Ο μύθος της «άτρωτης» Ισλαμικής Δημοκρατίας γκρεμίστηκε στον πόλεμο των 12 ημερών και το καθεστώς του ανώτατου ηγέτη Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ ανοίγει νέο κύκλο σκληρής καταστολής, τρομοκράτησης και εκφοβισμού της κοινωνίας του Ιράν για να αποκρούσει τον κίνδυνο εσωτερικής αναταραχής.
Με τους βασικούς πυλώνες της περιφερειακής ισχύος του Ιράν -ένα προηγμένο πυρηνικό πρόγραμμα και το δίκτυο δορυφόρων του γύρω από το Ισραήλ- να έχουν «παραλύσει», και τις ισραηλινές επιχειρήσεις να έχουν εκθέσει τα βαθιά τρωτά σημεία των μηχανισμών ασφαλείας και πληροφοριών της Τεχεράνης, «ξεγυμνώνοντας» τους ίδιους τους Φρουρούς της Επανάστασης, το στυγνό θεοκρατικό καθεστώς καταφεύγει σε εσωτερικές εκκαθαρίσεις για να εδραιώσει τον έλεγχο και την εξουσία του.
Το πυρηνικό πρόγραμμα χτυπήθηκε· οι επιστήμονες πίσω από την ανάπτυξή του εξοντώθηκαν, τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες κατάφεραν να διεισδύσουν μέχρι τα ανώτατα κέντρα λήψης αποφάσεων των Φρουρών της Επανάστασης (IRGC).
Θεματοφύλακες της Ισλαμικής Επανάστασης του 1979 που έφερε στην εξουσία τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεΐνί και κράτος εν κράτει στο Ιράν έπειτα από τέσσερις δεκαετίες, οι Φρουροί -μισητοί από την πλειονότητα των Ιράν- έχουν τώρα επιστρατευτεί για μία ακόμη φορά για να εξοντώσουν κάθε φωνή αντίστασης έναντι του θεοκρατικού σκοταδισμού. Η μέθοδος, γνωστή και δοκιμασμένη. Πογκρόμ συλλήψεων, εκτελέσεις, εκφοβισμός στο όνομα της «εθνικής ασφάλειας».
Ήδη από της πρώτες ώρες της έναρξης των ισραηλινών αεροπορικών επιδρομών στο Ιράν στα μέσα Ιουνίου, οι προστάτες των μουλάδων που συνθλίβουν διαδηλώσεις, ελευθερίες και δικαιώματα, ξεκίνησαν εκτεταμένη επιχείρηση συλλήψεων. Και λίγες ώρες μετά την εκεχειρία της 24ης Ιουνίου ήλθαν οι πρώτες εκτελέσεις. Οι κουρδικής καταγωγής Ίντρις Άλι, Αζάντ Σοτζαΐ και Ρασούλ Άχμαντ οδηγήθηκαν στην αγχόνη στη φυλακή Ουρμίγια, κοντά στα τουρκικά σύνορα.
Σύμφωνα με τις κρατικές αρχές, ήταν ύποπτοι για συνεργασία με τη Μοσάντ. Είχε προηγηθεί η εκτέλεση άλλων τριών κρατουμένων με την ίδια κατηγορία: ο Μοχαμάντ Αμίν Μάχνταβι, ο Ματζίντ Μοσαϊέμπι και ο Εσμαΐλ Φεκρί εκτελέστηκαν συνοπτικά σε διαφορετικές φυλακές.
Ταυτόχρονα, οι συλλήψεις εντάθηκαν αγγίζοντας τις 900 και ο αριθμός διαρκώς αυξάνεται. Οι κατηγορίες αφορούν κυρίως «κατασκοπεία», «διασπορά αντικαθεστωτικής προπαγάνδας» και «συνεργασία με εχθρικά κράτη». Η ιρανική κρατική τηλεόραση μετέδωσε «ομολογίες» υπόπτων που φέρονται να παραδέχονται συνεργασία με ισραηλινές υπηρεσίες, παρά τις καταγγελίες για βασανιστήρια και εξαναγκασμούς.
Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι ανησυχητικά οικεία. Οι αναλυτές επισημαίνουν τις ομοιότητες με το 1988, όταν -αμέσως μετά τον τερματισμό του πολέμου με το Ιράκ- χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι εκτελέστηκαν μαζικά. Τότε, όπως και σήμερα, οι περισσότεροι είχαν ήδη εκτίσει μεγάλο μέρος της ποινής τους. Οι λεγόμενες «επιτροπές θανάτου» τους δίκαζαν και καταδίκαζαν με συνοπτικές διαδικασίες για να καταλήξουν σε ομαδικούς τάφους.
«Το καθεστώς γνωρίζει ότι έχει ηττηθεί από το Ισραήλ σε πολλά στρατιωτικά και επιχειρησιακά επίπεδα, εξ ου και δεν θα διακινδυνεύσει καμία εσωτερική αμφισβήτηση. Φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει την κατάρρευση μιας δικτατορίας που διαρκεί 46 χρόνια» δηλώνει υπό καθεστώς ανωνυμίας στο Middle East Eye πρώην πολιτικός κρατούμενος που επέζησε από τη σφαγή του 1988. «Από το 1979, αυτή η θρησκευτική δικτατορία βασίζεται στις εκτελέσεις για να εξουδετερώνει τους αντιπάλους της. Ενσωματώνοντας στοιχεία σιιτικής νομολογίας στο δικαστικό της σύστημα, έχει προσδώσει ακόμη και θρησκευτική νομιμοποίηση στις εκτελέσεις», αναφέρουν έτεροι αντικαθεστωτικοί: «Αναμφίβολα θα ακολουθήσουν και άλλες εκτελέσεις· το καθεστώς θα συνεχίσει να καταφεύγει στη βία και στον εκφοβισμό του πληθυσμού για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του», δηλώνουν.
Ο βαθμός της καταστολής σήμερα θυμίζει τις χειρότερες περιόδους της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Οι δυνάμεις ασφαλείας, με την υποστήριξη της διαβόητης πολιτοφυλακής Μπασίτζ, έχουν στήσει σημεία ελέγχου σε δρόμους και συνοικίες, πραγματοποιούν ελέγχους σε κινητά τηλέφωνα και συλλαμβάνουν πολίτες βάσει της δραστηριότητάς τους στο Διαδίκτυο. Ομάδες των Φρουρών της Επανάστασης έχουν σταλεί στα σύνορα με το Πακιστάν, το Ιράκ και το Αζερμπαϊτζάν για να αποτρέψουν, όπως λένε, την είσοδο «τρομοκρατών». Στις κουρδικές επαρχίες, η καταστολή είναι ακόμη πιο έντονη.
Σύμφωνα με τον Ριμπάζ Χαλίλι του Δημοκρατικού Κόμματος Κουρδιστάν του Ιράν (KDPI), οι Φρουροί εγκαταστάθηκαν σε σχολεία και πραγματοποίησαν έρευνες από σπίτι σε σπίτι, αναζητώντας οπλισμό και υπόπτους. Η κουρδική κοινότητα, αλλά και η σουνιτική μειονότητα των Βαλούχων, αντιμετωπίζονται ως «δυνητικοί αποσχιστές» και εκτίθενται συστηματικά σε διακρίσεις και στοχοποίηση. Τρεις από τους πρώτους εκτελεσθέντες μετά την εκεχειρία ήταν Κούρδοι.
Παράλληλα, αυξάνονται οι φόβοι για την τύχη των πολιτικών κρατουμένων. Μετά το ισραηλινό πλήγμα στη διαβόητη φυλακή Εβίν στις 23 Ιουνίου -το οποίο, σύμφωνα με το ιρανικό καθεστώς, στοίχισε τη ζωή σε 79 άτομα - δεκάδες κρατούμενοι μεταφέρθηκαν σε άγνωστες τοποθεσίες και η τύχη τους αγνοείται. Μεταξύ τους ενδέχεται να είναι η Γαλλίδα ακτιβίστρια Σεσίλ Κολέρ και ο σύντροφός της Ζακ Παρί, καθώς και ο φοιτητής Αλί Γιουνεσί, κρατούμενος από το 2020.
