Το παιχνίδι έχει ενδιαφέρον στα δεξιά της ΝΔ

Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση το παιχνίδι θα διεξαχθεί στο γήπεδο της Δεξιάς και της άκρας Δεξιάς. Σε αυτούς τους χώρους θα καταγραφούν οι μεγαλύτερες συσπειρώσεις και μετακινήσεις ψηφοφόρων. Οι λόγοι είναι, πρωτίστως το μεταναστευτικό, ακολούθως η woke ατζέντα, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία ισχυρών προσωπικοτήτων στη συστημική συντηρητική παράταξη και στη σοσιαλδημοκρατία.

Η τελευταία, ως κεντρική ευρωπαϊκή έκφραση, χρεώνεται μαζί με την αριστερά και τις διάφορες ΜΚΟ, την πολιτική των ανοικτών συνόρων και των επιδομάτων στους μετανάστες. Κλασσικό παράδειγμα η Γιόχανσον. Κατέστρεψε τη χώρα της, θέλει να καταστρέψει και την Ευρώπη.

Η Ελλάδα φαινόταν πως θα αποτελούσε την εξαίρεση σε αυτό το ευρωπαϊκό τοπίο. Μια ισχυρή Νέα Δημοκρατία, με νωπό το 40,5%, θα καθιστούσε τις ευρωεκλογές μια τυπική διαδικασία. Τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι ακριβώς, χωρίς προς το παρόν να αμφισβητείται η καθολική υπεροχή της.

Μπορεί η ριζοσπαστική Αριστερά βυθισμένη στα προβλήματά της να αποτελεί ένα μη υπολογίσιμο μέγεθος, όμως στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας κάτι γίνεται.

Αυτός ο χώρος δημοσκοπικά κινείται συνολικά προς το 18% plus και αν δεν ήταν πολυδιασπασμένος θα διεκδικούσε τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές με μεγάλες πιθανότητες. Η δυναμική υπάρχει, τρείς μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, και πιθανόν το κοντέρ τελικά να υπερβεί το 20%.

Η Νέα Δημοκρατία επέλεξε να κόψει τις γέφυρές της με όλους αυτούς που βρήκαν στέγη στην Ελληνική Λύση, στη Νίκη, στους Σπαρτιάτες και στα άλλα μικρότερα κόμματα που δεν εκπροσωπούνται στη βουλή. Ήταν μια συνειδητή πολιτική επιλογή που δικαιώθηκε στις εκλογές του 2023.

Το ερώτημα είναι αν αυτή η συνταγή θα αποδώσει και στις προσεχείς ευρωεκλογές. Αν δηλαδή η Νέα Δημοκρατία τις εκροές προς τα δεξιά θα τις αναπληρώνει με εισροές από τα αριστερά, ώστε τελικά το ισοζύγιο να είναι θετικό για αυτήν ή εν πάση περιπτώσει, λόγω και της χαλαρής ψήφου των ευρωεκλογών, να μην αποβεί αρνητικό.

Η λογική λέει πως η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δε μπορεί να αλλάξει τώρα στρατηγική, μόλις τρείς μήνες πριν από τις εκλογές. Οφείλει να εξακολουθήσει να καλύπτει συστηματικά και συγκροτημένα τον χώρο του μεταρρυθμιστικού Κέντρου και της Κεντροαριστεράς του μέτρου και των προτάσεων. Σε αυτό τη βοηθά και η στροφή του Νίκου Ανδρουλάκη προς το αριστερόστροφο - αντιδεξιό ακροατήριο, αφήνοντας στη Νέα Δημοκρατία να εκμεταλλευτεί αυτή τη μετατόπιση του ΠΑΣΟΚ.

Ούτως ή άλλως, η σημερινή Νέα Δημοκρατία και να ήθελε δε θα μπορούσε να επικοινωνήσει με όλον αυτόν τον κόσμο που στράφηκε στην Ελληνική Λύση, στη Νίκη, στους Σπαρτιάτες. Ένα συνονθύλευμα συνωμοσιολόγων, αντιεμβολιαστών, υπερ-συντηρητικών, που μιλούν τελικά μια άλλη γλώσσα από αυτή που μιλά η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας.

Το πρόβλημα σε τελική ανάλυση δεν είναι πολιτικό. Είναι πολιτισμικό, αποτέλεσμα όλων των ιδεολογικών και κοινωνικών διεργασιών της τελευταίας δεκαετίας και ως εκ τούτου δεν αντιμετωπίζεται με πολιτικούς χειρισμούς.

Στα περισσότερα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η άνοδος των δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων θα συνοδευτεί από μια συνολική αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων. Στην Ελλάδα η αντοχή της Νέας Δημοκρατίας, με κολώνα τους παραδοσιακούς πιστούς φίλους της Κεντροδεξιάς, αποτελεί τον παράγοντα της σταθερότητας του συστήματος. Μένει βέβαια να αποδειχτεί στην κάλπη.