Ο λαϊκισμός γρυλλίζει, η Ευρώπη κλονίζεται

Ο λαϊκισμός γρυλλίζει, η Ευρώπη κλονίζεται

Η υποβολή παραίτησης από τον Μάριο Ντράγκι, ενώ μόλις είχε λάβει μια «κουτσή» ψήφο εμπιστοσύνης από την ιταλική Γερουσία, είναι η άρνηση ενός τεχνοκράτη πρωθυπουργού με απροσμέτρητο και αδιαμφισβήτητο πολιτικό βάρος, να «συνθηκολογήσει» με τον λαϊκισμό, σε βάρος των μακροπρόθεσμων συμφερόντων του ιταλικού λαού.  

Είναι παράλληλα συναγερμός - δυνατότερος ακόμη κι απ' αυτόν που ήχησε στη Γαλλία με το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών -  ότι ένα τεράστιο τσουνάμι λαϊκισμού ετοιμάζεται να σαρώσει χώρες- πυλώνες της Ευρώπης. Η ακρίβεια, το ροκάνισμα του διαθέσιμου εισοδήματος μέσω του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, η προοπτική ενός ζοφερού χειμώνα με δελτίο στη θέρμανση και στη βενζίνη, η εκτίναξη της δαπάνης για στέγαση, μαζί με τους  «θαυματοποιούς» που διαθέτουν και υπόσχονται μαγικές λύσεις και εθνικές πατέντες ευημερίας, αλληλεπιδρούν και οδηγούν στην εκρηκτική άνοδο του λαϊκισμού. 

Προς τέρψιν της Μόσχας, η οποία επί σειρά ετών επένδυσε… ενέργεια και χρήμα, θέτοντας στην υπηρεσία της - φανερά αλλά και κρυφά - εκπροσώπους της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ, μέσα ενημέρωσης, διάφορα δίκτυα στα σόσιαλ μίντια που είχαν στόχο την υπονόμευση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. 

Ένας στόχος, που μερικώς επιτυγχάνεται, με τον ενεργειακό στραγγαλισμό της Ευρώπης ενώ το ρωσικό καθεστώς αντλεί πολλούς πολύτιμους οικονομικούς πόρους για την προμήθεια του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, τα οποία δεν είναι πια αρκετά.  

Η επιλογή του Ιταλού πρωθυπουργού να πει «όχι» στον εκβιασμό των «Πέντε Αστέρων» - που αν και κυβερνητικός εταίρος αρνήθηκε να ψηφίσει το πακέτο των 23 δισ. για τη στήριξη των οικογενειών και των επιχειρήσεων, υποστηρίζοντας ότι ο πρωθυπουργός δεν κάνει αρκετά και να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης -  είναι το νέο «whatever it takes» του  Ντράγκι απέναντι στον άκρατο λαϊκισμό και στους πολιτικούς εκφραστές του.

Στη γειτονική Ιταλία συμβαίνει το παράδοξο, ενώ οι πολίτες  (σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του Nando Pagnoncelli  για την Corriere della Sera)  κρίνουν θετικά το έργο της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Ντράγκι με ποσοστά 57% και 60% αντίστοιχα, οι νεοφασίστες της Fratelli d’Italia παίρνουν κεφάλι στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό 21,5%. Η Lega του Ματέο Σαλβίνι βρίσκεται στο 17,5%, και το Κίνημα των 5 Αστέρων πέφτει το 14,5% στο χαμηλότερο ποσοστό την τελευταία διετία.

Ο διαγκωνισμός αυτών λοιπόν των κομμάτων για την ψήφο διαμαρτυρίας και απελπισίας των πολιτών, οδήγησε προφανώς τον Τζ. Κόντε να πυροδοτήσει τη συνοχή της κυβέρνησης συνεργασίας,  ενώ ο Μάριο Ντράγκι είχε ξεκαθαρίσει ότι ο ίδιος δεν θα συνέχιζε ως πρωθυπουργός παρά μόνο εάν υφίστατο η προοπτική υλοποίησης του κυβερνητικού προγράμματος. 

Η πολιτική δίνη στην Ιταλία, το αδιέξοδο Μακρόν να κυβερνήσει τη Γαλλία - όντας όμηρος των ακροδεξιών της Λεπέν και των ακροαριστερών του Μελανσόν - και δευτερευόντως η πρωθυπουργική κρίση στη Βρετανία, παρέχουν συμπυκνωμένα πολιτικά συμπεράσματα για το μέλλον της Ευρώπης γενικότερα, αλλά και την Ελλάδα ειδικότερα, η οποία έκανε πρώτη το άλμα στο κενό του λαϊκισμού το 2015, εμπιστευόμενη τις τύχες της στον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ και που διασώθηκε την ύστατη ώρα.

Κυβερνήσεις συνεργασίας με αμφίθυμους, με λαϊκιστές και με τα άκρα, στο όνομα μιας κάποιας εθνικής ενότητας, είναι θνησιγενή και επικίνδυνα πολιτικά πειράματα, τα οποία εντείνουν την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών στην πολιτική και βαθαίνουν τα αδιέξοδα. 

Η ανησυχία, η αστάθεια και η αβεβαιότητα, όντως σε πρώτο επίπεδο, ευνοούν το μέτωπο του λαϊκισμού. Ευτυχώς όμως τις περισσότερες φορές έχουν λειτουργήσει υπέρ της αναζήτησης προσώπων και θεσμών που προτάσσουν τη σταθερότητα και εκπληρώνουν το αίτημα μιας συλλογικής συνοχής.

Μακάρι η Ιταλία να κερδίσει το στοίχημα. Θα είναι ένας θετικός οιωνός για όλη την Ευρώπη και τις εκλογικές αναμετρήσεις που, είτε πιο γρήγορα είτε πιο αργά θα ακολουθήσουν.