Η οικογένεια του Ρεζά Χαντάν, γνωστού υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταγγέλλει ακόμη πιο απάνθρωπες συνθήκες κράτησης στη φυλακή όπου μεταφέρθηκε αφότου επλήγη το κολαστήριο της Εβίν. Πολλές οικογένειες δεν έχουν νέα από τους συγγενείς τους επί μέρες και φοβούνται το χειρότερο.
Όπως δηλώνει ο Χαντί Γκαεμί, διευθυντής του εδρεύοντος στη Νέα Υόρκη Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Ιράν (CHRI), «οι ιρανικές αρχές φυλακίζουν ανθρώπους χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, χωρίς δικηγόρο και τους στέλνουν στην αγχόνη με κατηγορίες περί εθνικής ασφάλειας. Πρόκειται για μια στρατηγική εκφοβισμού». Ο ίδιος επισημαίνει ότι πρόκειται για σκόπιμη τακτική ώστε να τρομοκρατηθεί η κοινωνία και να αποτραπεί κάθε σκέψη για αντίσταση.
Το ιρανικό Κοινοβούλιο, εν τω μεταξύ, ενέκρινε ένα νέο νομοσχέδιο, γνωστό ως «Νόμος για την αυστηροποίηση των ποινών για συνεργάτες εχθρικών κρατών», με στόχο την παροχή νομικής κάλυψης σε μελλοντικές εκτελέσεις. Όπως εξηγεί ο Αμίρι-Μογαδάμ, «οι στόχοι δεν είναι πράκτορες της Μοσάντ, αλλά απλοί πολίτες. Με τον νέο νόμο, οποιοσδήποτε μπορεί να κατηγορηθεί για 'διαφθορά επί της γης' και να εκτελεστεί. Ακόμη και μία συνομιλία με κάποιον στο εξωτερικό μπορεί να θεωρηθεί κατασκοπεία».
Οι πολίτες ζουν υπό καθεστώς φόβου. Κρατικές υπηρεσίες στέλνουν απειλητικά μηνύματα SMS, καλώντας τους χρήστες να διαγράψουν αλληλεπιδράσεις με αντικαθεστωτικά μέσα. Η Μπασίτζ, η παραστρατιωτική πτέρυγα των Φρουρών της Επανάστασης, έχει επιστρέψει στους δρόμους. Οι «εθελοντές» τους ανταμείβονται με κρατικές θέσεις, πανεπιστημιακή πρόσβαση και δάνεια. Πρόκειται για τη διαβόητη πολιτοφυλακή που αιματοκύλισε τις διαδηλώσεις του 2022.
Η οργή για το θάνατο της 22χρονης Κούρδισσας Μάχσα Αμινί στα «χέρια» της διαβόητης αστυνομίας ηθών, επειδή δεν φόρεσε σωστά την χιτζάμπ που επέβαλε με διάταγμα ο Χομεΐνί στο Ιράν το 1983, γέμισε τρία χρόνια πριν με το σύνθημα «Γυναίκα, Ζωή Ελευθερία» τους δρόμους της χώρας, με τις διαδηλώσεις να μετεξελίσσονται σε ένα πρωτοφανές μαζικό κίνημα που ζητούσε ανοιχτά την πτώση του καθεστώτος.
Η φύση και η έκταση των διαδηλώσεων έκαναν τότε πολλούς να αναρωτηθούν αν πρόκειται για μια νέα επανάσταση -μια επανάσταση που θα μπορούσε να ανατρέψει την Ισλαμική Δημοκρατία και να την αντικαταστήσει με μια πιο φιλελεύθερη και αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ήταν η απόφαση του ιρανικού στρατού να δηλώσει ουδετερότητα που σηματοδότησε το τέλος της δυναστείας των Παχλαβί, θέτοντας το Ιράν σε νέα πορεία, το 1979.
Το Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης είναι αντιθέτως «σχεδιασμένο» για να προστατεύει το καθεστώς κόντρα στο λαό και ό,τι και αν συμβεί - ακόμη και εμφύλιος. Το 2022, καθώς και σε προγενέστερες περιόδους ανάφλεξης, όπως οι φοιτητικές διαδηλώσεις του 1999 και οι μαζικές διαδηλώσεις που ακολούθησαν τις προεδρικές εκλογές του 2009, οι Φρουροί και η πολιτοφυλακή Μπασίτζ επενέβησαν με ωμή βία, συλλήψεις και βασανιστήρια.