Οι αμερικανικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας - Μπορεί να αντιδράσει η Άγκυρα;

Οι αμερικανικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας - Μπορεί να αντιδράσει η Άγκυρα;

Στις 14 Δεκεμβρίου, το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), επέβαλε κυρώσεις στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, στο πνεύμα του νόμου για την αντιμετώπιση των εχθρών της Αμερικής, γνωστού ως CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act), για την αγορά των S-400 από την Ρωσία.

Και ενώ ο CAATSA είχε τεθεί σε εφαρμογή από το 2017, οι ΗΠΑ δεν είχαν επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία, καίτοι η αγορά και η ενεργοποίηση των S-400 είχε ολοκληρωθεί από το 2019.

Στις 23 Δεκεμβρίου, ακολούθησε η επιβολή και επι πλέον κυρώσεων μέσω του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Άμυνας για το 2021, γνωστού ως ‘’[National Defense Authorization Act 2021, (NDAA)]. Όπως είναι κατανοητό, η επιβολή κυρώσεων οποιασδήποτε φύσεως από τις ΗΠΑ κατά ενός άλλου κράτους μέλους του ΝΑΤΟ, δεν είναι εύκολη υπόθεση, αφού θέτει εν αμφιβόλω την συνοχή της Συμμαχίας.

Γιατί όμως δεν είχαν επιβληθεί οι κυρώσεις ενωρίτερα; Ήταν θέμα γραφειοκρατικών διαδικασιών και μόνον, ή ενσυνείδητη επιλογή της αμερικανικής διοικήσεως στο πλαίσιο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφαλείας; Ποιος ο σκοπός των κυρώσεων; Μπορεί να αντιδράσει η Τουρκία στην απόφαση για τις κυρώσεις;

Στα ερωτήματα αυτά θα προσπαθήσει να δώσει απάντηση το άρθρο. Η θέση που εκφράζεται είναι ότι, οι κυρώσεις επεβλήθησαν, στο πλαίσιο της Αμερικανικής Στρατηγικής Ασφαλείας και αφού είχε δοθεί επαρκής χρόνος στην Τουρκία να σκεφθεί και αποφασίσει επί των αντιρρήσεων των ΗΠΑ για την αγορά των S-400. Ρόλο στην επιδειχθείσα ελαστικότητα των ΗΠΑ έπαιξε ασφαλώς η προσωπική σχέση Trump-Ερντογκάν, αλλά και ο ιδιαίτερος τρόπος που ο Trump χειριζόταν τις αμερικανορωσικές σχέσεις.

Στην πρώτη παράγραφο θα δούμε πως αντιμετωπίζεται η Ρωσία από την ισχύουσα αμερικανική Στρατηγική Ασφαλείας, ενώ στην επομένη γιατί υιοθετήθηκε ο CAATSA. Στην τρίτη θα αναλυθούν οι αμερικανικές προειδοποιήσεις προς την Τουρκία, θα ακολουθήσει μια σύντομη ανάλυση των πιθανών αντιδράσεων της Τουρκίας και το άρθρο θα κλείσει με επίλογο.

Ισχύουσα αμερικανική στρατηγική ασφαλείας

Στην εν ισχύ Στρατηγική Ασφαλείας των ΗΠΑ που υπεγράφη από τον πρόεδρο Trump τον Δεκέμβριο του 2017, δεν θεωρείται πλέον η τρομοκρατία ως κύρια απειλή για τις ΗΠΑ. Αναγνωρίζονται για πρώτη φορά η Ρωσία και η Κίνα ως ανταγωνίστριες δυνάμεις για την κυρίαρχη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο. Ειδικότερα για την Ρωσία, εκτιμάται ότι προσπαθεί να αλλάξει την αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη και την Μέση Ανατολή προς όφελος της.

Κατά συνέπεια θα έπρεπε να αναληφθεί προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη επιρροή της Ρωσίας στα γειτονικά της κράτη. Η προσπάθεια αυτή υλοποιείται με:

Σοβαρές επενδύσεις στην άμυνα για την αύξηση της σκληρής ισχύος, εξ ου και ο αυξημένος προϋπολογισμός του Υπουργείου Άμυνας για το 2021, (NDAA)”, ύψους 740,5 δις δολαρίων. Σκοπός είναι να παραμείνουν οι Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ στην πρωτοπορία με τεχνολογία αιχμής και επαρκή υποστήριξη από πλευράς Διοικητικής Μέριμνας.

