Οι αρκούδες δεν έφυγαν από τις αγορές
Shutterstock
Shutterstock
Χρηματιστήρια

Οι αρκούδες δεν έφυγαν από τις αγορές

Παρά τα πολλά αρνητικά νέα, οι διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές εξακολουθούν την προσπάθεια που ξεκίνησαν την 13η Οκτωβρίου και ανεβαίνουν σιγά σιγά απορροφώντας τους κραδασμούς που έρχονται από την οικονομία, τον πληθωρισμό και τα εταιρικά κέρδη ενώ αντιστέκονται και στις ψυχρολουσίες που τους επιφυλάσσουν συχνά ο Τζερόμ Πάουελ και η παρέα του.

Μιλώντας για το αμερικανικό χρηματιστήριο, από τα χαμηλά που σημειώθηκαν την Πέμπτη 13 Οκτωβρίου όταν ανακοινώθηκαν τα κακά (για άλλη μία φορά) νέα για τον πληθωρισμό, ο δείκτης S&P 500 σημειώνει άνοδο περίπου 9 % και κινείται λίγο πάνω από τις 3.800 μονάδες.

Η επίδοση αυτή δεν είναι καθόλου κακή αν σκεφθούμε πως την προηγούμενη Τετάρτη το χρηματιστήριο έπαθε μία μικρή πανωλεθρία, όταν ο διοικητής της Fed Τζερόμ Πάουελ στενοχώρησε τους επενδυτές λίγο μετά την ανακοίνωση της αύξησης των επιτοκίων κατά 0,75% και ο δείκτης υποχώρησε κατά 3,5% μέσα σε μία ώρα.

Τις επόμενες όμως ημέρες έδειξε μεγάλη ανθεκτικότητα και η μεγάλη υποχώρηση της προηγούμενης Τετάρτης έχει αρχίσει να ξεχνιέται. Έτσι την Παρασκευή επανήλθε σε θετική πορεία βοηθούμενο σημαντικά από τις φήμες περί επικείμενης χαλάρωσης της κινεζικής πολιτικής zero Covid και την απουσία κάποιου σημαντικού αρνητικού στοιχείου από τις ανακοινώσεις για τις θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν στις ΗΠΑ τον Οκτώβριο και το ποσοστό ανεργίας, σε πείσμα μάλιστα των πολύ αρνητικών αποτελεσμάτων ορισμένων τεχνολογικών επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους. 

Έχει όμως αυτή η απόπειρα των αγορών για μία ανοδική κίνηση διαρκείας κάποια ισχυρή επενδυτική λογική; Προφανώς και μία ανοδική αντίδραση εν μέσω μίας πτωτικής αγοράς μεγάλης διάρκειας έχει πάντα νόημα, έτσι δουλεύουν οι αγορές και η ανθρώπινη ψυχολογία.

Για να έχει νόημα μία διαφορετικού τύπου άνοδος που θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της πτωτικής αγοράς που ξεκίνησε στις αρχές του 2022 για τις περισσότερες μετοχές και τα ομόλογα θα πρέπει να υπάρχουν βάσιμες ελπίδες πως η μάχη κατά του πληθωρισμού μπορεί να κερδηθεί σύντομα χωρίς να προκληθεί σημαντική ύφεση και, ταυτόχρονα, πως το γεωπολιτικό και πολιτικό περιβάλλον θα είναι υποστηρικτικό.

Όσον αφορά στη μάχη κατά του πληθωρισμού, στις 15:30 μεθαύριο Πέμπτη θα πάρουμε μία γεύση για το τι γίνεται στις ΗΠΑ. Τους τελευταίους μήνες οι σχετικές ανακοινώσεις του αμερικανικού υπουργείου εργασίας μας έχουν συνηθίσει σε αρνητικές εκπλήξεις. Και ο ονομαστικός και ο δομικός πληθωρισμός έχουν αποκτήσει την κακή συνήθεια να είναι υψηλότεροι από όσο τους περιμένουμε.

Δεν έχει φυσικά κάποιο νόημα να αποτολμήσουμε κάποια πρόβλεψη σχετικά με το τι θα ακούσουμε την Πέμπτη αλλά μας φαίνεται πολύ δύσκολο να υποθέσουμε πως θα περιλαμβάνει και αυτό που επιθυμούν να ακούσουν τα μέλη του αρμόδιου συμβουλίου της Fed, δηλαδή μία ουσιαστική πτώση του επιπέδου του δομικού πληθωρισμού.

