Όταν δεν ξέρεις ποιος είσαι, δεν σε ακολουθεί κανείς

Ούτε η φθορά της κυβέρνησης ούτε τα λάθη της αντιπολίτευσης φαίνεται να ευνοούν το ΠΑΣΟΚ. Παρά τα σκάνδαλα, την ακρίβεια, τα προβλήματα δημόσιας διοίκησης και τις φθίνουσες αντοχές της Νέας Δημοκρατίας, το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη παραμένει κολλημένο σε δημοσκοπικά ποσοστά που κινούνται σταθερά γύρω από το δέκα τοις εκατό. Γιατί; Η απάντηση είναι πολιτικά απλή αλλά ιδεολογικά επώδυνη: το ΠΑΣΟΚ δεν έχει ταυτότητα, δεν έχει αφήγημα, και το κυριότερο, δεν έχει απαντήσεις.

Ας ξεκινήσουμε από την ταυτότητα. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι ένα πολιτικό προϊόν που δεν ξέρει αν ανήκει στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, του κεντρώου πραγματισμού ή του αντι-δεξιού ρεβανσισμού. Θέλει να αναβιώσει το «μεγάλο κόμμα εξουσίας» του παρελθόντος, αλλά με γλώσσα δανεισμένη απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ και συμπεριφορά τεχνοκρατική, τύπου Ευρωκοινοβουλίου. Η προσπάθεια να τα συνδυάσει όλα είναι η συνταγή της αδυναμίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα κόμμα που δεν πείθει κανέναν. Ούτε τον αριστερό, ούτε τον φιλελεύθερο, ούτε τον πραγματικά μεταρρυθμιστή.

Το δεύτερο πρόβλημα είναι η απουσία θετικής πρότασης. Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει δημιουργήσει ένα πειστικό αφήγημα που να εμπνέει στους ψηφοφόρους εμπιστοσύνη και ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Δεν εξηγεί με σαφήνεια και επιμονή την ανάγκη της ύπαρξής του. Δεν προτείνει ένα εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης. Δεν υπερασπίζεται ούτε την αγορά ούτε την αριστεία. Δεν προσφέρει ένα διαφορετικό όραμα για την ελευθερία του πολίτη, για τον ρόλο του κράτους, για την παιδεία, για την εργασία. Το μόνο που κάνει είναι να διαχειρίζεται έναν αόριστο «κοινωνικό πόνο» με τεχνοκρατικά φληναφήματα. Αυτή η στάση μπορεί να γεμίζει σελίδες στον Τύπο, αλλά δεν γεμίζει τις κάλπες με ψήφους.

Τρίτον: ηγεσία. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίστηκε ως νέο πρόσωπο, καθαρό από τα βαρίδια της γενιάς του Ανδρέα Παπανδρέου και των μνημονίων. Όμως το πέρασμα του χρόνου αποκάλυψε ένα πολιτικό κενό. Δεν είναι μόνο η απουσία προσωπικού χαρίσματος - αυτό δεν είναι απαραίτητα κρίσιμο. Είναι η επιλογή του να μην ηγηθεί ιδεολογικά. Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δεν έχει ξεκαθαρίσει ποια είναι η στρατηγική του για την επόμενη μέρα. Δεν έχει δώσει το απαραίτητο στίγμα ώστε να κατοχυρώσει τη θέση του στα «ραντάρ» των ψηφοφόρων. Δεν έχει χτίσει καμία σχέση εμπιστοσύνης με τον μέσο ψηφοφόρο. Δεν έχει καν απαντήσει πειστικά στο θεμελιώδες ερώτημα: γιατί να κυβερνήσει το ΠΑΣΟΚ;

Και τέλος, το βαθύτερο πρόβλημα είναι ότι το ΠΑΣΟΚ παραμένει όμηρος του εαυτού του. Δεν μπορεί να μιλήσει υπέρ της φιλελευθεροποίησης της οικονομίας, γιατί το ίδιο είναι θεμέλιο του κρατισμού. Δεν μπορεί να απορρίψει το πελατειακό κράτος, γιατί το εξέθρεψε. Δεν μπορεί να εμπνεύσει τους νέους, γιατί δεν καταλαβαίνει την ανάγκη για ελευθερία, για αξιολόγηση, για ατομική ευθύνη. Μένει έτσι δέσμιο μιας κουρασμένης και ξεπερασμένης ρητορικής, που προσπαθεί να επιβιώσει ανάμεσα σε υπουργικές αναμνήσεις και ευρωβουλευτικά δελτία τύπου.

Η εποχή μας απαιτεί καθαρές απαντήσεις και η Δημοκρατία μας απαιτεί ισχυρές αντιπολιτεύσεις. Οι ψηφοφόροι πλέον απαιτούν ξεκάθαρες θέσεις για την οικονομία, για την κοινωνία, για την Ελλάδα του αύριο. Όσο το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο παρελθόν και στον φόβο του ΣΥΡΙΖΑ, θα παραμένει ένα κόμμα μέτριο, αμήχανο και αναντίστοιχο των προκλήσεων. Η πολιτική δεν είναι διαγωνισμός ευπρέπειας. Είναι μάχη ιδεών. Και το ΠΑΣΟΚ, όσο δεν έχει ιδέες, όσο δεν διαλέγει στρατόπεδο, όσο δεν λέει «αυτό πιστεύω», θα συνεχίσει να τιμωρείται όχι επειδή είναι ΠΑΣΟΚ — αλλά επειδή δεν είναι τίποτα.