NATO και EΕ: Χρειάζονται δύο για να χορέψουν τάνγκο! (2ο μέρος)

NATO και EΕ: Χρειάζονται δύο για να χορέψουν τάνγκο! (2ο μέρος)

Στο προηγούμενο 1ο μέρος του άρθρου, εξετάστηκαν τα βασικά ζητήματα της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΝΑΤΟ-ΕΕ και αναδείχθηκε το ζήτημα της έλλειψης συμφωνίας ασφαλείας της Κυπριακής Δημοκρατίας με το ΝΑΤΟ ώστε η Κύπρος να δύναται να λαμβάνει, διαχειρίζεται και συμμετέχει σε διαβαθμισμένες πληροφορίες και διαβουλεύσεις.

Η πρακτική αυτή, με τη διασταλτική προσέγγιση που παρατηρείται στην ευρύτερη εφαρμογή των μεταξύ των σχέσεων, τελικά δημιουργεί δευτερογενή «ερμηνεία» ότι όλο το πλαίσιο της στρατηγικής συνεργασίας των δύο οργανισμών εμπίπτει εκεί και αφού ομιλούμε για «διαβαθμισμένες» καταστάσεις, η Κύπρος εξαιρείται! Παρατηρείται δηλαδή η «καινοτομία», ότι τελικά δεν πρόκειται για στρατηγική εταιρική σχέση και συνεργασία των δύο οργανισμών σύμφωνα με το συμπεφωνηθέν πλαίσιο του 2003, αλλά μάλλον για διαδράσεις και σχέση «αριθμού μελών προς οργανισμό ή οργανισμού προς τα μέλη ενός άλλου» αντί του επιζητούμενου «οργανισμός προς οργανισμός – ΝΑΤΟ προς ΕΕ».

Άξιον προσοχής είναι και το γεγονός ότι η εν λόγω πρακτική αμφισβητήθηκε μεν από τη χώρα μας (μάλλον κατά περίπτωση και όχι συνεκτικά), παρόλα αυτά εξακολουθεί να τηρείται σε διάφορα ζητήματα και επιτελικά στάδια της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΝΑΤΟ-ΕΕ για προφανείς λόγους κατευνασμού της «ισχυρότερης Τουρκία στο ΝΑΤΟ», έναντι της «ασθενέστερης Κύπρου στην ΕΕ». 

Κατά την ταπεινή μου αντίληψη πρέπει να τεθεί ένα κρίσιμο ερώτημα. Πως, κατά την εξέταση της στρατηγικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας των δύο Διεθνών Οργανισμών, να επιτρέπουμε ώστε μια διαδικασία (δηλαδή η ύπαρξη της συμφωνίας ασφάλειας) να κυριαρχεί (και να επιβάλει ρυθμιστικό πλαίσιο) έναντι μιας Αρχής (δηλαδή αποκλεισμό μιας κυρίαρχης χώρας την «Κυπριακή Δημοκρατία»), και να δημιουργούνται επακόλουθες αντιλήψεις ότι τελικά η ΕΕ μείον την Κύπρο να εκλαμβάνεται ως η ΕΕ εν συνόλω)!

Υποστηρίζω ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφισβητούμε αυτή τη «διαδικαστική προσέγγιση» και αντί να αποκλείεται η Κύπρος, ας «απαιτήσουμε» από τους δύο Δ.Ο. (ΝΑΤΟ-ΕΕ) να συνεργαστούν στρατηγικά και εταιρικά, ως άλλωστε από κοινού έχουν συμφωνήσει, με τη συμμετοχή όλων των κρατών μελών τους. Στο πλαίσιο αυτό είναι απολύτως αυτονόητο ότι και οι δύο οφείλουν να δώσουν την δέουσα προσοχή, προς ίδιον όφελος, για να αποφευχθεί τυχόν διαρροή διαβαθμισμένων ή ευαίσθητων πληροφοριών προς την άλλη πλευρά, καθόσον είναι γεγονός η μη ύπαρξη υπογραφής συμφώνου ασφαλείας (security agreement) από την Κύπρο. Μόνον και μόνον όταν γίνει εφαρμογή αυτής της πρότασης, θα προαχθεί ουσιαστικά η στρατηγική συνεργασία μεταξύ του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και θα επιτευχθούν διακριτά αποτελέσματα.