Υπενθυμίζουμε πως ο δομικός πληθωρισμός μετρά την εξέλιξη των τιμών όλων των προϊόντων και υπηρεσιών εκτός από αυτά που έχουν άμεση σχέση με τα καύσιμα και τα τρόφιμα. Αν, παρ’ ελπίδα, ο δομικός πληθωρισμός μας εκπλήξει με την αδυναμία του, είναι βέβαιο πως θα ερμηνευθεί σαν καλή είδηση και θα δώσει περαιτέρω ορμή στις αγορές. Ακόμα όμως και να γίνει κάτι τέτοιο, θα αποτελέσει απλώς ένα πρώτο βήμα, αφού οι αξιωματούχοι της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας έχουν δηλώσει πολλές φορές πως για να σταματήσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων θα πρέπει να δουν αξιόπιστα και διατηρήσιμα σημάδια. 

Εδώ που έχουμε φτάσει όμως, απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστική ανάκαμψη των αγορών και το τέλος της καθοδικής αγοράς (bear market) είναι η τιθάσευση του πληθωρισμού χωρίς την πρόκληση σημαντικής οικονομικής ύφεσης. Σε αυτόν τον τομέα τα μηνύματα δεν είναι πολύ ευχάριστα, τουλάχιστον όταν διαβάζουμε τα ρεπορτάζ των διεθνών πρακτορείων ειδήσεων.

Την προηγούμενη Τετάρτη ακούσαμε τις εκτιμήσεις της διοίκησης της Maersk, της εταιρείας από την Δανία που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο στην διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων δια θαλάσσης. Η εταιρεία διακινεί περίπου το 1/6 της παγκόσμιας εμπορευματικής κίνησης, πράγμα που σημαίνει ότι σίγουρα έχει μία καλή εικόνα για το πως εξελίσσεται η κατάσταση.

Ο διευθύνων σύμβουλος Σόρεν Σκου δήλωσε πως είναι απαισιόδοξος για την πορεία της οικονομίας και πως εκτιμά πως η ευρωπαϊκή οικονομία είναι έτοιμη (αν δεν το έχει ήδη κάνει) να μπει σε φάση συρρίκνωσης, να περάσει δηλαδή σε ύφεση. Ο Σκου είπε επίσης πως η εμφάνιση ύφεσης είναι πολύ πιθανή και για τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα μηνύματα που έρχονται από τους πελάτες της εταιρείας για την προσφορά και τη ζήτηση.

Σχετικά με την ζήτηση για μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων, ο Σκου κατέβασε τις προηγούμενες εκτιμήσεις της εταιρείας για περίπου μηδενική μεταβολή από την αντίστοιχη του 2021 σε μείωση της τάξης του 2% - 4%. Αυτό που έκανε αρνητική εντύπωση ήταν η εκτίμηση του Σκου για την εξέλιξη των πραγμάτων το 2023, καθώς ο Δανός επιχειρηματίας είπε πως βλέπει μηδενική ανάπτυξη της αγοράς εμπορευματοκιβωτίων για το 2023, με κίνδυνο και για αρνητική επίδοση σε σχέση με το 2022.

Ενισχυτικό των εκτιμήσεων του Σόρεν Σκου και της εταιρείας του είναι και ένα ρεπορτάζ του Bloomberg από την Παρασκευή που μας πέρασε. Οι αναλυτές του πρακτορείου επεξεργάζονται ένα πλήθος στοιχείων με βάση τα οποία καταρτίζουν διάφορους δείκτες που απεικονίζουν την κυρίαρχη τάση στο διεθνές εμπορευματικό εμπόριο, στον εξαγωγικό όγκο των μεγάλων εξαγωγικών χωρών και στις εκτιμήσεις των αξιωματούχων μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων που σχετίζονται με τη μεταποίηση και τις εξαγωγές.

Όλοι αυτοί οι δείκτες βρίσκονται αυτή την στιγμή σε αρνητικό έδαφος, με αυτούς που έχουν σχέση με το τι περιμένουν οι αξιωματούχοι να πετυχαίνουν τις χειρότερες επιδόσεις. 

Στην αρχή αναφερθήκαμε στην Κίνα και στις ελπίδες για χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων στα πλαίσια της πολιτικής zero Covid. Αυτές θα αποδειχθούν μάλλον πρόωρες αφού οι αρμόδιοι Κινέζοι αξιωματούχοι διέψευσαν κατηγορηματικά τις σχετικές φήμες μέσα στο Σαββατοκύριακο. Είναι γεγονός όμως πως η κινεζική οικονομία έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα από τον συνδυασμό της αναταραχής που έχουν φέρει στην παγκόσμια οικονομία ο υψηλός πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων με την πολιτική zero Covid.

