Θα σπάσει την κακή παράδοση της δεύτερης 4ετίας; 
AP
AP

Θα σπάσει την κακή παράδοση της δεύτερης 4ετίας; 

Η κυβέρνηση την πρώτη τετραετία αντιμετώπισε έκτακτες καταστάσεις και τις αντιμετώπισε  -κρίνοντας εκ του εκλογικού αποτελέσματος -με επιτυχία. Μοίρασε λεφτά, πολλά λεφτά και όπου χρειάστηκε πήρε γρήγορα τις σωστές αποφάσεις. Πρωτίστως η πανδημία και ακολούθως η εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία με τις συνέπειες που είχε στην παγκόσμια οικονομία, ελάχιστα περιθώρια άφησαν στον πρωθυπουργό να εφαρμόσει το πρόγραμμά του. 

Συνεπώς, τις εκλογές τις κέρδισε γιατί οι πολίτες εκτίμησαν θετικά την αντιμετώπιση των κρίσιμων καταστάσεων και, αν συνεκτιμήσουμε και την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, στον εκλογικό θρίαμβο της Νέας Δημοκρατίας συνετέλεσε και η κακή εικόνα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Συνεπώς τώρα, στη δεύτερη τετραετία, ουσιαστικά αρχίζει η υλοποίηση του προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας. 

Όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις εξάντλησαν τον μεταρρυθμιστικό δυναμισμό τους στην πρώτη τετραετία, έτσι ώστε η δεύτερη είχε καθαρά διαχειριστικό χαρακτήρα, χωρίς καμιά έμπνευση. Ενώ προέκυψαν και φαινόμενα προκλητικής άσκησης εξουσίας, αυτό που ονομάζουμε σκάνδαλα. Άρα, ήταν μάλλον φυσιολογική η ήττα όλων των κυβερνήσεων στις εκλογές που διεξήχθησαν με το τέλος της δεύτερης θητείας τους. 

Η κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Ιουνίου μπήκε δυνατά στην πορεία για τις μεταρρυθμίσεις. Είχαμε την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού στις εκλογές, τον νέο αυστηροποιημένο Ποινικό Κώδικα και την προσπάθεια να σμικρυνθεί ο χρόνος που απονέμεται η Δικαιοσύνη, θα έρθει στη βουλή ο νόμος για την είσοδο πανεπιστημίων της αλλοδαπής στην Ελλάδα. Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις η κυβέρνηση αναλαμβάνει ένα ρίσκο το οποίο μέχρι στιγμής της βγαίνει. Βέβαια, τα ρίσκα είναι άγνωστο ΑΝ, και πότε, θα ενεργοποιήσουν τις αποσταθεροποιητικές τάσεις που κρύβουν μέσα τους. 

Εκείνο που φαίνεται είναι πως η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αφήσει να εξελιχθεί η δεύτερη θητεία της σε μια διαχείριση «εισερχομένων—εξερχομένων». Αυτό σημαίνει πως θα προχωρήσει σε τομές και οι τομές φέρνουν ρήξεις και συγκρούσεις. Ο πρωθυπουργός αυτή τη στιγμή είναι παντοδύναμος και άτρωτος στο εσωκομματικό πεδίο. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. 

Δεν είναι τυχαία η δήλωση κορυφαίου οικονομικού παράγοντα πως «έχουμε ίσως τον καλύτερο ηγέτη της Ε.Ε στην Ελλάδα». Όλοι βλέπουν πως μετά τον Μητσοτάκη δεν υπάρχει τίποτα. Αυτή η κοινή διαπίστωση μπορεί να προδίδει μια σοβαρή παθογένεια του πολιτικού μας συστήματος, αλλά συγχρόνως είναι και μια πραγματικότητα και με αυτήν πορευόμαστε. Οι εναλλακτικές λύσεις δεν επιβάλλονται, αλλά προκύπτουν μέσα από την πολιτική πάλη. Και σήμερα και για το ορατό μέλλον δε διαφαίνεται μια εναλλακτική στον πρωθυπουργό. Αυτό το γνωρίζει και ο λεγόμενος «διεθνής παράγοντας». Ο Μητσοτάκης είναι o μόνος αξιόπιστος συνομιλητής. 

Εσωτερικούς κραδασμούς δεν θα έχει η Νέα Δημοκρατία με αφορμή νομοσχέδια που κινούνται στα όρια ή και εκτός των ιδεολογικών ορίων της παράταξης; Διαφωνίες, και μάλιστα δημόσιες, θα υπάρξουν και -με δεδομένο πως σε θέματα συνείδησης δε χωρεί κομματική πειθαρχία- αυτά τα προβλήματα θα ξεπεραστούν. 

Εκεί που κρίνονται όλες οι κυβερνήσεις είναι στην οικονομία. Και σε αυτόν τον τομέα οι προοπτικές είναι, κατά γενική ομολογία, ευοίωνες. Αυτό το παραδέχονται σήμερα ακόμα και οι πιο σκληροί επικριτές μας κατά την περίοδο των μνημονίων. 

Εκτιμώ πως ο πρωθυπουργός, τηρώντας τη μεταρρυθμιστική ατζέντα του και ποντάροντας στην ισχυρή οικονομία, θα βαδίσει για το ρεκόρ της 3ης τετραετίας. Είναι μια πρόκληση που δεν αφήνει ασυγκίνητο κανέναν ηγέτη.