Εξαιτίας λοιπόν των ανωτέρω αναφερθέντων (δηλαδή εφαρμογή της εσφαλμένης αντίληψης ότι όλα τα ζητήματα είναι διαβαθμισμένα άρα η Κύπρος δεν συμμετέχει), δεν διεξάγονται επίσημες συναντήσεις με τη συμμετοχή όλων των χωρών κρατών μελών (29 ΝΑΤΟ + 27 ΕΕ), οπότε δεν δύνανται να ληφθούν κοινές αποφάσεις. Αυτό που συνήθως συμβαίνει, για να προαχθεί κάπως η στρατηγική εταιρική σχέση εν τοις πράγμασι αναγκαίας είναι ότι, είτε τα διεθνή επιτελεία και οι αντίστοιχες γραμματείες των δύο οργανισμών συναντώνται για να εργασθούν στο χαμηλότερο διαρθρωτικό / οργανωτικό επίπεδο, είτε τα δύο ηγετικά όργανα αυτών (NAC και PSC σε επίπεδο πρεσβευτών) συγκεντρώνονται και συζητούν ανεπίσημα. Είτε με τον ένα τρόπο είτε με τον άλλο διαπιστώνεται εύκολα ότι και στις δύο περιπτώσεις δεν μπορεί να υπάρξει καμία κοινή απόφαση αφού οι επαφές είναι άτυπες! Παρ’ όλα αυτά παρατηρούνται εξελίξεις στο ανώτατο επίπεδο για την μεταξύ τους συνεργασία με συγκεκριμένες διακριτές και σχετικά λίγες σε αριθμό (για τα μεγέθη και την προοπτική των οργανισμών) δράσεις. Το μεγαλύτερο μέρος των εν λόγω δράσεων αφορά στις «μοντέρνες» προκλήσεις ασφαλείας, όπου ομολογουμένως η ΕΕ διαθέτει σημαντικές δυνατότητες αλλά είναι αυτή η επιζητούμενη συνέργεια των δύο που θα φέρει την ειδοποιό διαφορά! Βεβαίως στις εν λόγω δράσεις η ΕΕ συμμετέχει εν συνόλω...

Ας δούμε και τις επιπτώσεις που έχει η μη εφαρμογή της στρατηγικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας των δύο οργανισμών. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ΕΕ και ΝΑΤΟ διαθέτουν διαφορετικές (εν πολλοίς συμπληρωματικές) πολιτικού τύπου δυνατότητες αλλά και στρατιωτικές τέτοιες παρόμοιες, με εξαίρεση τις δυνατότητες και τεχνολογίες αιχμής των ΗΠΑ. 

Με την εφαρμογή της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΝΑΤΟ-ΕΕ και μετά από μια συνεκτική προσέγγιση, εφόσον υφίσταται ειλικρινής επιθυμία και συναφής προσπάθεια εκατέρωθεν για αμοιβαία συνεργασία, τότε και μόνο τότε θα μπορέσουν να επιτευχθούν αξιοσημείωτα αποτελέσματα και εξοικονόμηση διατιθέμενων μέσων και δυνατοτήτων. Το βάρος της Ευρωατλαντικής ασφάλειας στην περίπτωση αυτή θα δύναται να ισοκατανεμηθεί και το κόστος να είναι ελέγξιμο και πλέον περιορισμένο. Η λέξη-κλειδί εδώ είναι «συνεργασία» και όχι «συντονισμός». Τονίζω το θέμα διότι ενδεχομένως η μη ορθή χρήση των λέξεων να εισάγει μια εσφαλμένη αντίληψη. Έχει καταγραφεί στο παρελθόν ότι η χρήση της λέξης «συντονισμός» και όχι «συνεργασίας» έδρασε καταλυτικά και επηρέασε αρνητικά το επιθυμητό τελικό αποτέλεσμα. Η αντίληψη του κάθε οργανισμού όταν χρησιμοποιείται η λέξη «συντονισμός» είναι ότι υπάρχει μονομερής προσπάθεια ανάληψης μονομερούς ηγετικού ρόλου σε αυτή τη κοινή προσπάθεια, εγείροντας έτσι τα αντανακλαστικά της άλλης πλευράς που απλά δεν θέλει να τεθεί υπό συντονισμό. 

Στην πραγματικότητα, η εφαρμογή της στρατηγικής συνεργασίας της εταιρικής σχέσης ΝΑΤΟ και ΕΕ, θα επιτρέψει στους δύο οργανισμούς να επιτύχουν εξοικονόμηση πόρων και να αξιοποιήσουν πλήρως τις υπάρχουσες δυνατότητες όπου και όποτε αυτές είναι πραγματικά αναγκαίες. Σύμφωνα με οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση, η ανάπτυξη ή / και η διάθεση των μέσων και των δυνατοτήτων διπλασιάζονται και αυξάνεται το συνολικό κόστος, καθιστώντας την επιλογή αυτή δαπανηρή και δυσβάσταχτη για τα κράτη μέλη ειδικά στους χαλεπούς καιρούς του σήμερα. Στο ΝΑΤΟ, λίγοι σύμμαχοι συμμορφώνονται με την υποχρέωση της διάθεσης του 2% του ΑΕΠ στον τομέα της άμυνας. Αυτό το πολιτικής φύσεως ζήτημα έχει συζητηθεί έντονα την τελευταία δεκαετία και εκφράζεται διακριτά σε όλα τα ανακοινωθέντα κορυφής του ΝΑΤΟ, ως υπενθύμιση στους συμμάχους των υποχρεώσεών τους σχετικά με το ευρωατλαντικό πλαίσιο ασφαλείας.

