Μια ενδιαφέρουσα επιχειρηματική εξέλιξη πέρασε πριν από λίγες ημέρες κάτω από το ραντάρ των αγορών καθώς οι γεωπολιτικές εξελίξεις μονοπωλούσαν την επικαιρότητα. Η ArcelorMittal στις 20 Ιουνίου αποφάσισε να ακυρώσει έργα πράσινου υδρογόνου αξίας €1,3 δισ. στη Γερμανία. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι απλώς μια εταιρική επιλογή – είναι μια παραδοχή ότι το πράσινο υδρογόνο παραμένει ένα ακριβό όνειρο παρά μια εμπορική πραγματικότητα. Όταν μια κολοσσιαία εταιρεία εγκαταλείπει €1,3 δισ. σε δωρεάν κρατικές επιδοτήσεις, το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: η οικονομική βιωσιμότητα του πράσινου υδρογόνου παραμένει ανύπαρκτη.
Το κόστος του πράσινου υδρογόνου κυμαίνεται μεταξύ €5-8 ανά κιλό, ενώ για να γίνει ανταγωνιστικό στη χαλυβουργία χρειάζεται να πέσει στα €2,50-3,00 ανά κιλό. Ακόμη και στην τιμή των €3,0, αυτό θα ήταν μόλις το σημείο ισοσκέλισης – χωρίς κανένα κέρδος. Η πραγματικότητα είναι ότι η τεχνολογία χρειάζεται τουλάχιστον μια δεκαετία ακόμη για να γίνει οικονομικά ελκυστική.
Η ArcelorMittal δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Σύμφωνα με την Westwood Insight, σχεδόν το 20% όλων των ευρωπαϊκών έργων υδρογόνου ακυρώθηκαν ή πάγωσαν το 2024, αντιπροσωπεύοντας χαμένη δυναμικότητα 29GW. Οι τρεις κύριοι λόγοι είναι σταθεροί σε όλες τις περιπτώσεις: υψηλό κόστος, αδυναμία εξασφάλισης χρηματοδότησης και έλλειψη ζήτησης. Μεγάλα έργα που ακυρώθηκαν περιλαμβάνουν:
- Airbus (Δεκ. 2024): Καθυστέρηση 5-10 ετών στο υδρογονοκίνητο αεροσκάφος λόγω «περιορισμένης διαθεσιμότητας πράσινου υδρογόνου»
- Shell και Equinor (Οκτ. 2024): Κλείσιμο του «Clean Hydrogen to Europe» παρά τη γερμανική ζήτηση, με την αιτιολογία ότι «δεν υπάρχει αγορά»
Ενώ η βιομηχανία του πράσινου υδρογόνου παλεύει με το κόστος, αντιμετωπίζει έναν απρόσμενο ανταγωνιστή για τη φθηνή πράσινη ενέργεια: τα data centers που τροφοδοτούν την επανάσταση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η κατανάλωση ενέργειας από data centers προβλέπεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030, φτάνοντας τις 945 TWhs - περίπου όσο καταναλώνει ολόκληρη η Ιαπωνία σήμερα. Η Goldman Sachs προβλέπει αύξηση της ζήτησης ενέργειας από data centers κατά 165% μέχρι το 2030, με την Τεχνητή Νοημοσύνη να είναι ο κύριος οδηγός.
Αυτό δημιουργεί μια βασική σύγκρουση: η φθηνή ανανεώσιμη ενέργεια που χρειάζεται το πράσινο υδρογόνο θα «καταναλωθεί» από τα data centers, που πληρώνουν άμεσα και ανταγωνιστικά για ηλεκτρισμό. Σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ, τα data centers καταναλώνουν ήδη πάνω από 10% του συνολικού ηλεκτρισμού, με την Ιρλανδία να φτάνει το 20%. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ έχει επιδεινώσει δραματικά την κατάσταση για τα έργα πράσινου υδρογόνου. Εταιρείες ακύρωσαν ή καθυστέρησαν επενδύσεις καθαρής ενέργειας ύψους $14 δισ. στις ΗΠΑ μόνο στους πρώτους τέσσερις μήνες του 2025, σύμφωνα με την E2 και το Clean Economy Tracker.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει:
- Ακυρώσει $3,7 δισ. σε χρηματοδοτήσεις για έργα κλιματικής τεχνολογίας
- Προτείνει περικοπές $15 δισ. σε προγράμματα δέσμευσης άνθρακα και ανανεώσιμων
- Καταργεί περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και προωθεί ορυκτά καύσιμα
Στην Ευρώπη, 23 έργα ακυρώθηκαν ή πάγωσαν σε 11 χώρες, με χαμένη δυναμικότητα 29,2 GW (20,3% του συνόλου). Η Νορβηγία μόνο έχασε 10 GW μόνο από τα ακυρωμένα έργα της Equinor. Παγκοσμίως, το υδρογόνο παραμένει κάτω από 2% της ενεργειακής κατανάλωσης της Ευρώπης ενώ σχεδόν ολόκληρη η παραγωγή βασίζεται σε φυσικό αέριο (γκρι υδρογόνο).
Η απόφαση της ArcelorMittal να εγκαταλείψει €1,3 δισ. σε επιδοτήσεις αποτελεί την πιο ηχηρή παραδοχή μέχρι σήμερα ότι το πράσινο υδρογόνο δεν είναι έτοιμο για την αγορά. Παρά τα δισεκατομμύρια σε κυβερνητική στήριξη, τις φιλόδοξες στρατηγικές και τις ηχηρές ανακοινώσεις, η τεχνολογία παραμένει οικονομικά μη βιώσιμη. Με τα data centers να απορροφούν τη φθηνή πράσινη ενέργεια, την αμερικανική κυβέρνηση να στρέφεται προς τα ορυκτά καύσιμα, και την ευρωπαϊκή βιομηχανία υπό την πίεση φθηνών εισαγωγών, η βιομηχανία του πράσινου υδρογόνου αντιμετωπίζει τη δυσκολότερη περίοδό της από την ίδρυσή της.
Οι στόχοι για το 2030 φαίνονται πλέον ανέφικτοι. Η πραγματικότητα είναι ότι το πράσινο υδρογόνο χρειάζεται τουλάχιστον άλλη μια δεκαετία – και πιθανώς περισσότερο – για να γίνει εμπορικά βιώσιμο. Μέχρι τότε, θα παραμένει ένα ακριβό πείραμα που χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους παρά μια γνήσια λύση για την κλιματική αλλαγή.