Γιατί «αγαπάμε» Γιάννη Στουρνάρα!

Γιατί «αγαπάμε» Γιάννη Στουρνάρα!

Η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική οικονομία ήταν ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος από την Φρανκφούρτη. Μπορεί αυτό να μοιάζει «κάπως», αλλά είναι μία από τις πικρές αλήθειες που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν έχει αποδειχτεί ώριμο να διαχειριστεί με δικαιοσύνη στο παρελθόν τις μεγάλες αναδιανομές πλούτου που έγιναν.

Μία από τις πιο συνηθισμένες σκηνές από το παρελθόν, πριν ακόμη το τραπεζικό σύστημα ξεπλύνει τις αμαρτίες του στην χρηματιστηριακή Άνοιξη του 1999, ήταν εκείνη που η κυβέρνηση «απαιτούσε» την χρηματοδότηση των πολιτικών της φίλων. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για εντολή προς τις διορισμένες διοικήσεις των κρατικών τραπεζών. Με αυτό τον τρόπο λεηλατήθηκε η κρατική περιουσία.

Φανταστείτε να μην είχε αναλάβει δράση η Ευρώπη, να μην είχε εισακουστεί ο Γιάννης Στουρνάρας και οι διοικήσεις των τραπεζών να ελεγχόντουσαν από την Αθήνα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η Δικαιοσύνη θα είχε πρόσθετη εργασία για ατελείωτα χρόνια. Ακριβώς επειδή η κυβέρνηση θα ήθελε να εδραιώσει την εξουσία της σε συμμαχία με τα… συμμαχικά επιχειρηματικά της συμφέροντα.

Η Αριστερά δεν είχε την… «τύχη» να βιώσει μία ανάλογη κατάσταση, όπως συνέβη με τις κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης. Τότε που ο Ανδρέας Παπανδρέου «έχτιζε» τα «νέα επιχειρηματικά τζάκια», επειδή δεν του άρεσαν τα παλιά! Την πήρε την μπουκιά από το στόμα της «πρώτης φοράς αριστεράς» ο Ντράγκι. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο κ. Τσίπρας και οι φίλοι του μισούσαν θανάσιμα τον Γιάννη Στουρνάρα, ως εκπρόσωπο της εξουσίας της Φρανκφούρτης.

Δεν κάνουμε δίκη προθέσεων. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε την αγάπη του σε συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα. Υπήρξε σφοδρός έρωτας με κάποια συμφέροντα και μεγάλο μίσος για κάποια άλλα. Το απέδειξαν στα δημόσια έργα, στα έργα πληροφορικής και όπου αλλού μπόρεσαν. Απλά, στις τράπεζες δεν είχαν την δυνατότητα να δείξουν την αγάπη και το μίσος τους. Για να μην παρεξηγηθούμε. Δεν θα ανακάλυπταν οι άνθρωποι τον τροχό…

Οι τράπεζες δεν είναι οι ίδιες με αυτές που ήσαν το 2010. Είναι τελείως διαφορετικά μαγαζιά, με την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου να ελέγχονται από την αλλοδαπή. Αυτό θα αλλάξει με τον καιρό. Όσο η Οικονομία βελτιώνεται και θα εισρέουν χρήματα, οι τράπεζες θα εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους και θα αποκτούν νέους μετόχους. Το σημαντικό είναι να ξεκαθαρίσουν τα κόκκινα δάνεια με δίκαιο τρόπο, έτσι ώστε να μην δημιουργηθούν πρόσθετα προβλήματα στην Οικονομία. Αυτό είναι το πραγματικό κέρδος από τον σημερινό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος από την Φρανκφούρτη.

Δικαιοσύνη είναι να μην επιστραφεί η όποια υπερχρεωμένη επιχείρηση στους παλαιούς μετόχους με ουσιαστική διαγραφή των χρεών της. Να μην υπάρξει δηλαδή Σεισάχθεια για τους φίλους και εκλεκτούς. Μία τέτοια πράξη θα έπληττε τον ανταγωνισμό και μπορεί να βύθιζε σε βαθιά ύφεση ολόκληρους κλάδους, δημιουργώντας ένα νέο σπιράλ ύφεσης.

Σκεφτείτε τι ζημιά θα έκανε ένας επιχειρηματίας που θα επέστρεφε δριμύτερος, έτοιμος να διαλύσει τους ανταγωνιστές του, με την βεβαιότητα ότι μπορεί να έχει όσα κεφάλαια επιθυμεί και χωρίς ποτέ να τα επιστρέψει. Ο «αντίπαλος» επιχειρηματίας θα είχε σε αυτή την περίπτωση μία και μόνη επιλογή: Να κλείσει την επιχείρησή του το συντομότερο δυνατόν για να περιορίσει την βέβαιη ζημία του. Ένα κατάστημα παιχνιδιών μπορεί να είναι φθηνότερο από ένα άλλο ή να έχει καλύτερη ποιότητα. Τον Αϊ Βασίλη, όμως δεν μπορεί να τον ανταγωνιστεί. Αν υπήρχε, λοιπόν, Αϊ Βασίλης, θα έπρεπε να κλείσουν τα καταστήματα παιχνιδιών…

Είναι αλήθεια ότι θα πάρει καιρό για να «συνέλθουν» οι τράπεζες. Περισσότερο έχει σχέση με την ίδια την Οικονομία και με την δυνατότητά της να προσελκύσει επενδύσεις. Το ένα είναι αλληλένδετο με το άλλο. Η ουσία, πάντως, είναι ότι σήμερα μπορούμε και κάνουμε σχέδια για το μέλλον σε αυτή την βάση. Σε διαφορετική περίπτωση, αν είχαμε τηρήσει τα ήθη και έθιμα του παρελθόντος, αυτή την στιγμή δεν θα κάναμε καν αυτή την συζήτηση. Αυτός είναι ένας λόγος για να ευγνωμονούμε τον Γιάννη Στουρνάρα…

Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]