Ανάσχεση της επιρροής της Ρωσίας με την επιβολή κυρώσεων σε όσα κράτη έχουν δοσοληψίες με την αμυντική της βιομηχανία.

Για την επιβολή τέτοιων κυρώσεων σε κράτη που προμηθεύονται στρατιωτικό υλικό από την Ρωσία, συντάχθηκε ο Νόμος CAATSA, όπως αναλύεται στην παράγραφο που ακολουθεί.

Ο Νόμος CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) και γιατί Ψηφίστηκε

Ο CAATSA ψηφίστηκε από την Γερουσία των ΗΠΑ τον Ιούλιο του 2017, μετά την εκλογή Trump, με συντριπτική πλειοψηφία, καθώς υπερψηφίστηκε από 98 γερουσιαστές, ενώ καταψηφίστηκε μόνο από 2. Ο σκοπός του ήταν διττός:

Πρώτον, να περιοριστεί η αύξηση της ισχύος της ίδιας της Ρωσίας. Εκείνη την εποχή η Ρωσική Ομοσπονδία είχε αντιδράσει στην φιλοδυτική στροφή της Ουκρανίας, με συμμετοχή δια αντικαταστατών (Surrogates) στον εμφύλιο που ξέσπασε στην περιοχή Donbass στο ανατολικό τμήμα της χώρας, με την προσάρτηση της Κριμαίας και, με την φημολογούμενη ρωσική εμπλοκή στις αμερικανικές εκλογές από τις οποίες εξελέγη ο Trump.

Δεύτερον, να περιοριστεί από τον Κογκρέσο η ελευθερία του συγκεκριμένου προέδρου να διαμορφώνει τις αμερικανορωσικές σχέσεις με καθαρά προσωπικές επιλογές.

Μετά την ψήφιση του CAATSA, όλες οι χώρες του κόσμου εγνώριζαν τις συνέπειες από την υπογραφή συμφωνιών για την αγορά αμυντικού υλικού από την Ρωσική Ομοσπονδία. Άλλωστε είχε προηγηθεί η επιβολή κυρώσεων στην Κίνα, το 2018, για αγορά συστήματος S-400 και μαχητικών αεροσκαφών από την Ρωσία.

Οι αμερικανικές προειδοποιήσεις προς την Τουρκία, προ της επιβολής των κυρώσεων

Η σταδιακή απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ και την Συρία, έδωσε χώρο στην Ρωσία να επέμβει με στρατιωτικές δυνάμεις στον πόλεμο της Συρίας και να επεκτείνει την στρατιωτική της παρουσία σε βάσεις στην Ταρσό και την Λατάκεια. Έτσι εξασφάλισε συμμετοχή στις όποιες διαπραγματεύσεις προκύψουν, την επομένη ημέρα της συριακής κρίσεως, για την αρχιτεκτονική ασφαλείας της περιοχής. Εν τω μεταξύ, η Τουρκία προσέγγισε διπλωματικά την Ρωσία, το 2015, προκειμένου να επέμβη με στρατιωτικές δυνάμεις στην Συρία, φοβούμενη αυτονόμηση των Κούρδων της Συρίας. Και ναι μεν οι ΗΠΑ αναγκάζονται να περιορίζουν την εμπλοκή τους σε διάφορες περιοχές του πλανήτη προκειμένου να επικεντρώσουν την προσπάθεια τους στην αντιμετώπιση της ανερχόμενης Κίνας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι παύουν να έχουν συμφέροντα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και στην Μεσόγειο. Ενδεικτικές ενέργειες αυτού του παραμένοντος ενδιαφέροντος είναι:

Οι διπλωματικές προσπάθειες της κυβερνήσεως Trump για την λήξη της απομονώσεως του Ισραήλ από τα αραβικά κράτη. Ήδη το Ισραήλ έχει αποκαταστήσει σχέσεις με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Σουδάν και το Μαρόκο.

Η διπλωματική υποστήριξη των ΗΠΑ στον άξονα Ελλάδος-Ισραήλ-Κύπρου-Αιγύπτου, προκειμένου μέσω των φυσικών πόρων των εν λόγω κρατών, να απεξαρτηθεί η Ευρώπη από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Η αναβάθμιση της Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ με το υπογραφέν τον Οκτώβριο του 2019 Πρωτόκολλο Τροποποιήσεως της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement - MDCΑ).

