Η επανάληψη της ιστορίας ως φάρσα

«Η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα». Καρλ Μαρξ 

Παρακολουθώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την προσπάθεια ορισμένων για την αναβίωση της «πλατείας της αγανάκτησης 2.0», μόνο που αυτή τη φορά, θα λέγεται «πλατεία της οργής».

Η συγκεκριμένη εκστρατεία, έχει όλα τα χαρακτηριστικά και τη μεθοδολογία εκείνων που καβάλησαν το κύμα της ιστορίας την εποχή της χρεοκοπίας της χώρας, κατορθώνοντας να χτίσουν ένα πλατύ μέτωπο στο οποίο συμμετείχαν αριστεροί, εκπρόσωποι της λαϊκής δεξιάς, ακροαριστεροί και ακροδεξιοί. 

Σημείο συνάντησης ήταν οι πλατείες, όπου συγκεντρώνονταν οι λεγόμενοι αγανακτισμένοι, το μεγαλύτερο αντικοινοβουλευτικό κίνημα ή φαινόμενο κατά τη διάρκεια της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Εκμεταλλευόμενη την αιωρούμενη αμηχανία της κοινωνίας απέναντι σε κάτι αναπάντεχο και τρομακτικό, χρησιμοποίησαν κάθε μέθοδο ψυχολογικού επηρεασμού και εκβιασμού. Στοχοποίησαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, αλλά και απλούς πολίτες, έθεσαν εν αμφιβόλω τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας, υποσχέθηκαν γη και ουρανό με «ένα νόμο κι ένα άρθρο». Η συνέχεια είναι γνωστή. 

Τώρα, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν ένα τραγικό γεγονός, ενορχηστρώνουν «μαζικές εκδηλώσεις» με συνθήματα που κάθε άλλο παρά υπηρετούν το κοινό καλό, το οποίο, δεν είναι άλλο από την απόδοση ευθυνών αλλά και τη θεραπεία των προβλημάτων. 

Επιδιώκουν, με λίγα λόγια, μέσω της επανάληψης των συλλογικών συμπεριφορών της προ του 2015 περιόδου, να δημιουργήσουν ένα πλειοψηφικό, εκλογικό ρεύμα. 

Λησμονούν, ωστόσο, πως έχουν μεσολαβήσει τα 4,5 χρόνια της «πρώτης φοράς αριστεράς» και είναι νωπές ακόμη οι μνήμες τόσο από τις προσπάθειες εγκαθίδρυσης ενός καθεστώτος στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας, πότε με τον έλεγχο των ΜΜΕ με τη βοήθεια βοσκοτόπων, πότε με παραδικαστικά κυκλώματα προκειμένου να εξοντώσουν πολιτικά και ηθικά τους αντιπάλους τους. Την ίδια στιγμή, η λόγω εμμονικών ιδεοληψιών άγρια φορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας, η φυγή στο εξωτερικό χιλιάδων νέων, η άνοδος της ανεργίας και το τοξικό κλίμα στη δημόσια ζωή, είναι κάτι που αν ξεχαστεί, θα χρειαστεί να περάσει μια ολόκληρη γενιά. 

Θα μπορούσε να πει κανείς πως πρόκειται για ανεπίδεκτους μαθήσεως, αν δεν γνωρίζαμε πολύ καλά πως η ουσία του προβλήματος βρίσκεται αλλού και, συγκεκριμένα, στη νοοτροπία ή την ιδεολογία, η οποία συνοψίζεται στη φράση «η κανονικότητα ποτέ δεν ωφέλησε την αριστερά». 

Είναι γνωστό πως οι λάτρεις των πλατειών και των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, λατρεύουν τη φράση «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση». Έτσι, δεν διστάζουν, χωρίς την παραμικρή ηθική αναστολή, να εκμεταλλεύονται το θάνατο και τον πόνο, προκειμένου να συνεγείρουν, αφενός του οπαδούς τους και, αφετέρου, τους ανυποψίαστους πολίτες που θέλουν δικαιολογημένα να εκφράσουν την οργή τους. Η οργή είναι ένα συναίσθημα που αργά ή γρήγορα καταλαγιάζει και στη συνέχεια έρχεται η λογική να ερμηνεύσει τα συναισθήματα, αλλά και να αναζητήσει διέξοδο και λύσεις. Κρατάει, βεβαίως, αυτή η διαδικασία ικανό χρονικό διάστημα, αλλά τα άτομα και οι κοινωνίες, χρειάζεται να μαθητεύσουν και σε αυτό κάθε φορά με διαφορετική ένταση. 

Με τη βοήθεια των κομματικών στελεχών που συμμετέχουν σε συνδικάτα, σωματεία και συλλόγους - ανεξάρτητα από το γεγονός πως δεν εκφράζουν κανέναν πλην του εαυτού τους - καλούν ξανά και ξανά σε συγκεντρώσεις με αίτημα να «γίνει ο πόνος ανατροπή». 

Να ανατρέψουν ποιον; Την παρούσα κυβέρνηση; Αυτό το κάνουν οι πολίτες στις εκλογές. Θα το αποφασίσουν σε δύο, περίπου μήνες. Το σύστημα; Το ένα μέρος, το αριστερό, αυτής της ανίερης αντισυστηματικής συμμαχίας, το προσπάθησε το 1943 - 1949 με τη γνωστή κατάληξη. Το άλλο, το ακροδεξιό, το έκανε το 1967 - 1974, και παραλίγο να στείλει τη χώρα στην προνεοτερική εποχή. 

Παρά τις θριαμβευτικές κραυγές περί νέας γενιάς αγανακτισμένων ή οργισμένων, θα τους συμβούλευα να κρατούν μικρό καλάθι ως προς την επίδραση αυτών των εκδηλώσεων και μάλιστα πριν καν διερευνηθεί δικαστικά η αλυσίδα των ευθυνών για το δυστύχημα στα Τέμπη.

Η ελληνική κοινωνία έμαθε και αυτή, όπως και πολλές άλλες, με το δύσκολο τρόπο. Βίωσε και στοχάστηκε πάνω στην εμπειρία της διακυβέρνησης εκείνων που υπόσχονταν το καινούργιο, ενώ εκπροσωπούσαν την πιο απεχθή μορφή ενός φαύλου τρόπου πολιτεύεσθαι, χωρίς αρχές και αξίες.

Εφόσον αγαπούν τόσο πολύ τον γέρο Μαρξ, καλό θα ήταν να θυμηθούν μία άλλη, εξίσου γνωστή φράση του: H Ελληνική Φιλοσοφία φαίνεται ότι βρήκε κάτι που μια καλή τραγωδία δεν πρέπει να βρίσκει ποτέ: ένα πληκτικό τέλος. 

Νομίζω πως αυτή η αέναη προσπάθεια επανάληψης των «αγανακτισμένων», θα αποδειχτεί μια φάρσα με πληκτικό τέλος.