Η πρόσφατη δημοσιοποίηση της ρηματικής διακοίνωσης της Λιβύης στον ΟΗΕ, η οποία ούτε λίγο, ούτε πολύ υπερασπίζεται το περιεχόμενο του τουρκολιβυκού μνημονίου, έρχεται να επιβεβαιώσει κάτι που η Αθήνα γνωρίζει αλλά αποφεύγει να ομολογήσει δημόσια. H κυβέρνηση της Τρίπολης παραμένει γερά δεμένη στο άρμα της Άγκυρας και δεν διαθέτει ούτε προτίθεται να αποκτήσει στρατηγική αυτονομία.
Ενδεικτική της δύσκολης θέσης της ελληνικής διπλωματίας είναι η επιλογή να μην ανακοινωθεί εγκαίρως η ύπαρξη της λιβυκής διακοίνωσης, η οποία καταγγέλλει την Ελλάδα στον ΟΗΕ λόγω της παραχώρησης οικοπέδων νοτίως της Κρήτης στην ExxonMobil. Η καθυστέρηση της Αθήνας να δώσει πολιτική διάσταση σε αυτό το γεγονός δεν συνιστά απλώς επικοινωνιακό χειρισμό. Φανερώνει μια προσπάθεια υποβάθμισης μιας πραγματικότητας που προκαλεί δυσφορία. Η Λιβύη, στο δυτικό της σκέλος, λειτουργεί ως ενεργούμενο της τουρκικής γεωστρατηγικής.
Η Άγκυρα, με μεθοδική συνέπεια, από το 2019 και εξής, αξιοποιεί τη Λιβύη ως εφαλτήριο για τη στρατιωτική, ενεργειακή και διπλωματική της επέκταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Το λεγόμενο τουρκολιβυκό μνημόνιο, παρά την καταφανή παραβίαση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, έχει μετατραπεί σε εργαλείο παρέμβασης, σε πολιτικό σύμβολο ισχύος και σε διπλωματικό προπέτασμα εκτοπισμού της Ελλάδας από κρίσιμες θαλάσσιες ζώνες. Τελικά, το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν είναι έγγραφο, είναι εργαλείο.
Και όσο η Ελλάδα περιορίζεται στην αντίδραση και δεν αναπτύσσει εναλλακτικά σενάρια ενεργητικής παρέμβασης, η Τουρκία παγιώνει τετελεσμένα. Η εικόνα των εκπροσώπων της λιβυκής Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου να υπογράφουν συμφωνίες με την τουρκική ΤΡΑΟ μπροστά σε χάρτες του επίμαχου μνημονίου αποδεικνύει ότι η στρατηγική επιρροή δεν εξαντλείται σε νομικά κείμενα αλλά οικοδομείται πάνω σε συμβολισμούς.
Η ανατολική Λιβύη, υπό τον στρατάρχη Χαφτάρ και τον πρόεδρο του κοινοβουλίου Ακίλα Σάλεχ, είναι ο μόνος γεωπολιτικός συνομιλητής που προσφέρει περιθώριο ελιγμών στην ελληνική πλευρά. Η Ελλάδα έχει συμφέρον να επενδύσει σταθερά και μακροπρόθεσμα στη Βεγγάζη, όχι μόνο διπλωματικά, αλλά και με συμφωνίες ασφάλειας και οικονομικής συνεργασίας. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η μη κύρωση του τουρκολιβυκού μνημονίου από τη Βεγγάζη αποτελεί στρατηγική εγγύηση για την ανάσχεση της τουρκικής διείσδυσης.
Βεβαίως, και εδώ η Τουρκία έχει κινηθεί. Από το 2023 και μετά, η Άγκυρα έχει ενισχύσει τις σχέσεις της με τον στρατό της ανατολικής Λιβύης, ιδίως μέσω των γιων του Χαφτάρ, με συμφωνίες εκπαίδευσης και επενδύσεις στον κατασκευαστικό τομέα. Αν η Ελλάδα δεν δράσει τώρα, το παράθυρο ευκαιρίας θα κλείσει.
Η ελληνική διπλωματία πρέπει να εγκαταλείψει τον εφησυχασμό. Η ήπια προσέγγιση απέναντι στην Τρίπολη και οι αυταπάτες περί σεβασμού της μέσης γραμμής, δεν αντανακλούν τον σημερινό γεωπολιτικό συσχετισμό. Η Τουρκία εφαρμόζει σχέδιο γεωστρατηγικού εγκλωβισμού της Ελλάδας, από τη Θράκη ως τη Λιβύη. Και το υλοποιεί με συνέπεια, επιμονή και πολλαπλά εργαλεία ισχύος.
Η Ελλάδα οφείλει να εγκαταλείψει την τακτική της παθητικής παρακολούθησης και να περάσει σε στρατηγική πρωτοβουλία, με την ενεργό εμπλοκή στην Ανατολική Λιβύη, την προώθηση οριοθέτησης ΑΟΖ με τη Βεγγάζη και τη διεθνοποίηση της ακυρότητας του τουρκολιβυκού μνημονίου με ενίσχυση συμμαχιών σε Ουάσιγκτον και Παρίσι.
Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό σκηνικό, είναι σαφές πως η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να αρκείται σε κινήσεις χαμηλής έντασης ή απλώς συμβολικής παρουσίας. Η Τρίπολη έχει ξεκάθαρα στοιχηθεί πίσω από την Άγκυρα, επιβεβαιώνοντας έμπρακτα τις προβλέψεις του τουρκολιβυκού μνημονίου. Στον αντίποδα, η Βεγγάζη παραμένει, για την ώρα, ένα παράθυρο ευκαιρίας.
Ο Πρωθυπουργός οφείλει να μεταβεί προσωπικά στη Βεγγάζη, να συναντήσει τον στρατάρχη Χαφτάρ και να υπογράψει συμφωνίες στρατηγικού βάθους, όχι μόνο για την οριοθέτηση ΑΟΖ, αλλά και για τη διαχείριση του μεταναστευτικού, το οποίο επηρεάζει άμεσα τη νησιωτική Ελλάδα και ιδίως την Κρήτη.
Η παρουσία της Ελλάδας πρέπει να γίνει αισθητή και στη Δυτική και στην Ανατολική Λιβύη, πριν ολόκληρη η χώρα καταστεί γεωπολιτικό προτεκτοράτο της Τουρκίας.
Σε αυτό το πεδίο δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Υπάρχει όμως η ευθύνη της στρατηγικής επιλογής. Ή θα αποδεχθούμε τη γεωπολιτική μας περιθωριοποίηση ή θα την ανατρέψουμε με πράξεις.
*Αντιπτέραρχος (Ι) εα. Κωνσταντίνος Ιατρίδης, Επίτιμος Δκτης ΔΑΥ, Επίτιμος Πρόεδρος Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας, Αμυντικός Αναλυτής