Όμως επειδή η Τουρκία αποτελεί χώρα κλειδί για την ανάσχεση πιθανής ρωσικής καθόδου στον άξονα Μαύρη Θάλασσα-Μεσόγειος-Ερυθρά Θάλασσα, μέσω των στενών, και προς την Μέση Ανατολή μέσω του εδάφους της, χωρίς μάλιστα να υπάρχει γεωγραφικό υποκατάστατο, οι ΗΠΑ έδειξαν πρωτοφανή ανοχή προ της επιβολής κυρώσεων, όπως θα αναλυθεί στην επομένη παράγραφο.

Ανοχή των ΗΠΑ στην συνεργασία Τουρκίας - Ρωσίας

Η Τουρκία εκμεταλλεύεται την γεωπολιτική της θέση, παράλληλα βεβαίως με τις πηγές ισχύος της (Έκταση, πληθυσμός, πηγές πλούτου κλπ), προκειμένου να ακολουθήσει δική της ανεξάρτητη πορεία στην εξωτερική πολιτική, μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ. Στο πλαίσιο αυτής της επιλογής, έγινε και η συμφωνία με την Ρωσία Τουρκίας για την αγορά των S-400 τον Σεπτέμβριο του 2017, η παραλαβή του οποίου ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2019. Οι κυρώσεις θα μπορούσαν να είχαν επιβληθεί και ενωρίτερα, όμως η προσωπική σχέση Trump-Ερντογκάν είχε αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο. Ο Trump είχε αποφύγει, ως ένα βαθμό, τις πιέσεις στο εσωτερικό του μέτωπο για το θέμα, με την αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35. Παράλληλα και ο Ερντογκάν υπολόγιζε στην επανεκλογή Trump.

Οι πρώτες κυρώσεις, της 14ης Δεκεμβρίου, επεβλήθησαν από τα Υπουργεία Εξωτερικών, Άμυνας και Οικονομικών, κατά της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, αφού κατευθύνονται στον πρόεδρο της και σε τρία άλλα στελέχη της. Στην ουσία αυτές οι κυρώσεις, δεν είναι βαριάς οικονομικής φύσεως ακριβώς για να μην πλήξουν ανεπανόρθωτα τον πυρήνα της τουρκικής οικονομίας και το κύρος της χώρας. Πλέον αυτού, οι ΗΠΑ έδειξαν ανοχή και την συνεργασία των δυο χωρών στην κατασκευή του υποθαλασσίου αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream.

Όμως φαίνεται ότι εξαντλήθηκε η υπομονή της αμερικανικής διοικήσεως και έτσι στον NDAA, προβλέπονται επί πλέον κυρώσεις. Ο NDAA είχε εγκριθεί από την Βουλή των Αντιπροσώπων με 335 υπέρ και 70 κατά και, από την Γερουσία με 84 υπέρ και 13 κατά. Στον NDAA, ο πρόεδρος Trump έβαλε βέτο στις 23 Δεκεμβρίου, το οποίο όμως αναίρεσε το Κογκρέσο στην συνέχεια, κάτι έγινε για πρώτη φορά επί προεδρίας Trump.

Μπορεί όμως η Τουρκία να αντιδράσει στις αμερικανικές κυρώσεις; Εάν ναι, με ποιό τρόπο;

Ποιες οι πιθανές αντιδράσεις της Τουρκίας στην επιβολή των κυρώσεων;

Ο Ερντογκάν από το 2009 και μετά, βλέποντας ότι έχει την δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την μερική αποχώρηση των ΗΠΑ από την Μέση Ανατολή και την σταδιακή επανεμφάνιση της Ρωσίας στην περιοχή, χάραξε ιδιαίτερο δρόμο για την Τουρκία: αυτόν της εκμεταλλεύσεως του οθωμανικού παρελθόντος για τα Βαλκάνια, της κοινής γλώσσας για τις δημοκρατίες του Καυκάσου και της κοινής θρησκείας για τον αραβικό κόσμο.