Χθεσινό ρεπορτάζ του Reuters ανέφερε πως, για πρώτη φορά από την άνοιξη του 2022, μειώθηκαν τον ίδιο μήνα (δηλαδή τον Οκτώβριο) και οι εισαγωγές και οι εξαγωγές, πετυχαίνοντας επιδόσεις χαμηλότερες από αυτές που περίμεναν οι οικονομικοί αναλυτές. Πριν φύγουμε από την Κίνα δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε κάτι: αν υποθέσουμε πως οι κινεζικές αρχές ξαφνικά αποφασίσουν τη σταδιακή απομάκρυνση από την πολιτική zero Covid, αυτό θα είναι πιθανότατα ένα «δίκοπο μαχαίρι» για τις δυτικές οικονομίες.

Εννοούμε βέβαια πως αν η κινεζική οικονομία αρχίζει να αναπτύσσεται και πάλι με ισχυρούς ρυθμούς, θα προκαλέσει οπωσδήποτε σημαντική αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και των καυσίμων. Αυτό ίσως να είναι το τελευταίο που θα ήθελαν να δουν οι επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών, καθώς θα υπονομεύσει τον αγώνα που έχουν ξεκινήσει κατά του πληθωρισμού. 

Αφήσαμε τελευταίες τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, οι οποίες θα διεξαχθούν αργότερα σήμερα, με τα αποτελέσματα να αναμένονται μάλλον μετά την λήξη των χρηματιστηριακών συνεδριάσεων. Υπάρχει μία γενική εκτίμηση πως το αποτέλεσμα των εκλογών αυτών, οι οποίες αφορούν ένα σημαντικό μέρος των εδρών της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων, αρκετές θέσεις κυβερνητών και τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα, θα είναι μάλλον καλό για τους Ρεπουμπλικανούς.

Θεωρείται λοιπόν πολύ πιθανή, σχεδόν σίγουρη θα λέγαμε, η απώλεια του ελέγχου κάποιου από τα δύο ομοσπονδιακά νομοθετικά σώματα για τους Δημοκρατικούς του προέδρου Μπάιντεν. Συνήθως κάτι τέτοιο θα θεωρείτο καλό για τις αγορές, οι οποίες προτιμούν η εξουσία να είναι μοιρασμένη έτσι ώστε να αποφεύγονται οι μεγάλες και απότομες νομοθετικές αλλαγές. Υπάρχει όμως και κάποιοι, όπως ο Nicholas Jasinski του Barron’s, που θεωρούν πως αυτή τη φορά η μοιρασιά της εξουσίας μπορεί να μην αρέσει στις αγορές, καθώς η πόλωση μεταξύ των δύο κομμάτων είναι πολύ μεγάλη και μπορεί τελικά να οδηγηθούμε σε πλήρη παράλυση.

Αυτό θα ήταν πολύ αρνητικό σε θέματα που έχουν σχέση με την κατάρτιση του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, την λήψη δημοσιονομικών ενισχυτικών μέτρων για την αντιμετώπιση πιθανής οικονομικής ύφεσης. Επίσης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε προσωρινή παύση της χρηματοδότησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, πράγμα που ποτέ δεν έχει αρέσει στις αγορές στο παρελθόν. Γενικά, ο Jasinski υποστηρίζει πως σε μία περίοδο όπως η τωρινή, με έντονη αβεβαιότητα σε πλήθος τομέων, μία ισχυρή κυβέρνηση είναι προτιμότερη από μία αδύναμη. 

Τα αποτελέσματα των εκλογών λογικά θα τα ξέρουμε τα ξημερώματα της Τετάρτης, εκτός αν έχουμε πάλι το φαινόμενο πολύ αμφίρροπων αναμετρήσεων, με την καταμέτρηση των ψήφων να κρατά πολλές ημέρες. Μπορεί να αρέσουν στις αγορές, μπορεί και να μην τις ενθουσιάσουν.

Είναι όμως βέβαιο πως αυτές οι εκλογές, όπως και ένα πλήθος άλλων παραγόντων, από τα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων και τα νέα για τον πληθωρισμό μέχρι τον πόλεμο και την πιθανή επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ, συνιστούν ένα μεγάλο πλέγμα προκλήσεων για τους επενδυτές και τις αγορές και σημαίνουν πως ο εφησυχασμός είναι πολύ επικίνδυνος αυτή την εποχή, καθώς οι αρκούδες παραμονεύουν σε πολλές γωνίες. 

Διαβάστε Περισσότερα