Του Ζαχαρία Μίχα
Με επίκεντρο τις διαπραγματεύσεις με τους «θεσμούς», η πίεση για την Ελλάδα αυξάνεται σε όλα τα μέτωπα, δίνοντας μια «αίσθηση πολιορκίας» και μια ασφυξία πολιτική, οικονομική και διπλωματική, η οποία δεν έχει ιστορικό προηγούμενο, κατά τρόπον που εγείρει υποψίες ότι η οικονομική κρίση δεν θα ξεπεραστεί, εάν δεν προηγηθεί αξιοποίηση των «θετικών επιπτώσεων» της κρίσης για τους τρίτους, εξασφαλίζοντας ευρύτερες διευθετήσεις σε θέματα ασφαλείας, διεθνούς ενδιαφέροντος, με την εκμετάλλευση δηλαδή αυτής καθαυτής της ελληνικής αδυναμίας.
Εν μέσω, όμως, διαπραγματεύσεων για την εξασφάλιση οικονομικών πόρων που θα κρατήσουν τη χώρα στη επιφάνεια αποτρέποντας τη χρεοκοπία, η Ελλάδα αντιμετωπίζει καταιγιστικές εξελίξεις σε όλα τα μέτωπα ενδιαφέροντος, από την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση και το όνομα της ΠΓΔΜ, στο Κυπριακό, με την κυβέρνηση και τη θεσμική γραφειοκρατία να πασχίζουν να διαχειριστούν την πρόκληση, αποτρέποντας ταυτόχρονα όχι μόνο την περιθωριοποίηση της χώρας εν μέσω καταιγιστικών εξελίξεων, αλλά και την εγγραφή μη αναστρέψιμων τετελεσμένων και εν συνεχεία απωλειών...
Η «αναμόχλευση» του καθεστώτος του Αιγαίου
Οι δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jean - Claude Juncker, για το θέμα των κοινών περιπολιών στο Αιγαίο με πρόσχημα το μεταναστευτικό είναι ακόμα νωπές, με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο, που δεν συγκαταλέγεται και στους πλέον εχθρικά διακείμενους απέναντι στην Ελλάδα, να έχει δεσμευθεί ότι θα επιστρέψει με ολοκληρωμένη πρόταση. Είναι απορίας άξιο, όμως, για ποιον λόγο δε επιδιώκει τη σύσταση μιας δύναμης Ακτοφυλακής ευρωπαϊκών αμιγώς κρατών που θα αναλάβει να συνδράμει μια χώρα-μέλος στη φύλαξη των εξωτερικών θαλασσίων συνόρων της Ένωσης, τα οποία αντιμετωπίζουν υπερβολικό «φορτίο» εξαιτίας της αθρόας μεταναστευτικής ροής.
Και δεν το πράττει αυτό κατά τη στιγμή που έχει γίνει εμμέσως παραδεκτό από την πλευρά της Τουρκίας, δια των δηλώσεων ανώτατων πολιτειακών της παραγόντων, ότι το μεταναστευτικό χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης προς τις Βρυξέλλες με σκοπό να αρθεί η αντίσταση των χωρών εκείνων που δεν επιθυμούν την προσέγγιση της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να μη διαταραχτούν οι εσωτερικές ισορροπίες. Πρόκειται για χώρες οι οποίες στο παρελθόν κρυβόντουσαν πίσω από το ελληνικό βέτο, ρίχνοντας όλο το βάρος στη χώρα μας, ενώ στο παρασκήνιο της διεθνούς πολιτικής διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους απέναντι στην Άγκυρα για τις αγαθές τους προθέσεις.