Η Τουρκία έχει την δυνατότητα να αντιδράσει κατά της Αμερικής για την επιβολή των κυρώσεων. Άλλωστε μόλις έγινε γνωστή η επιβολή, ο ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου είχε εκφράσει την οργή της Αγκύρας και είχε προειδοποιήσει τον Αμερικανό ομόλογο του για αντίποινα της Τουρκίας. Ποιες όμως ενέργειες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν πιθανά τουρκικά αντίποινα; Για την οικονομία του χώρου καταγράφονται οι τρεις σπουδαιότερες:

Να εμβαθύνει περισσότερο την σχέση της με την Ρωσία. Το θέμα δεν είναι απλό, γιατί εμβάθυνση της σχέσεως θα σημαίνει αυτομάτως και μεγαλύτερη εξάρτηση από την Ρωσία. Και η Τουρκία έχει ήδη αρκετά ανοικτά μέτωπα στα οποία συνυπάρχει με και εξαρτάται από την Ρωσία: Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Να απαγορεύσει την χρήση της βάσεως του Ιντσιρλίκ στις αμερικανικές δυνάμεις. Είναι κάτι που το έχει ξανακάνει, μετά τον Β’ Πόλεμο του Κόλπου το 2003. Όμως οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να βρουν εναλλακτικές θέσεις για την βάση σε χώρες όπως η Ιορδανία και η Ελλάδα.

Να απαιτήσει την απομάκρυνση του ραντάρ εγκαίρου προειδοποιήσεως για την αντιπυραυλική προστασία χωρών του ΝΑΤΟ, που είναι εγκατεστημένο από το 2012, στο Kurecik στην επαρχία της Μαλάτειας.

Επίλογος

Η επιβολή των αμερικανικών κυρώσεων απέδειξε την δυνατότητα που έχει η αμερικανική γραφειοκρατία, Υπουργείο Άμυνας, Εξωτερικών και Οικονομικών, να επιβάλλει τις επιλογές της σε σοβαρά θέματα Άμυνας και Ασφαλείας, παρά την αντίθετη γνώμη του εκάστοτε προέδρου.

Η Αμερική έχει να αντιμετωπίσει την Ρωσία και το Ιράν στην Μέση Ανατολή. Δεν θα ήθελε ακόμη ένα πρόβλημα με την Τουρκία. Έτσι ασκώντας πίεση στην Τουρκία μέσω των κυρώσεων, περιορίζει και τις επιλογές της Ρωσίας, ενώ είναι πολύ πιθανό να φέρει σε αντιπαράθεση σε διπλωματικό τουλάχιστον επίπεδο, τις δυο χώρες. Οι αμερικανικές κυρώσεις συνολικά, θα αναγκάσουν τον Ερντογκάν να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις, αν επιλέξει να επαναφέρει την Τουρκία στην προτέρα της πορεία εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας. Με τις κυρώσεις εστάλη ένα ξεκάθαρο μήνυμα στον Ερντογκάν: η αυτόνομη πορεία αγνοώντας τις επιλογές των ΗΠΑ, δεν μπορεί να συνεχιστεί πλέον χωρίς συνέπειες.

Όμως μια τέτοια επιλογή, θα στοίχιζε πολιτικά στον Ερντογκάν, ο οποίος από το 2003 και μετά που ανήλθε στην εξουσία, επένδυσε στον έμφυτο αντιαμερικανισμό της τουρκικής κοινής γνώμης και στην ιδέα ότι η Τουρκία είναι πλέον μια περιφερειακή δύναμη που αντιμετωπίζει τις γνωστές μεγάλες δυνάμεις ως ίσες προς αυτήν. Πλέον αυτού και ο Πούτιν αντιλαμβάνεται την προσπάθεια απεμπλοκής της Τουρκίας από τον εναγκαλισμό της Ρωσίας.

Μόνο το 2020, η Τουρκία μείωσε την εξάρτηση της από το ρωσικό φυσικό αέριο κατά 41,5%, ενώ αύξησε τις εισαγωγές της σε LNG μέσω θαλάσσης, κατά 44,8%. Ο Ερντογκάν με τις επιλογές του, έχει οδηγήσει την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας σε σημείο, που οποιαδήποτε απόφαση να φαντάζει δύσκολη. Για τον λόγο αυτό εκτιμάται ότι τελικώς η Τουρκία θα συνεχίσει τον ρόλο της στον γάμο συμφέροντος με την Ρωσία, χωρίς όμως και να παίρνει καθαρό διαζύγιο από την Δυτική Συμμαχία.

* Ο Ανδρέας Ματζάκος είναι Απόστρατος Αξκος του ΣΞ και κατέχει MΑ στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές. Είναι δόκιμος ερευνητής στον Τομέα Αμυντικών Θεμάτων του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου και μέλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών