«Οι δασμοί είναι εύκολοι», υποστήριξε ο Ντόναλντ Τραμπ τον Μάρτιο. Για τη διοίκησή του - και για τον υπόλοιπο κόσμο - αποδείχθηκαν οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό. Πλέον, ένα «άγνωστο» δικαστήριο της Νέας Υόρκης μπλόκαρε την εμβληματική εμπορική πολιτική του, προετοιμάζοντας μία μάχη που αναμένεται να καταλήξει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Όπως σχολιάζει ο Guardian, ο Τραμπ υπερασπιζόταν επί δεκαετίες την επιβολή δασμών.
Τώρα, στη δεύτερη θητεία του, σκόπευε να τους αυξήσει δραστικά παγκοσμίως, να συγκεντρώσει τρισεκατομμύρια δολάρια για το αμερικανικό κράτος, να μειώσει τους φόρους για τους Αμερικανούς και να δελεάσει τις βιομηχανίες να επιστρέψουν στις παραδοσιακές βιομηχανικές περιοχές της χώρας, δημιουργώντας εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Όμως αυτή η ριζική προσπάθεια αναδιαμόρφωσης της παγκόσμιας οικονομίας αποδείχθηκε πολύ πιο περίπλοκη.
Επανειλημμένα, τους τελευταίους τέσσερις μήνες, η πραγματικότητα απέτυχε να ανταποκριθεί στη ρητορική. Οι απειλές ακολουθήθηκαν από καθυστερήσεις.
Εξαιρέσεις δόθηκαν σε κύματα δασμών που υποτίθεται πως θα ίσχυαν καθολικά. Ακόμα κι όταν επιβλήθηκαν, ακολούθησαν ανακοινώσεις παύσης - μερικές φορές μέσα σε λίγες ώρες.
Ο Τραμπ επέστρεψε αποφασισμένος να αγνοήσει όλες τις προειδοποιήσεις που τον είχαν αποτρέψει στην πρώτη του θητεία από την εφαρμογή των πιο σαρωτικών ιδεών του.
Πολύ πριν επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, είχε δεσμευτεί να αυξήσει δραματικά τους δασμούς στους δύο μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και να ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Ακολούθησαν ευρείες επιβαρύνσεις σε δεκάδες άλλες χώρες.
Κάθε σημαντικό «οικονομικό πλήγμα» συνοδεύτηκε από ταχεία υποχώρηση. Οι δασμοί σε Καναδά και Μεξικό σχεδόν ανεστάλησαν. Οι υψηλοί εξατομικευμένοι δασμοί για μία σειρά εμπορικών εταίρων μειώθηκαν στο 10%. Ο αστρονομικός δασμός 145% στα κινεζικά προϊόντα μειώθηκε δραστικά, έχοντας εφαρμοστεί για μόλις λίγες εβδομάδες.
«Ο Τραμπ δεν άλλαξε γνώμη - Αναγκάστηκε»
Σύμφωνα με τον Guardian, ο πανικός στις αγορές ανάγκασε τη διοίκηση - παρά τις αρχικές επιδείξεις αδιαλλαξίας - να κάνει πίσω. Και οι προειδοποιήσεις ότι οι ψηφοφόροι που τον έφεραν ξανά στην εξουσία θα ήταν τα βασικά θύματα των δασμών, τον ώθησαν να επανεξετάσει τις θέσεις του.
Η οικονομική ατζέντα του Τραμπ, την οποία οι συνεργάτες του προσπαθούν να εφαρμόσουν χωρίς ελέγχους και ισορροπίες, περιορίστηκε μέχρι στιγμής από τις συνέπειες του πραγματικού κόσμου, που δεν ανταποκρίθηκαν στο αφήγημά του. Και την Τετάρτη, μια νέα εξέλιξη απείλησε να εκτροχιάσει τον πυρήνα του σχεδίου.
Για να επιβάλει καθολικούς δασμούς σε χώρες όπως το Μεξικό, ο Μαυρίκιος, η Κίνα και το Τσαντ, η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση εθνικής έκτακτης ανάγκης και χρησιμοποίησε τον Νόμο περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης (IEEPA) του 1977 ως νομική βάση.
Η ροή φαιντανύλης στα σύνορα και το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ παρουσιάστηκαν από τον Λευκό Οίκο ως καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης που δικαιολογούν τους δασμούς. Ένα άγνωστο ομοσπονδιακό δικαστήριο διαφώνησε.
