Ρήτρα διαφυγής: Δημοσιονομική ανάσα ή παγίδα χρέους

Ρήτρα διαφυγής: Δημοσιονομική ανάσα ή παγίδα χρέους

Η απόφαση του Ecofin για την υιοθέτηση της «ρήτρας διαφυγής» όσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες, χαρακτηρίστηκε σαν μια στρατηγική νίκη της Ελλάδας και σαν μια στιγμή βαθιάς θεσμικής ωρίμανσης για την Ευρώπη. Η Ελλάδα έχει στη διάθεση της έναν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο ύψους 500 εκατ. ευρώ.

Τι είναι η «ρήτρα διαφυγής»; 

Η «ρήτρα διαφυγής» (escape clause) είναι ένας μηχανισμός ευελιξίας που προβλέπεται από τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα δημόσια οικονομικά. Είναι στην ουσία μια «επιτρεπτή παράβαση» των κανόνων, υπό έκτακτες συνθήκες και προϋποθέσεις, όπως είναι για παράδειγμα, οι πανδημίες, οι φυσικές καταστροφές και οι ευρύτερες κρίσεις. 

Με την απόφαση του το Ecofin, επιτρέπει στις χώρες με υψηλό χρέος να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες, χωρίς να παραβιάζουν τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, όσον αφορά το έλλειμμα ή το δημόσιο χρέος. Και πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα υποστήριζε εδώ και καιρό την εξαίρεση των αμυντικών επενδύσεων από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, έτσι ώστε να ενισχύσει τις αμυντικές της ικανότητες.

Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη που επιτρέπει στις 15 χώρες που είχαν επιβάλει το σχετικό αίτημα, να αποκλίνουν από τους συμφωνημένους στόχους του εθνικού προϋπολογισμού τους, έως και κατά 1,5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση για την τετραετία 2025–2028, με αποκλειστικό στόχο τη χρηματοδότηση αυξημένων αμυντικών δαπανών. Με βάση αυτήν την απόφαση, δεν θα ενεργοποιούνται αυτόματα οι «διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος», όπως αυτές προβλέπονται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Τι σημαίνει η «ρήτρα διαφυγής» για τα δημοσιονομικά μεγέθη της Ελλάδας;

Με την έγκριση της ρήτρας διαφυγής, η χώρα μας αποφεύγει να αντιμετωπίσει το δίλημμα : αμυντικές δαπάνες ή μειώσεις φόρων και κοινωνικών παροχών. Έτσι η κυβέρνηση θα αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στον βαθμό που απαιτείται, χωρίς να πρέπει να προχωρήσει σε αντίστοιχες περικοπές σε άλλες δαπάνες ή σε φοροελαφρύνσεις μέσα στο 2026 και για τα επόμενα τέσσερα έτη. 

Μάλιστα το παράδειγμα που ανέφεραν οι Ευρωπαίοι παράγοντες για τη χώρα μας, ήταν ιδιαίτερα επεξηγηματικό. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, η κυβέρνηση αποφασίζει μέσα στο 2025 να προμηθευτεί ένα νέο αντιαεροπορικό σύστημα κόστους 2 δισ. ευρώ. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας είναι 240 δισ. ευρώ, άρα το ανώτατο όριο της ρήτρας του 1,5% του ΑΕΠ, είναι 3,6 δισ. ευρώ. Επομένως, η αγορά του αμυντικού συστήματος γίνεται εντός του ορίου. Οπότε και δεν θεωρείται υπέρβαση του προϋπολογισμού και δεν οδηγεί σε δημοσιονομικές κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Υπό αυτήν την έννοια η «ρήτρα διαφυγής» κάλλιστα μπορεί να θεωρηθεί σαν μια βαθιά δημοσιονομική ανάσα. Μια ανάσα που θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να ξετυλίξει το μίγμα των φοροελαφρύνσεων και των παροχών, που έχει υποσχεθεί ότι θα εξαγγείλει ο πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Ενέχει κινδύνους η «ρήτρα διαφυγής»;

Σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κύκλους που ήταν αντίθετοι στην έγκριση της ρήτρας διαφυγής, αναδύεται ένα ισχυρό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο η «ρήτρα διαφυγής» μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στις χώρες που έχουν υπερβολικό χρέος, όπως είναι η Ελλάδα και η Ιταλία. Διότι μπορεί η αύξηση των αμυντικών δαπανών, η οποία θα χρηματοδοτηθεί μέσω νέου δανεισμού, να μην καταγράφεται στα ευρωπαϊκά δημοσιονομικά κατάστιχα, ωστόσο θα αποτελεί τμήμα του χρέους που αναγκαστικά θα αυξηθεί.

Και οι αγορές ομολόγων εστιάζουν στα απόλυτα μεγέθη και όχι στις χαριστικές αποκλίσεις. Οπότε ναι μεν, το νέο χρέος «θα εξαφανίζεται» σαν τα F-35 στα ευρωπαϊκά δημοσιονομικά ραντάρ, αλλά θα εμφανίζεται στις επίσημες εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης και των αναλύσεων που θα συνοδεύουν τις εκδόσεις ομολόγων. 

Επομένως, στα ευρωπαϊκά λογιστικά βιβλία, οι αμυντικές δαπάνες θα βρίσκονται σε ένα καθεστώς δημοσιονομικής χειμέριας νάρκης. Όμως στην πραγματική αγορά, οι αμυντικές δαπάνες θα ταυτίζονται με νέα χρέη και τα νέα χρέη θα συνοδεύονται από υψηλότερα κόστη εξυπηρέτησης των δανείων αυτών. Ήδη ο διεθνής οίκος αξιολόγησης DBRS έσπευσε να υποβαθμίσει τις προοπτικές του αξιόχρεου της Γαλλίας, με αφορμή την επερχόμενη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών. Επιβεβαιώνοντας στην πράξη ότι οι αγορές κρίνουν με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο από το Ecofin και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τη «ρήτρα διαφυγής». Την κρίνουν με καθαρά δημοσιονομικά κριτήρια και αυστηρά κριτήρια χρέους.