Μετάλλιο Οικονομικής Ελευθερίας

Μετάλλιο Οικονομικής Ελευθερίας

Του Τάσου Ι. Αβραντίνη

Στις 16 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους ο πρόεδρος Τραμπ, σε μια λαμπρή τελετή στο Οβάλ Γραφείο, απένειμε την υψηλότερη διάκριση των ΗΠΑ, το μετάλλιο «Oικονομικής Ελευθερίας», στον οικονομολόγο Άρθουρ Λάφερ. Συνοδευόμενος από τα έξι παιδιά του, ο 78χρονος Λάφερ άκουσε με υπερηφάνεια από τα χείλη του προέδρου των ΗΠΑ ότι «έκανε ένα πολύ σημαντικό πράγμα» για τη χώρα του.

Ποιο ήταν, όμως, αυτό το πολύ σημαντικό πράγμα που έκανε ο Λάφερ για τις ΗΠΑ; Από το πλούσιο έργο του, ξεχωρίζει ασφαλώς η πιο διάσημη καμπύλη στον χώρο της οικονομικής επιστήμης, η «καμπύλη Λάφερ», σχεδιασμένη μάλιστα για πρώτη φορά σε μια χαρτοπετσέτα εστιατορίου, προκειμένου να πειστούν οι τότε σύμβουλοι του προέδρου Φορντ και μετέπειτα υπουργοί, Ντόναλντ Ράμσφελντ και Ντικ Τσέινι.

Τι μας δείχνει η καμπύλη Λάφερ; Ο Λάφερ απέδειξε ότι υπάρχει αντίστροφη σχέση μεταξύ φορολογικών συντελεστών και φορολογικών εσόδων, ισχυρισμός που πρώτος διατύπωσε -χωρίς ωστόσο περαιτέρω τεκμηρίωση- ο Άνταμ Σμιθ στον «Πλούτο των Εθνών». Ο Άνταμ Σμιθ γράφει «οι υψηλοί φόροι, μερικές φορές μειώνοντας την κατανάλωση των φορολογηθέντων αγαθών και ενίοτε ενθαρρύνοντας το λαθρεμπόριο, συχνά επιφέρουν μικρότερο φορολογικό έσοδο στην κυβέρνηση από ό,τι μπορεί να αντληθεί από τους χαμηλότερους φόρους».

Όπως περιγράφει ο Λάφερ, μια μεταβολή των φορολογικών συντελεστών προκαλεί δύο διαφορετικές επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα, οι οποίες μάλιστα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση: α) η αριθμητική επίπτωση, σύμφωνα με την οποία η μείωση των φορολογικών συντελεστών επιφέρει μείωση των φορολογικών εσόδων και το αντίστροφο και β) η οικονομική επίπτωση, σύμφωνα με την οποία η μείωση των φορολογικών συντελεστών δημιουργεί κίνητρα για αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης και το αντίστροφο. Η αριθμητική επίπτωση λειτουργεί πάντοτε προς την αντίθετη κατεύθυνση από την οικονομική επίπτωση και ως εκ τούτου η συνολική επίδραση στα φορολογικά έσοδα είναι μάλλον αμφίσημη.

Όταν ο φορολογικός συντελεστής είναι 0%, τα έσοδα είναι μηδενικά, καθώς ο φορολογικός συντελεστής αυξάνει, αυξάνονται και τα αντίστοιχα φορολογικά έσοδα, όταν ο συντελεστής φτάσει ένα συγκεκριμένο-ιδανικό ύψος ανά κατηγορία φόρου τα φορολογικά έσοδα μεγιστοποιούνται, στη συνέχεια μειώνονται και εν τέλει μηδενίζονται, όταν ο φορολογικός συντελεστής φτάσει το 100%. Ανάμεσα σε αυτές τις ακραίες τιμές υπάρχουν δύο συντελεστές οι οποίοι αποδίδουν τα ίδια φορολογικά έσοδα, ένας υψηλός φορολογικός συντελεστής, ο οποίος εφαρμόζεται σε μία μικρή φορολογική βάση, και ένας χαμηλός φορολογικός συντελεστής, ο οποίος εφαρμόζεται σε μία μεγάλη φορολογική βάση.

Με την περίφημη καμπύλη του και τη συστηματική διδασκαλία του εναντίον της υψηλής φορολογίας, ο Λάφερ κατόρθωσε μαζί με πολλούς ακόμη σπουδαίους οικονομολόγους να πείσει στα τέλη της δεκαετίας του ''70 σημαντικούς πολιτικούς και των δύο κομμάτων, ότι οι τότε συντελεστές φόρου εισοδήματος ήταν πάνω από το σημείο μεγιστοποίησης των εσόδων και συνεπώς έπρεπε να μειωθούν για να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα, η ανταγωνιστικότητα και η παραγωγικότητα της οικονομίας. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε.

Προφανώς οι φορολογικές περικοπές δεν είναι αυτοχρηματοδοτούμενες. Αλλά σε χώρες όπως η Ελλάδα, η οποία έχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά φορολογικής επιβάρυνσης μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, δραστικές φορολογικές μειώσεις θα απέφεραν μεγαλύτερη αποταμίευση, περισσότερες επενδύσεις και περισσότερα φορολογικά έσοδα.

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 20 Σεπτεμβρίου