Θα μειώσει η ΕΚΤ τα επιτόκια στη συνεδρίαση της άλλης εβδομάδας ή θα πατήσει «pause»; Αναλυτές εξηγούν τις δύσκολες αποφάσεις που καλείται να λάβει η Κριστίν Λαγκάρντ εν μέσω εμπορικού πολέμου, γεωπολιτικών κινδύνων, πληθωρισμού και μικρής ανάπτυξης της ευρωζώνης.
Η ΕΚΤ άρχισε τη μείωση του κόστους δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις καθώς ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη υποχωρούσε από τα ιστορικά υψηλά που βρέθηκε προ ετών, στο πλαίσιο του στόχου για πληθωρισμό στο 2% που έχει θέσει για να υπάρχει σταθερότητα των τιμών στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Καθώς ο γενικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 2% για τον Ιούνιο και εν μέσω σχετικών «σημάτων» που έχουν στείλει στελέχη της ΕΚΤ για διατήρηση των επιτοκίων στα σημερινά επίπεδα, στο επίκεντρο της προσοχής για την ερχόμενη Πέμπτη βρίσκεται το εάν όντως θα υπάρξει «φρένο» στη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Ορισμένοι από τους μεγάλους επενδυτικούς οίκους έχουν προεξοφλήσει πως δεν θα υπάρξει μείωση των επιτοκίων την Πέμπτη, αλλά προσθέτουν ότι αυτό δεν αποκλείει νέα χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη από το φθινόπωρο.
Ο Φάμπιο Μπαλμπόνι, ανώτερος οικονομολόγος της HSBC για την Ευρωζώνη, ανέφερε στο Bloomberg πως η απόφαση της Πέμπτης αναμένεται να είναι σχετικά απλή, με τα περισσότερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου να υποστηρίζουν πιθανότατα τη διατήρηση των επιτοκίων. Ενώ κάποιοι θα το εκλάβουν αυτό ως παύση, άλλοι θα το δουν ως το τέλος του κύκλου μείωσης. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει κάποιες συζητήσεις σχετικά με την πορεία των επιτοκίων μετά τον Ιούλιο».
Σε δημοσκόπηση μεταξύ οικονομολόγων που «έτρεξε» το Bloomberg το 50% αναμένει μείωση των επιτοκίων το Σεπτέμβριο, το 21% το Δεκέμβριο, ενώ περίπου του 25% αναμένει πως δεν υπάρξει μείωση μέχρι το τέλος του έτους.
Οι επιπλοκές των δασμών
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών έρχονται καθώς βρίσκεται -και ενδεχομένως να βρίσκεται μέχρι και την ερχόμενη Πέμπτη στον «αέρα» το θέμα των δασμών και των εμπορικών διαπραγματεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ για τους δασμούς.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει τονίσει στο πρόσφατο παρελθόν πως ο αντίκτυπος των δασμών στην ευρωπαϊκή οικονομία μπορεί να είναι σημαντικός και να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Εκ μέρους της Γερμανίας (της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης), ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας -Bundesbank-, Γιόακιμ Νάγκελ, προειδοποίησε πως ένα επίπεδο δασμών ύψους 30% από τις ΗΠΑ μπορεί να επιφέρει έως και ύφεση στην Ευρωζώνη.
Υπενθυμίζεται πως ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δώσει «διορία» μέχρι την 1η Αυγούστου πριν αυξήσει τους δασμούς στο 30%, όπως έχει απειλήσει. Εξάλλου, από την εκκίνηση του εμπορικού πολέμου, ο Τραμπ έχει κάνει αρκετά «μπρος-πίσω» για το ύψος των δασμών που θέλει να επιβάλει στους κορυφαίους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.
Σε αυτό το πλαίσιο, μερίδα των αναλυτών εκτιμά πως η εμπορική συμφωνία κόντρα μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ δεν πρόκειται να «ξεφύγει» και πως το ύψος των δασμών θα είναι σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που έχει διατυμπανίσει ο Αμερικανός πρόεδρος.
Μετά το καλοκαίρι
Ωστόσο, η «γραμμή» των ΗΠΑ στις εμπορικές συζητήσεις δείχνει πως ακόμα και εάν επιτευχθεί τώρα μια συμφωνία, αυτή μπορεί να ανατραπεί και πάλι σε σύντομο χρονικό διάστημα. Και αυτό, αναφορικά με τις σχέσεις των ΗΠΑ με τις Βρυξέλλες.
Δεδομένου του ότι ο Τραμπ έχει δείξει πως θέλει να ακολουθήσει «σκληρότερη» προσέγγιση με χώρες που είναι σημαντικές για την ΕΕ (όπως η Κίνα), η ΕΚΤ δεν φαίνεται να εφησυχάζει για τις επιπτώσεις άμεσες και έμμεσες που μπορεί να αντιμετωπίσει με μεσοπρόθεσμο επίπεδο από τον εμπορικό πόλεμο.
Υπό αυτό το πρίσμα, για την ερχόμενη Πέμπτη θα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον τα όσα θα δηλώσει η Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου που καθιερωμένα διεξάγεται μετά από τις αποφάσεις της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Πέρα από τα όσα θα λάβουν χώρα στις 23η Ιουλίου, μέχρι το τέλος του 2025 οι «προβολείς» θα βρίσκονται στα στοιχεία για την πορεία της Ευρωζώνης και στο κατά πόσο αυτή θα διαμορφωθεί.
Κι αυτό ανεξάρτητα από τους δασμούς, καθώς διατηρούνται οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι (Ουκρανία, Μέση Ανατολή και άλλοι) που θα μπορούσαν να ασκήσουν σημαντικές πιέσεις στον πληθωρισμό, κυρίως ενεργειακώ τω τρόπω.
Ακόμα, θα πρέπει να δούμε τις εξελίξεις θα υπάρξουν και σχετικά με το νέο πολυετές προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως το κατά πόσο αυτός μπορεί να ενισχύσει το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, μέσω και «εκτόξευσης» των αμυντικών δαπανών.