Το πατητήρι δεν βγάζει μόνο μούστο

Το πατητήρι δεν βγάζει μόνο μούστο

Είναι γενικά αποδεκτό ότι η διατροφή σήμερα αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στη ζωική παραγωγή, καθώς δεν επηρεάζει μόνο την υγεία και την παραγωγικότητα των αγροτικών ζώων, αλλά και το κόστος παραγωγής των ζωικών προϊόντων.

Τα τελευταία χρόνια, με σκοπό τη βελτιστοποίηση της αποδοτικότητας της ζωικής παραγωγής και την ευζωία των ζωικών οργανισμών, η ενσωμάτωση βιοδραστικών συστατικών φυτικής και ζωικής προέλευσης, ως πρόσθετες ύλες, για τη δημιουργία βιολειτουργικών ζωοτροφών παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον, αφού σε αυτά αποδίδεται μεγάλη ποικιλία ευεργετικών και θεραπευτικών ωφελειών.

Ειδικότερα στην ηλικία απογαλακτισμού, όπου τα νεαρά ζώα είναι επιρρεπή σε ασθένειες λόγω της μειωμένης αντιοξειδωτικής τους άμυνας και εξαιτίας του στρες απογαλακτισμού, θεωρείται απαραίτητη η χορήγηση θρεπτικών βιοδραστικών συστατικών, που έχουν και αντιοξειδωτική δράση.

Ετσι, θεωρείται ότι η χορήγηση αντιοξειδωτικών μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική και χαμηλού κόστους παρέμβαση για την αντιμετώπιση παθολογικών καταστάσεων των παραγωγικών ζώων στις οποίες εμπλέκεται το οξειδωτικό στρες.

Τα τελευταία χρόνια έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον έχει στραφεί προς τις ευεργετικές ιδιότητες των στεμφύλων, λόγω σημαντικών βιολογικών ιδιοτήτων τους (αντιοξειδωτικής, αντιμικροβιακής δράσης κτλ) οι οποίες βασίζονται κυρίως στη σημαντικά υψηλή περιεκτικότητά τους σε πολυφαινόλες. Τα στέμφυλα, τα οποία αποτελούνται από τα στερεά μέρη του σταφυλιού, δηλαδή τους βοστρύχους, τους φλοιούς και τα κουκούτσια (γίγαρτα), είναι η φυτική βιομάζα που προκύπτει κατά τη διαδικασία οινοποίησης, μετά την πίεση των σταφυλιών για την παραλαβή του μούστου και είναι το κύριο από άποψη όγκου και απομένουσας αξίας υποπροϊόν της οινοποιίας. 

Τα οινοποιεία είναι στην πλειονότητά τους επιχειρήσεις μικρής κλίμακας που δεν έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν το κόστος εγκατάστασης συστημάτων επεξεργασίας των στερεών τους αποβλήτων, με αποτέλεσμα να τα διαχειρίζονται με περιβαλλοντικά μη αποδεκτές μεθόδους. Το ιδιαίτερα υψηλό οργανικό φορτίο των αποβλήτων δεν βιοαποικοδομείται εύκολα, ενώ οι υψηλές συγκεντρώσεις πολυφαινολικών ενώσεων οδηγούν στην εμφάνιση και βιοτοξικών φαινομένων, που οδηγούν στην υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος. Ετσι, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή σκευασμάτων (π.χ. διατροφικών πρόσθετων σε ζωοτροφές ή τροφίμων) με αξιοσημείωτη κυκλοφορία και οικονομικό ενδιαφέρον.

Σε πειράματα διατροφής που πραγματοποιήθηκαν από την ερευνητική μας ομάδα (Eργαστήριο Φυσιολογίας Ζωικών Οργανισμών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Τμήμα Βιοχημείας και Βιοτεχνολογίας) σε έναν μεγάλο αριθμό παραγωγικών ζώων (κοτόπουλα, χοιρίδια, πρόβατα) διαπιστώθηκε ότι η ενσωμάτωση των στεμφύλων στο σιτηρέσιό τους ενίσχυσε την αντιοξειδωτική τους άμυνα, αύξησε τον ρυθμό ανάπτυξής τους (κέρδος βάρους), μείωσε την ανάπτυξη παθογόνων οργανισμών και συνέβαλε στη βελτίωση της ποιότητας του κρέατος (ω-6 και ω-3 λιπαρά οξέα). Ετσι βλέπουμε ότι τα οφέλη που προκύπτουν από την αξιοποίηση των υποπροϊόντων οινοποιίας είναι πολύ σημαντικά για την ευζωία των παραγωγικών ζώων και την αγροτική οικονομία.

Το κόστος για µια τέτοια εγκατάσταση είναι ιδιαίτερα προσιτό, ως αποτέλεσµα του ανταγωνισµού που έχει «ανοίξει» τα τελευταία χρόνια, µε εταιρείες του κλάδου να «φυτρώνουν» σε όλη την Ελλάδα. Για κάποιες από αυτές η δραστηριότητα ξεκινά ακόµη και τη δεκαετία του ’70 και σχετίζεται µε τις ανάγκες κυρίως πτηνοτρόφων και κτηνοτρόφων από διάφορες περιοχές της χώρας, να αποθηκεύουν ζωοτροφές.

Το κόστος µιας τέτοιας εγκατάστασης µπορεί να καλυφθεί και µε επιδότηση από τον Αναπτυξιακό Νόµο, από την ένταξη στον οποίο αρκετοί παραγωγοί έχουν επωφεληθεί τα τελευταία χρόνια.

Οι εγκαταστάσεις των σιλό μπορούν να δημιουργηθούν σε περιοχές της Ελλάδας όπου υπάρχουν βιομηχανίες οινοποιίας και εδάφη καλλιέργειας καλαμποκιού ή σιτηρών.

Οπως προκύπτει, το κόστος για την παρασκευή ενσιρώματος καλαμποκιού εμπλουτισμένο με υποπροϊόντα οινοποιίας-στέμφυλα είναι χαμηλό και έτσι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για πολλαπλά οφέλη στη ζωική παραγωγή και την αγροτική οικονομία.

* Ο Δημήτρης Κουρέτας είναι καθηγητής του Τμήματος Βιοχημείας και Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.