Κέρδη στη Wall Street δια χειρός... Μιτς Μακόνελ

Κέρδη στη Wall Street δια χειρός... Μιτς Μακόνελ

Με μικρά κέρδη ολοκλήρωσαν τις σημερινές συναλλαγές οι τρεις βασικοί δείκτες σε μια συνεδρίαση με έντονη μεταβλητότητα καθώς ο βιομηχανικός δείκτης έφτασε να χάνει ακόμα και 450 μονάδες. 

Τα ενθαρρυντικά νέα από την απροσδόκητη αύξηση των προσλήψεων στον ιδιωτικό τομέα τελικά κατάφεραν να αναχαιτίσουν το γενικότερα αρνητικό κλίμα υπό τις διατηρούμενες ανησυχίες για τον πληθωρισμό και τη νευρικότητα όσο δεν καταλήγουν οι διακομματικές διαπραγματεύσεις στην Ουάσινγκτον για αύξηση του ορίου χρέους.

Ωστόσο το κλίμα άλλαξε μετά την νέα πρόταση που υπέβαλε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μιτς Μακόνελ σε μια προσπάθεια να λάβει τέλος η αντιπαράθεση για το όριο του ομοσπονδιακού δανεισμού.

Συγκεκριμένα, πρότεινε τη βραχυπρόθεσμη αύξηση του ορίου δανεισμού προκειμένου να αποτραπεί μια στάση πληρωμών και κατ' επέκταση η οικονομική αναταραχή εωσότου οι Δημοκρατικοί να είναι σε θέση να περάσουν μια πιο μόνιμη λύση πριν το τέλος του έτους.

Στη λήξη της συνεδρίασης, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones κέρδισε 0,3%ή 102 μονάδες και έκλεισε στις 34.416 μονάδες και ο τεχνολογικός Nasdaq ενισχύθηκε κατά 0,47% στις 14.501 μονάδες. Ο S&P 500 ενισχύθηκε κατά 0,41% και ολοκλήρωσε τις συναλλαγές στις 4.363 μονάδες. 

Σε γενικές γραμμές, αυτό που δείχνουν οι πρώτες συνεδριάσεις του Οκτωβρίου είναι περαιτέρω ένταση της μεταβλητότητας που ξεκίνησε από τα μέσα του περασμένου μήνα.

«Ο Οκτώβριος επιβεβαιώνει σίγουρα τη φήμη του ως ο μήνας τους έτους με τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα», σημειώνει ο Ράιαν Ντέτρικ της LPL Financial, προσθέτοντας ότι «αναμένουμε το roller-coaster της αγοράς να διατηρηθεί για ένα διάστημα».

Σε σχέση πάντως με τις προηγούμενες ημέρες σημαντικών απωλειών, οι ρευστοποιήσεις σήμερα δεν εστιάζονται στον τεχνολογικό κλάδο αλλά είναι ευρύτερες, περιλαμβάνοντας και τίτλους εταιρειών που σχετίζονται αμεσότερα με την πορεία της οικονομικής ανάκαμψης.

Γενικότερα, η νέα άνοδος στις τιμές της ενέργειας χτες ενίσχυσε τις ανησυχίες ότι ο εξαιρετικά υψηλός πληθωρισμός είναι πιθανό να μην έχει την προσωρινή φύση που του αποδίδουν οι κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, φέρνοντας έτσι νέα άνοδο τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων, η οποία με τη σειρά της πυροδότησε νέο κύκλο πωλήσεων, ειδικά στους τίτλους υψηλή ανάπτυξης.

Το αρνητικό κλίμα αυτό, που είχε διαμορφωθεί από την αρχή της ημέρας στις παγκόσμιες αγορές, δεν κατάφεραν να αναχαιτίσουν ούτε τα καλά νέα από την έκθεση για την αγορά εργασίας της ADP, τα οποία προσέφεραν μια μικρή αποσυμπίεση στα futures της αμερικανικής αγοράς όταν δημοσιεύθηκαν - περίπου μία ώρα πριν την έναρξη της συνεδρίασης - η οποία όμως δεν διατηρήθηκε για πολύ.

Ειδικότερα, οι θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 568.000 για το σύνολο του Σεπτεμβρίου ανεβάζοντας κατά πολύ ρυθμό από τις 340.000 νέες θέσεις που είχε ο Αύγουστος, ενώ αναλυτές σε έρευνα του Dow Jones ανέμεναν αρκετά χαμηλότερη αύξηση κατά 425.000 θέσεις.

Σημειώνεται ότι τα στοιχεία της ADP έρχονται παραδοσιακά ως πρόδρομος των επίσημων μετρήσεων του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, το οποίο θα ανακοινώσει την Παρασκευή τη δική του ευρύτερη έκθεση για την πορεία όλων των μη αγροτικών θέσεων εργασίας και για την οποία οικονομολόγοι σε έρευνα του Dow Jones αναμένουν μια αύξηση κατά 500.000 θέσεις, μετά τον απογοητευτικό μάλλον αριθμό των 235.000 θέσεων του Αυγούστου.

Κατά τα άλλα, παράγοντα νευρικότητας αποτελεί πλέον και ο ορατός κίνδυνος κήρυξης στάσης πληρωμών από τις ΗΠΑ, καθώς Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί δεν έχουν καταφέρει να βρουν λύση για την αύξηση του ορίου του δημόσιου χρέους.

Το όριο του χρέους είναι το μέγιστο ποσό που μπορούν να δανειστούν οι ΗΠΑ και η ισχύς του είχε ανασταλεί το 2019 στο πλαίσιο συμφωνίας της κυβέρνησης του Τραμπ με τους αντιπολιτευόμενους τότε Δημοκρατικούς, αλλά τέθηκε σε ισχύ εκ νέου από την 1η Αυγούστου φέτος.

Εάν δεν αυξηθεί ή ανασταλεί το όριο, η αμερικανική κυβέρνηση θα βρεθεί αναγκασμένη από να σταματήσει να λειτουργεί με πίστωση, κάτι που θα σημάνει δραστική μείωση στις δημόσιες δαπάνες.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέβασε τους τόνους χτες, Δευτέρα, καταγγέλλοντας πως εξαιτίας της «ανεύθυνης» ρεπουμπλικανικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί να «εγγυηθεί» το ότι οι ΗΠΑ δεν θα κηρύξουν στάση πληρωμών για πρώτη φορά στην ιστορία τους.

Σημειώνεται ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν κηρύξει ποτέ στάση πληρωμών, ωστόσο επί των ημερών Μπαράκ Ομπάμα το 2011 παρόμοιο πολιτικό αδιέξοδο είχε ωθήσει τον οίκο Standard and Poor's να αποσύρει την αξιολόγηση «AAA» από το χρέος του αμερικανικού δημοσίου, προκαλώντας σοκ στις διεθνείς αγορές.