ο καθηγητής που γνωρίζει τη μεθοδολογία του μαθήματος, αλλά έχει επίσης γνώσεις των ιστορικών περιόδων προς διαπραγμάτευση, όπως και της βιβλιογραφίας ή των πηγών, μπορεί να εμπλουτίσει το μάθημά του και να το κάνει ελκυστικό για τον μαθητή. Εδώ παίζουν ρόλο και τα προγράμματα σπουδών που δυστυχώς κι αυτά στη χώρα αυτή ακολουθούν τα πολιτικά πάθη. Η ίδια η Πανεπιστημιακή κοινότητα αδυνατεί να συνεργαστεί πάνω σε σύγχρονα προγράμματα σπουδών που θα λαμβάνουν υπόψη τους και την εμπειρία του εκπαιδευτικού. Έτσι προγράμματα έρχονται, προγράμματα φεύγουν ανάλογα με τις πολιτικές συμπάθειες και το ποιος κυβερνάει και τα επιλέγει και έτσι οι όμορφες προθέσεις, όμορφα καίγονται στην πράξη.

Την Ιστορία θα την αγαπήσουν και θα τη μάθουν τα παιδιά και κυρίως θα μάθουν να σκέπτονται και να προσεγγίζουν κριτικά την ιστορική γνώση που πια εύκολα μπορούν να βρουν στο διαδίκτυο, μόνο αν την έχει πρώτα αγαπήσει ο ίδιος τους ο δάσκαλος. Τη δική του λατρεία που θα δει στα μάτια του ο μαθητής θα μεταδώσει, τη δική του γνώση και τη δική του μεθοδολογική προσέγγιση θα διδάξει στο παιδί, εκείνος θα δώσει ζωή στα προγράμματα σπουδών.

Η Ιστορία είναι πολύ σοβαρή επιστήμη για να την εμπιστευόμαστε σε ακατάλληλα χέρια. Οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε ότι τα παιδιά το καταλαβαίνουν, οι γονείς το ξέρουν και παραπέρα το πληρώνουμε όλοι ως κοινωνία, όταν βλέπουμε να βασιλεύει ο ανορθολογισμός, ο λαϊκισμός, ο φανατισμός και η ιδεοληψία στην καθημερινότητά μας, πολιτική και κοινωνική.

*Χολέβα Ευαγγελία, Εκπαιδευτικός – δρ. Ιστορίας