Βραχίονας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τα ακίνητα

Βραχίονας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τα ακίνητα

Του Προκόπη Χατζηνικολάου

Σε μοχλό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναδεικνύονται τα ακίνητα μετά και τη νέα εξαγγελία από την κυβέρνηση για περαιτέρω μείωση της φορολογίας. Όπως είπε ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης χθες από το βήμα της Βουλής, το 2020 θα πραγματοποιηθεί η δεύτερη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% μεσοσταθμικά και στο σύνολο της διετίας κατά 30%. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τα πρόσφατα μέτρα που ψηφίσθηκαν τις προηγούμενες μέρες από τη Βουλή δίνουν νέα ώθηση στην κτηματαγορά και ήδη τα αποτελέσματα είναι σημαντικά.

Με βάση τα τελευταία στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί καταγράφεται αύξηση των τιμών των ακινήτων κατά 9% στο τρίτο τρίμηνο του έτους, ενώ ιδιαίτερα σημαντική είναι η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας. Οι κατασκευαστές πιάνουν δουλειά και αναζητούν οικόπεδα για νέες κατοικίες, εξοχικές κατοικίες και κτίρια γραφείων. Η αναστολή του ΦΠΑ για τρία έτη είναι δελεαστική τόσο για τους πωλητές όσο και για τους κατασκευαστές. Ταυτόχρονα η έκπτωση 40% από τον τελικό φόρο της δαπάνης για επισκευές κατοικίες κινητοποιεί ολόκληρο τον κλάδο της οικοδομής, ενώ όπως φαίνεται όσοι τον είχαν εγκαταλείψει επιστρέφουν σε αυτόν.  

Σύμφωνα με τις εξαγγελίες η μείωση θα είναι της τάξης του 8% μεσοσταθμικά. Ωστόσο, δεν θα είναι οριζόντια καθώς το νέος έτος θα αναπροσαρμοσθούν οι αντικειμενικές αξίες εξέλιξη που θα μεταβάλλει σημαντικά τις τιμές των ακινήτων αλλά και τον ΕΝΦΙΑ. Προκειμένου να μην χαθούν οι μειώσεις θα γίνουν παρεμβάσεις στην κλίμακα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ έτσι ώστε όλοι να βγουν κερδισμένοι. Σε κάθε περίπτωση κανένας δεν θα χάσει τη μείωση του 22% μεσοσταθμικά που έγινε φέτος, ενώ σε αυτή που θα γίνει το επόμενο έτος κάποιος θα έχει μείωση 10% άλλος 8% και άλλος ακόμα μικρότερη  της τάξεως του 5%. 

Η κυβέρνηση προχωρά λοιπόν το 2020 σε νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ καθώς η ένταξη στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων εντάσσονται 3.000 περιοχές σε σύνολο 7.000 περιοχών που βρίσκονται εκτός συστήματος. Η κίνηση αυτή αναμένεται να αποφέρει περί τα 500 εκατ. ευρώ στον κρατικό κορβανά δίνοντας δημοσιονομικό χώρο για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ σε συνδυασμό με την αύξηση της φορολογητέας αξίας των αγροτεμαχίων που σήμερα φορολογούνται με μόλις 1 ευρώ ανά στρέμμα. 

Στο στόχαστο του οικονομικού επιτελείου αναμένεται να βρεθούν περιοχές «φιλέτα», όπως για παράδειγμα η Μύκονος, η Πάρος, η Κέρκυρα και άλλες δημοφιλείς τουριστικά και παραθαλάσσιες περιοχές της χώρας, όπου οι εμπορικές αξίες έχουν απογειωθεί, πλην όμως τα ακίνητα εξακολουθούν να φορολογούνται σαν να πρόκειται για αγροτικές γαίες. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή διατίθεται προς πώληση οικόπεδο οκτώ στρεμμάτων στην Πάρο, έναντι της παραλίας της Σάντα Μαρία, με οικοδομική άδεια για την ανέγερση κατοικιών συνολικής επιφάνειας 400 τ.μ., αντί ποσού 460.000 ευρώ. Η αντικειμενική αξία της έκτασης ανέρχεται σε 134.000 ευρώ, εντούτοις ο ετήσιος φόρος είναι μόλις... 21 ευρώ!

Αντίστοιχα, μια υπερπολυτελής βίλα 550 τ.μ. στο Καλό Λιβάδι της Μυκόνου, ηλικίας περίπου 20 ετών, με έξι υπνοδωμάτια και πέντε πλήρη μπάνια, με ανεμπόδιστη θέα στην ομώνυμη παραλία, επιβαρύνεται με ΕΝΦΙΑ 1.010 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μόλις 1,8 ευρώ/τ.μ., τη στιγμή που το ακίνητο πωλείται προς 3,5 εκατ. ευρώ. Αιτία, το γεγονός ότι η αντικειμενική αξία του ακινήτου δεν ξεπερνά τις 150.500 ευρώ, εξαιτίας ακριβώς του γεγονότος ότι δεν βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως. 

Οπως προαναφέρθηκε στο πρώτο εξάμηνο του έτους θα αναπροσαρμοσθούν και οι αντικειμενικές αξίες  ώστε αυτές να εξισωθούν με τις εμπορικές. Στο πλαίσιο αυτό, ήδη έχουν γίνει οι πρώτες συναντήσεις με ιδιώτες εκτιμητές ακινήτων, οι οποίοι έχουν ενημερώσει τη σχετική επιτροπή του υπ. Οικονομικών για τον τρόπο που θα πρέπει να υλοποιηθεί η σχετική διαδικασία, προκειμένου το τελικό αποτέλεσμα να είναι αρτιότερο, συγκριτικά με την προγενέστερη, του 2018.

Σε κάθε περίπτωση, από τη νέα αναπροσαρμογή προβλέπονται αυξήσεις σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας που ευνοήθηκαν από την εκτόξευση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τα προηγούμενα χρόνια, όπως επίσης και οι πλέον φθηνές περιοχές του λεκανοπεδίου, όπου οι αντικειμενικές παρέμεναν σε χαμηλό επίπεδο για λόγους κοινωνικούς.