Ο IEEPA «δεν εξουσιοδοτεί καμία από τις Παγκόσμιες, Αντιπολιτικές ή Τιμωρητικές Τελωνειακές Εντολές», έκρινε το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των ΗΠΑ.
Οι περισσότεροι από τους δασμούς του Τραμπ - συμπεριλαμβανομένου του δασμού 10% σε όλες τις εισαγωγές που επιβλήθηκε τον προηγούμενο μήνα - «υπερβαίνουν κάθε εξουσία που χορηγείται στον πρόεδρο από τον IEEPA», έγραψε η τριμελής επιτροπή των δικαστών.
Ένα εφετείο την Πέμπτη ανέστειλε προσωρινά την απόφαση, μέχρι να εξεταστεί πλήρως η υπόθεση.
Όμως η ζημιά έγινε. Για πρώτη φορά, δεν ήταν ο Τραμπ που έκανε πίσω παρουσιάζοντάς το ως διαπραγματευτικό ελιγμό - όπως συνήθιζε - αλλά εξωτερικοί παράγοντες μπλόκαραν την πολιτική του.
«Ήταν μια πρωτοφανής και πολύ ευρεία χρήση του IEEPA — και χωρίς προηγούμενη δοκιμή», δήλωσε η Γκρέτα Πάις, πρώην νομική σύμβουλος στο Γραφείο Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ υπό τον Τζο Μπάιντεν.
«Ήταν κάτι εντελώς καινούργιο. Πραγματικά δοκίμαζαν τα όρια αυτής της εξουσίας και της ικανότητας της εκτελεστικής εξουσίας να επιβάλλει δασμούς», πρόσθεσε.
Η προσφυγή της διοίκησης κατηγόρησε την απόφαση ως παράδειγμα «δικαστικής τυραννίας». Όμως μια δεύτερη προσωρινή απόφαση, την Πέμπτη, από άλλο ομοσπονδιακό δικαστήριο σε υπόθεση που κατέθεσαν δύο εταιρείες παιχνιδιών από το Ιλινόι, παρουσίασε ένα ακόμη νομικό εμπόδιο.
Πηγή: Shutterstock
Ό,τι κι αν συμβεί, η διαδικασία δεν φαίνεται ικανή να αλλάξει ριζικά την οικονομική στρατηγική του Τραμπ. Η απόφαση δεν αφορούσε το αν πρέπει να ξεκινήσει ένας εμπορικός πόλεμος, αλλά το πώς.
«Έχουμε πολύ ισχυρή νομική βάση με τον IEEPA», δήλωσε ο εμπορικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Πίτερ Ναβάρο στο Bloomberg.
«Αλλά ακόμα κι αν χάσουμε, μας λέει ουσιαστικά το δικαστήριο να κάνουμε κάτι διαφορετικό. Οπότε τίποτα δεν αλλάζει στην ουσία», ανέφερε.
Ύστερα από μήνες αβεβαιότητας, αυτές οι δικαστικές διαμάχες προσθέτουν ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση στις επιχειρήσεις που προσπαθούν να κινηθούν σε έναν κόσμο υπό το καθεστώς Τραμπ.
«Αφήνουμε αυτήν την απόφαση να ακολουθήσει την πορεία της στη δικαιοσύνη των ΗΠΑ», δήλωσε η πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Καναδά, Κάντας Λάινγκ.
«Τελικά, το τέλος αυτού του εμπορικού πολέμου δεν θα έρθει από τα δικαστήρια», σημείωσε.
Παρά τις υποσχέσεις του Τραμπ, οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν έγιναν «πλούσιοι όσο δεν πάει».
Ούτε συγκεντρώθηκαν τρισεκατομμύρια δολάρια. Ούτε δημιουργήθηκαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Όμως η άποψη του Τραμπ δεν έχει αλλάξει. Για εκείνον, οι δασμοί παραμένουν «όμορφοι», καταλήγει ο βρετανικός Guardian.
«Μην θεωρείτε πως φτάσαμε στο τέλος της διαδρομής», είπε η Πάις, πλέον δικηγόρος στη νομική εταιρεία Wiley.
«Θα υπάρξουν πολλά σκαμπανεβάσματα πριν καταλήξουμε στο τελικό σημείο για τους δασμούς υπό αυτήν τη διοίκηση», υπογράμμισε.