Τελικά, πρέπει να εφαρμόζονται οι νόμοι ή όχι;

Οι εικόνες από τα επεισόδια που προκαλεί σχεδόν καθημερινά μια ισχνότατη μειοψηφία νεαρών ατόμων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και από τις επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις με πιο πρόσφατη αυτήν, εναντίον του νόμου για την πανεπιστημιακή αστυνομία, θλίβουν τους πολίτες που επιθυμούν κανονικότητα και ομαλότητα στη ζωή τους, και ταυτόχρονα προκαλούν το κράτος και τους νόμους του.

Θλίβουν τους πολίτες που θέλουν να σπουδάσουν, όπως σπουδάζουν οι φοιτητές σε όλες της χώρες του πλανήτη, χωρίς τον έλεγχο και την τρομοκρατία που ασκούν οι κομματικοί τραμπούκοι της αριστεράς. Θλίβουν τους πολίτες, που επιθυμούν να εργαστούν και να κυκλοφορήσουν απρόσκοπτα, σε ομολογουμένως αφιλόξενες πόλεις, χωρίς να τους το απαγορεύουν οι τροχονόμοι των αριστερών κομματικών μηχανισμών, που ασκούνται καθημερινά στις απαραίτητες επαναστατικές γυμναστικές επιδείξεις, με κάθε αιτία και αφορμή.

Ταυτόχρονα αυτές οι ολιγομελείς αλλά «φασαριόζικες» ομάδες, προκαλούν την κυβέρνηση, το κράτος και τους νόμους, που έχει ψηφίσει η Βουλή των Ελλήνων. Διότι, όλα όσα γίνονται στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, αποτελούν σαφέστατες παραβάσεις των νόμων που διέπουν τη λειτουργία των Πανεπιστημίων. Και φυσικά, όλα όσα συμβαίνουν με τις «ψωραλέες» και εκφυλισμένες διαδηλώσεις, που νεκρώνουν το κέντρο των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης, αποτελούν ευθείες παραβάσεις των νόμων σχετικά με τη διεξαγωγή δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων.

Μα τι θέλεις; Με το παραμικρό, να επεμβαίνει η αστυνομία; Θέλεις να δυναμιτίζεται διαρκώς, το πολιτικό κλίμα της χώρας;

Όχι. Ασφαλώς αντιλαμβάνομαι και αποδέχομαι σε σημαντικό βαθμό την επιφυλακτικότητα της αστυνομίας να προχωρήσει σε ρήξη με τους μπαχαλάκηδες στα πανεπιστήμια και με τους διαδηλωτές στους δρόμους των Αθηνών, για πολιτικούς λόγους. Και σέβομαι την προσπάθεια της κυβέρνησης να εξαντλήσει κάθε περιθώριο ανεκτικότητας πριν προχωρήσει στη σύγκρουση, με τους παραβάτες. Όταν όμως η επιφυλακτικότητα και η ανεκτικότητα, εκφυλίζονται και μετατρέπονται σε αδυναμία εφαρμογής του νόμου, τότε υπάρχει πρόβλημα.

Και τότε γεννιούνται μια σειρά από ερωτήματα.

Αν οι νόμοι δεν μπορούν να εφαρμοστούν, γιατί ψηφίζονται;

Σε ποιον πρέπει να χρεώνεται η μη επιβολή του νόμου; Στη δύναμη του παραβάτη, ή στην αδυναμία των μηχανισμών επιβολής του νόμου;

Η μη επιβολή του νόμου, δεν παραβιάζει τα δικαιώματα όσων προστατεύονται από το νόμο;

Η ύπαρξη των νόμων, ο σεβασμός των πολιτών σε αυτούς και η τιμωρία των παραβατών, αποτελούν τους θεμέλιους λίθους πάνω στους οποίους στηρίζεται το σύστημα εμπιστοσύνης, ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες. Η μη εφαρμογή των νόμων, δεν κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στους θεσμούς;

Έχουν δίκιο άραγε οι παραφυάδες του ΚΚΕ που υποστηρίζουν ότι νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, του αγρότη, του διαδηλωτή, του απεργού, του καταληψία, του τραμπούκου και όχι ο νόμος που έχει ψηφιστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο;

Είναι δυνατόν να ηττάται το κράτος κατ’ επανάληψη, από τους ανεγκέφαλους μπαχαλάκηδες, από τους ημιπιτσιρικάδες και τους κατ’ επάγγελμα επαναστάτες;

Και να ηττάται μαζί με το κράτος, και η πλειοψηφία των πολιτών που περιμένει από το κράτος να προστατεύσει τα δικαιώματα της, όπως περιγράφονται από τους νόμους;