Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε απόψε το εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο το υπουργείο Άμυνας μετονομάζεται σε «υπουργείο Πολέμου», επιστρέφοντας στην ονομασία που είχε μέχρι και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η αμερικανική κυβέρνηση επιδίωξε να δώσει έμφαση στον ρόλο του Πενταγώνου στην πρόληψη των συγκρούσεων.
Ο Τραμπ υπέγραψε την εντολή σε μια τελετή στο Οβάλ Γραφείο. Αυτή είναι η πιο πρόσφατη αλλαγή ονομασίας στον αμερικανικό στρατό, που περιλάμβανε και την απόφασή του να οργανωθεί μια στρατιωτική παρέλαση στο κέντρο της Ουάσινγκτον αλλά και να επαναφέρει τα ονόματα στρατιωτικών βάσεων που είχαν μεταβληθεί μετά τις αντιρατσιστικές διαδηλώσεις του 2020.
Ο Αμερικανός πρόεδρος αμφισβητεί επίσης τους συμβατικούς κανόνες για την ανάπτυξη του στρατού στο εσωτερικό της χώρας, δημιουργώντας στρατιωτικές ζώνες κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό και αναπτύσσει στρατό σε πόλεις, όπως στο Λος Άντζελες και την Ουάσινγκτον, για να καταστείλει την παράτυπη μετανάστευση.
Με το διάταγμα ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ και οι υφιστάμενοί του θα μπορούν να χρησιμοποιούν τίτλους όπως «υπουργός Πολέμου» και «υφυπουργός Πολέμου» στην επίσημη αλληλογραφία και τα δελτία Τύπου. Ο Χέγκσεθ εντέλλεται να εισηγηθεί νομοθετικές και εκτελεστικές ενέργειες για να γίνει μόνιμη η μετονομασία.
Οι αλλαγές ονομασίας στα υπουργεία είναι σπάνιες και απαιτούν την έγκριση του Κογκρέσου, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν την πλειοψηφία και δεν έχουν δείξει ότι σκοπεύουν να αντιταχθούν στις πρωτοβουλίες του Τραμπ.
Το υπουργείο Άμυνας αποκαλείτο υπουργείο Πολέμου μέχρι το 1949. Οι ιστορικοί λένε ότι μετονομάστηκε εν μέρει για να δείξει η Ουάσινγκτον ότι, στην πυρηνική εποχή, οι ΗΠΑ επικεντρώνονταν στην πρόληψη των συγκρούσεων.
Η εκ νέου μετονομασία θα είναι κοστοβόρα αφού απαιτεί να αλλάξουν οι πινακίδες και τα επιστολόχαρτα που χρησιμοποιούνται όχι μόνο στο Πεντάγωνο αλλά και σε όλες τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις ανά τον κόσμο. Η προσπάθεια του πρώην προέδρου Τζο Μπάιντεν να μετονομάσει εννέα στρατιωτικές βάσεις που τιμούσαν ηγέτες του στρατού των Νοτίων θα κόστιζε στον στρατό 39 εκατομμύρια δολάρια. Ο Χέγκσεθ ανέτρεψε την απόφαση φέτος.