Πριν ολοκληρώσω αυτήν την ανάλυση, θα ήθελα να επισημάνω νέες αναφορές στις προκλήσεις ασφαλείας που παρουσιάστηκαν στο ανακοινωθέν των 70 χρόνων του ΝΑΤΟ κατά την τελευταία διάσκεψη κορυφής στο Λονδίνο. Για πρώτη φορά, υπάρχει αναφορά στην “Κίνα”, στην τεχνολογική εξέλιξη “5G” και βεβαίως καταγράφεται εκ νέου η ιδιαίτερα σημαντική αναφορά στον χώρο του “cyber”. Εκτιμώ ότι σύντομα, η ΕΕ θα ακολουθήσει κάνοντας παρόμοιες επισημάνσεις. Μια παράμετρος επίσης που χρήζει αναλύσεως είναι η μετεξέλιξη της σχέσης των δύο Δ.Ο. υπό το πρίσμα του BREXIT. Το πλέον βέβαιο είναι ότι δημιουργούνται νέες συνθήκες, υπήρξαν ευκαιρίες οι οποίες κατά την εκτίμησή μου δεν έτυχαν εκμεταλλεύσεως από τη χώρα μας, θα δημιουργηθούν νέες ισορροπίες, αλλά όλα αυτά αποτελούν μια επί τούτοις προσέγγιση την οποία προτίθεμαι σύντομα, σε νέα εργασία, να εξετάσω.

Ολοκληρώνοντας την ανάλυση σχετικά με τις σχέσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ όσον αφορά τη στρατηγική τους εταιρική σχέση και συνεργασία, εξετάζοντας παράλληλα τις προκλήσεις ασφάλειας και τις τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις, πρέπει να παραδεχτώ ότι ... πραγματικά “χρειάζονται δύο για να χορέψουν ταγκό”! Και είναι καλύτερα οι δύο εταίροι (και συγκεκριμένα το ΝΑΤΟ και η ΕΕ!) να προέρχονται από τη Δύση, να μοιράζονται κοινές αξίες, αρχές και ιστορία!

Το πλαίσιο της στρατηγικής συνεργασίας ΝΑΤΟ και ΕΕ είναι επαρκές και σε ενεστώτα χρόνο δεν χρειάζεται αναθεώρηση, αλλά δέσμευση τηρήσεως και ωρίμανση ως προς τις πολιτικές πτυχές που το σκιαγραφούν. Αυξάνει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και διασφαλίζει τη διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα της συνεργασίας. Ένα ισχυρότερο ΝΑΤΟ και μια ισχυρότερη ΕΕ θα μπορούσαν αμοιβαίως, στο πλαίσιο της στρατηγικής τους συνεργασίας, να ενισχυθούν. Από κοινού μπορούν να παρέχουν καλύτερη ασφάλεια και ευημερία στην ευρωατλαντική περιοχή και ακόμα πιο πέρα. Είναι απλά στην επιλογή τους, στην απόφασή τους να εξασφαλίσουν και να μεγιστοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες! Οι τελευταίες εξελίξεις από τη σύνοδο κορυφής της Βαρσοβίας με το κοινό ανακοινωθέν των δύο οργανισμών, με την επιβεβαίωση αυτών εκ νέου στις Βρυξέλλες το παρελθόν καλοκαίρι κινούνται προς την ορθή και επιθυμητή κατεύθυνση, με παραμένουσες βεβαίως επίσης των προκλήσεων εφαρμογής κατόπιν ερμηνείας του πλαισίου στρατηγικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΕΕ.

Η στρατηγική αυτή συνεργασία θα πρέπει να συνεχιστεί με βάση τις ακόλουθες κατευθυντήριες αρχές: ανοικτό πνεύμα, διαφάνεια, συμπερίληψη και αμοιβαιότητα, πλήρη σεβασμό της αυτονομίας λήψης αποφάσεων και πλήρη συμμόρφωση των διαδικασιών των δύο οργανισμών με τις όποιες επιφυλάξεις ειδικού χαρακτήρα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας οποιουδήποτε εκ των μερών/μελών.

Και οι δύο πλευρές οφείλουν να δώσουν την αρμόζουσα προσοχή σε κάθε ενδεχόμενο παρερμηνείας των ζωτικών ζητημάτων της στρατηγικής εταιρικής τους σχέσης, εάν πραγματικά οι δύο οργανισμοί επιθυμούν να συνεργάζονται στρατηγικά, αποτελεσματικά και διαχρονικά.

3.  https://eeas.europa.eu/headquarters/headquarters-homepage/28286/eu-nato-cooperation-factsheet_en και https://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_49217.htm

4. countering hybrid threats;  operational cooperation including at sea and on migration; cyber security and defence;  defence capabilities;  defence industry and research;  supporting Eastern and Southern partners’ capacity-building efforts.