«Ή εμείς ή αυτοί» και στον εμβολιασμό

«Ή εμείς ή αυτοί» και στον εμβολιασμό

Στην ομιλία του στο Ηράκλειο, ολοκληρώνοντας την τελευταία του περιοδεία στην Κρήτη, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε μια πρόταση χαρακτηριστική του τρόπου που αντιλαμβάνεται και ασκεί το σημερινό του αξίωμα. Ζήτησε, ούτε λίγο ούτε πολύ, να μην πληρώνουν διόδια οι Κρητικοί στο νέο αυτοκινητόδρομο που πρόκειται επιτέλους να κατασκευαστεί στο νησί τους.

Ζήτησε δηλαδή, στην ουσία, να ακυρωθεί το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης του πιο εμβληματικού ίσως έργου των τελευταίων δεκαετιών, βάζοντας τέλος σε μια μακρά και επώδυνη περίοδο που πληρώθηκε βαρύς φόρος αίματος στην άσφαλτο του βόρειου άξονα του νησιού.

Η πρόταση αυτή ανοίγει τον δρόμο για μια σειρά ανάλογων αιτημάτων σε διάφορες περιοχές της χώρας. Με ποια λογική, ας πούμε, θα συνεχίσουν να πληρώνουν διόδια οι κάτοικοι της Μακεδονίας στην Εγνατία οδό ή οι κάτοικοι της Δυτικής Ελλάδας στην Ιονία οδό;

Πέραν αυτού είναι και μια πρόταση αντιφατική για τον πρώην πρωθυπουργό. Στη διάρκεια της θητείας του ως πρωθυπουργός, ο Αλέξης Τσίπρας εγκαινίασε με πανηγυρικό τρόπο αυτοκινητόδρομους χωρίς να χορηγήσει καμιά ατέλεια στους κατοίκους των περιοχών που διέσχιζαν. Κυρίως όμως είναι μια πρόταση που επαναφέρει στη μνήμη μας τις εποχές που ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση, ηγήθηκε του «αντιδιοδιακού» κινήματος ανεβάζοντας τις μπάρες για να περνάει ελεύθερα ο λαός…

Αν τέτοιες και ανάλογες γραφικότητες αφορούσαν μόνο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον αρχηγό της, θα ήταν μικρό το κακό. Θα χαροποιούσαν ίσως και κάποιους που αντιλαμβάνονται ότι με τέτοιες προτάσεις, ιδιαίτερα μετά και την εμπειρία της προηγούμενης διακυβέρνησης, οι προοπτικές για μια «δεύτερη φορά αριστερά» απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο.

Η ιστορία άλλωστε μόνο ως φάρσα μπορεί να επαναληφθεί. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται αποφασισμένος να επιμείνει μέχρι τέλους στη διχαστική λογική που ακολούθησε μέχρι σήμερα και που οδήγησε στον, καταστροφικό για τη χώρα, διχασμό της κοινωνίας σε μνημονιακούς - αντιμνημονιακούς και φιλοευρωπαίους - αντιευρωπαίους.

Αυτή τη φορά η διχαστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στο κρίσιμο θέμα του εμβολιασμού απειλεί το αγαθό της δημόσιας υγείας και το δικαίωμα στη ζωή. Η στάση του στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε ορισμένες ομάδες του πληθυσμού είναι χαρακτηριστική της ανευθυνότητας με την οποία αντιμετωπίζει το θέμα αυτό ως αξιωματική αντιπολίτευση. Γιατί πως αλλιώς εκτός από επικίνδυνη ανευθυνότητα μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς τη θέση «Είμαστε υπέρ της υποχρεωτικότητας αλλά δεν συμφωνούμε με τις διατάξεις»;

Και τι σημαίνει η καταγγελία «αποτύχατε να πείσετε τους πολίτες», ιδιαίτερα όταν εκστομίζεται από έναν πολιτικό αρχηγό που δεν έχει καταφέρει να πείσει εμβληματικά στελέχη και πρώην υπουργούς του που στην ουσία ηγούνται πολιτικά του αντιεμβολιαστικού κινήματος;

Εκτός κι αν δεν θέλει να τους πείσει, κλείνοντας ψηφοθηρικά το μάτι στις πλατείες των νέων αγανακτισμένων που παίζουν με τις ζωές μας. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνει πανηγυρικά και η εσπευσμένη «περιοδεία - συμπαράσταση» στη Μύκονο λίγο πριν αρθούν τα έκτακτα υγειονομικά μέτρα που είχαν ληφθεί.

Η στάση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ είναι επικίνδυνη για τον θεσμικό ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Η συναίνεση σε κρίσιμα θέματα, ιδιαίτερα όταν αφορούν τη δημόσια υγεία, είναι θέμα δημοκρατίας και η αξιοποίησή τους για μικροκομματικές επιδιώξεις αποδεικνύει πόσο επικίνδυνος είναι ο λαϊκισμός για μια κοινωνία που πληρώνει ήδη ακριβά τις συνέπειές του. Η ψήφιση των διατάξεων για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό από τη ΝΔ και το Κίνημα Αλλαγής αποτελεί μια βαθιά ανάσα για το πολιτικό σύστημα.

Είναι ταυτόχρονα μια έμπρακτη απόδειξη ότι η «προοδευτική διακυβέρνηση» που οραματίζονται κάποιοι για να διασωθούν πολιτικά δεν εξαρτάται από ταμπέλες αλλά από προγραμματικές συγκλήσεις. Γι αυτό και η απομόνωση και αποδυνάμωση της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης αποτελεί ζωτική ανάγκη για τη χώρα.

Η αναμέτρηση μαζί της δεν θα κριθεί στους μπαξέδες του μακρινού παρελθόντος αλλά στη μάχη για να προλάβει η Ελλάδα το τρένο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.