Πρόκειται για μια πρακτική που επί της ουσίας αποδεικνύει ότι το «μικρόβιο» του κατευνασμού βρίσκεται στο «ευρωπαϊκό DNA», με την Ε.Ε. να μην μπορεί να ορθώσει ανάστημα και να διατυπώσει με σαφήνεια θέσεις για τα προβλήματα, ακόμα κι όταν αυτά εμπλέκουν τα συμφέροντα κρατών-μελών, περιοριζόμενη αυτιστικά να συστήνει όσα ένας αντίπαλος που θεωρεί εαυτόν ως ισχυρό δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχθεί. Δηλαδή, το να επιχειρήσει ειρηνική διευθέτηση τουλάχιστον με βάση τις μεθόδους που αποδέχεται η διεθνής νομιμότητα και όχι με βάση «τον νόμο της ζούγκλας», τον διαχρονικό – από καταβολής κόσμου – κανόνα της ισχύος.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Juncker δεν είναι παρά ένας ακόμα Ευρωπαίος αξιωματούχος που επιχειρεί να κρύψει κάτω από το στρώμα το πρόβλημα της αμφισβήτησης των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης – που τυγχάνει να είναι ελληνικά – από μια τρίτη χώρα, την Τουρκία στην προκειμένη περίπτωση, και επιχειρεί να τα «προσπεράσει», με μια μέθοδο που αν επικυρωνόταν και ετίθετο σε εφαρμογή, θα οδηγούσε σε νομιμοποίηση και σταδιακή de facto αλλαγή όσων ισχύουν στο Αιγαίο, παράλληλα με την έμμεση αποδοχή από την ενωμένη Ευρώπη της τουρκικής θεωρίας της «θάλασσας ειδικών περιστάσεων» που αφορά το αρχιπέλαγος.
Ασφυκτική πίεση στο Κυπριακό
Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις όμως και στο μέτωπο του Κυπριακού, με τον διεθνή παράγοντα, με προεξάρχοντες τους Αμερικανούς, να πιέζουν για την υιοθέτηση μιας «λύσης» που θα διατηρεί πολλά από τα χαρακτηριστικά που είχε το Σχέδιο Ανάν, το οποίο απορρίφθηκε από τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, επί προεδρίας του αειμνήστου Τάσσου Παπαδόπουλου. Βασικό πρόβλημα παραμένει η πλήρης ακαμψία της Τουρκίας στο ζήτημα των παραχωρήσεων ουσίας προς την πλευρά των Ελληνοκυπρίων ώστε να ξεμπλοκαριστούν οι διαπραγματεύσεις.
Η Άγκυρα δείχνει αποφασισμένη να μην επιτρέψει οποιαδήποτε λύση που δεν θα εξασφαλίζει τον συνολικότερο γεωπολιτικό έλεγχο επί της νήσου. Η Κύπρος έχει ξεχωριστή στρατηγική σημασία, θεωρούμενη ως το «αβύθιστο αεροπλανοφόρο» της Μεσογείου στα «ανοιχτά» της Μέσης Ανατολής. Σε κάθε περίπτωση, η μεσοβέζικη διευθέτηση στην οποία δείχνουν να προσανατολίζονται οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συγκαλύψει την τουρκική φιλοδοξία και τις ισλαμιστικές παρεκτροπές του μεγαλομανή προέδρου της.
Αυτό θα γίνει κάτω από την «ομπρέλα» που στεγάζει Ελλάδα και Τουρκία, ελέγχοντας σε σημαντικό βαθμό την αντιπαλότητα από το να εξελιχθεί σε επικίνδυνη αντιπαράθεση: Την Ατλαντική Συμμαχία, το ΝΑΤΟ, προστατεύοντας παράλληλα την κρίσιμη νοτιοανατολική του πτέρυγα.
Επειδή τα θέματα είναι εξαιρετικά λεπτά, θα ήταν πρόωρο να αποφανθεί κανείς αν η Συμμαχική παρέμβαση θα εξασφάλιζε έναν εθνικά αποδεκτό συμβιβασμό που θα οδηγούσε στην επανένωση της νήσου. Το σίγουρο είναι ότι βασικό κίνητρο της Τουρκίας που εξηγεί την επίδειξη ανυπομονησίας για λύση, είναι οι υδρογονάνθρακες που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή, στη νομή των οποίων είναι αποφασισμένη να αποσπάσει το κομμάτι που θεωρεί ότι αναλογεί στο μέγεθός της, κυρίως μέσω των Τουρκοκυπρίων.
Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται ένας νέος παράγοντας στην εξίσωση από ελληνικής πλευράς, που δεν είναι άλλος από τη στάση των Ισραηλινών, οι οποίοι έχουν τη δική τους ανεξάρτητη οπτική στο θέμα, καθώς αφορά άμεσα την ασφάλειά τους, ενώ ποτέ δεν έκρυψαν ότι πάντα προσέβλεπαν σε μια λειτουργική λύση που θα υιοθετηθεί στο Κυπριακό, με στόχο να επιχειρήσουν να την προωθήσουν για την αντιμετώπιση του προβλήματος της Ιερουσαλήμ, μετά από επαλήθευση της βιωσιμότητας σε κυπριακό έδαφος...
Οι Ισραηλινοί την τρέχουσα περίοδο έχουν αυτονομηθεί σε κάποιο βαθμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όχι ότι η ασφάλειά τους έχει σταματήσει να εξαρτάται από τις ΗΠΑ και τη γενναιόδωρη ύψους άνω των 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως στρατιωτική βοήθεια (επίκειται σημαντική αύξησή της ως αποζημίωση για τη συμφωνία με το Ιράν...), αλλά τουλάχιστον υπό την ηγεσία του Benjamin Netanyahu δεν διστάζουν να αντιπαρατεθούν με την Ουάσιγκτον και να αξιοποιήσουν το πανίσχυρο λόμπι στις ΗΠΑ για να επηρεάσουν, στο όριο του πειθαναγκασμού, την αμερικανική διπλωματία να ευθυγραμμιστεί.
Συνεπικουρούμενοι από τις εξελίξεις στο μέτωπο της Αιγύπτου, οι Ισραηλινοί έχουν κατορθώσει να συμπήξουν έναν ισχυρότατο τοπικό-περιφερειακό «άξονα» μαζί με το Κάιρο και τη Λευκωσία, τέτοιον που να δίνει την αίσθηση ότι μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα της ασφυκτικής πίεσης της Τουρκίας στην περιοχή.
Οι στρατιωτικές ασκήσεις με τους Κύπριους είναι συνεχείς, ενώ η νήσος παίζει πλέον για το Ισραήλ τον ρόλο του στρατηγικού βάθους που δεν διαθέτει το εβραϊκό κράτος, με τον ρόλο της Κύπρου να θεωρείται τόσο κομβικός στρατιωτικά, ώστε τουλάχιστον στο τρέχον σκηνικό, οι εξελίξεις στο Κυπριακό να θεωρούνται κομβικό ζήτημα εθνικής ασφαλείας, για λόγους πολύ ευρύτερους από τη δράση ισλαμιστών στα κατεχόμενα και τις εξελίξεις στην αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, χωρίς κάποιον «σουλτάνο» στα πόδια τους...
Τα συνεχή ταξίδια από και προς τη Λευκωσία Κυπρίων και Ισραηλινών αξιωματούχων κάθε επιπέδου δείχνει ένα πρωτοφανές επίπεδο συνεννόησης και συντονισμού, το οποίο δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί, εάν κανείς δε διαβάσει το απόρρητο τμήμα της συμφωνίας που έχουν υπογράψει οι δυο χώρες...
Στην εικόνα αυτή προστίθενται και διαβουλεύσεις με την Αθήνα, αν και η ελλαδική πλευρά βρίσκεται αντιμέτωπη με την ολιγωρία δεκαετιών, οπότε τώρα επιχειρεί να μη βρεθεί εκτός των πολυμερών συνεννοήσεων που θα εμπλέξουν και τη δική της ασφάλεια, δεδομένου μάλιστα ότι ο στρατηγικός στόχος της Άγκυρας είναι η Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη να «σπάσει» τον «ενεργειακό διάδρομο» που ξεκινώντας από το Ισραήλ, μέσω Κύπρου και Ελλάδας, θα εξασφαλίσει στο μέλλον την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης...
Σε αυτό το κλίμα μόνο ως παραφωνία μπορεί να αντιμετωπιστεί η συμπεριφορά της πρέσβειρας των Ηνωμένων Πολιτειών στη Λευκωσία, όπου ξέσπασε σκάνδαλο λόγω δεξίωσης που παρατέθηκε στα κατεχόμενα, σε ξενοδοχείο-καζίνο, στην οποία προσήλθαν και χαριεντίστηκαν οι επικεφαλής των κατοχικών στρατευμάτων, με την επίσημη ιδιότητά τους, φορώντας την επίσημη στολή.
Η ενέργεια έχει ήδη προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις, με αναλυτές να θέτουν θέμα έμμεσης αναγνώρισης των τετελεσμένων της εισβολής του 1974 και της κατοχής κυπριακού εδάφους, σε συνέχεια παρόμοιας συμπεριφοράς του προηγούμενου πρέσβη, κάτι που δίνει την αίσθηση σκόπιμης πολιτικής πρωτοβουλίας.
Και ολίγη από «Μακεδονία» και μειονότητα στη Θράκη
Εν κατακλείδι, η πίεση στην Αθήνα συντηρείται και στο βόρειο μέτωπο που έχει δυο επίπεδα, ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό. Στο εσωτερικό, οι σχέσεις της μειονότητας με τον αμερικανικό παράγοντα βρίσκονται σε εξαιρετικό επίπεδο, με συνεχείς επισκέψεις συγκεκριμένου στελέχους της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα στην περιοχή, με τις ανακοινώσεις του μειονοτικού κόμματος DEB να παρουσιάζουν σκανδαλιστικές ομοιότητες, εγείροντας το ερώτημα, πόσες φορές συζήτησαν οι μειονοτικοί τα ίδια ακριβώς πράγματα με τον Αμερικανό αξιωματούχο που τους επισκέπτεται συχνά.
Την αίσθηση πλήρους επιτάχυνσης των εξελίξεων αποκομίζει κανείς και στο μέτωπο της ονομασίας της ΠΓΔΜ, με τελευταία την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ζητά «μεταρρυθμίσεις» για να προωθηθούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, αλλά και συστήνοντας ότι «πρέπει να επιλυθεί επειγόντως» το πρόβλημα της ονομασίας, καθώς «οι σχέσεις με την Ελλάδα συνέχισαν να επηρεάζονται από το ζήτημα της ονομασίας».
Παρά τη διατύπωση, είναι σαφές ότι η Επιτροπή είναι ευθυγραμμισμένη με τη στάση των ΗΠΑ στο πρόβλημα, με την Ουάσιγκτον να επείγεται να εντάξει τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, θεωρώντας ότι έτσι θα κλείσει μια εκκρεμότητα που άνοιξε το 2008 στο Βουκουρέστι ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, κάνοντας χρήση του δικαιώματος αναβλητικής αρνησικυρίας (βέτο).
Με αυτό τον τρόπο, την ένταξη δηλαδή της ΠΓΔΜ στην Ατλαντική Συμμαχία, θα κλείσει αυτό που αντιμετωπίζεται ως «μαύρη τρύπα» στον τομέα της ασφάλειας στη Βαλκανική, ώστε να ολοκληρωθεί ο αποκλεισμός του σλαβικού στοιχείου από τη ρωσική επιρροή (παρότι εκκρεμότητες υπάρχουν και στο μέτωπο Σερβίας - Κοσσυφοπεδίου).
Οι εξελίξεις στο σύνολό τους δεν είναι ευνοϊκές για την Ελλάδα, που βρίσκεται στη γωνία, πιεζόμενη ή και εκβιαζόμενη ενίοτε, με αντικείμενο την ίδια την οικονομική της επιβίωση. Μεγαλύτερη πολιτική ηρεμία στο εσωτερικό μέτωπο, αλλά και υπευθυνότητα από την πλευρά των πολιτικών δυνάμεων, θα μπορούσε τουλάχιστον να αποτρέψει σε κάποιον βαθμό τα χειρότερα. Αρκεί να κατανοήσουν όλοι ότι η «διεθνής ζωή» δεν αρχίζει και τελειώνει στα μνημόνια και τη διαγραφή ή μη μέρους του χρέους.